14 2. ΝΟΜΟΣ υπ’αριθ. 3560 της 10-14 Μαΐου 2007 (ΦΕΚ Α΄ 103)

2. ΝΟΜΟΣ υπ’αριθ. 3560
της 10-14 Μαΐου 2007 (ΦΕΚ Α΄ 103)
Κύρωση και εφαρμογή της Σύμβασης ποινικού δικαίου για τη διαφθορά και του Πρόσθετου σ’ αυτήν Πρωτοκόλλου.
Άρθρο πρώτο
Κυρώνεται και έχει την ισχύ της παραγράφου 1 του άρθρου 28 του Συντάγματος η Σύμβαση ποινικού δικαίου για τη διαφθορά, που υπογράφτηκε στο Στρασβούργο στις 27 Ιανουαρίου 1999 και το Πρόσθετο Πρωτόκολλο στη Σύμβαση ποινικού δικαίου για τη διαφθορά, που υπογράφτηκε στο Στρασβούργο στις 15 Μαΐου 2003, το κείμενο των οποίων σε πρωτότυπο στην αγγλική και γαλλική γλώσσα και σε μετάφραση στην ελληνική, έχει ως εξής:

ΣΥΜΒΑΣΗ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΓΙΑ ΤΗ
ΔΙΑΦΘΟΡΑ
Στρασβούργο, 27.01.1999
Προοίμιο
Τα Κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης και τα άλλα Κράτη που υπογράφουν την παρούσα: Θεωρώντας ότι σκοπός του Συμβουλίου της Ευρώπης είναι να επιτευχθεί μεγαλύτερη ενότητα μεταξύ των μελών του.
Αναγνωρίζοντας την αξία της προώθησης της συνεργασίας με τα άλλα Κράτη που υπογράφουν την παρούσα Σύμβαση
πεπεισμένα για την ανάγκη της επιδίωξης, ως ζήτημα προτεραιότητας, μιας κοινής πολιτικής κατά του εγκλήματος που αποσκοπεί στην προστασία της κοινωνίας κατά της διαφθοράς, συμπεριλαμβανομένης της υιοθέτησης κατάλληλης νομοθεσίας και προληπτικών μέτρων
τονίζοντας ότι η διαφθορά συνιστά απειλή για το κράτος του δικαίου, της δημοκρατίας και των ανθρώπινων δικαιωμάτων, υπονομεύει τη χρηστή διοίκηση, τη δίκαιη μεταχείριση και την κοινωνική δικαιοσύνη, στρεβλώνει τον ανταγωνισμό, παρεμποδίζει την οικονομική ανάπτυξη και θέτει σε κίνδυνο τη σταθερότητα των δημοκρατικών θεσμών και των ηθικών θεμελίων της κοινωνίας
πιστεύοντας ότι μια αποτελεσματική καταπολέμηση της διαφθοράς απαιτεί αυξημένη, ταχεία και αποτελεσματική διεθνή συνεργασία σε ποινικά θέματα
καλωσορίζοντας τις πρόσφατες εξελίξεις που προω­θούν τη διεθνή κατανόηση και συνεργασία για την καταπολέμηση της διαφθοράς, συμπεριλαμβανομένων των ενεργειών των Ηνωμένων Εθνών, της Παγκόσμιας Τράπεζας, του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, του Οργανισμού Αμερικανικών Κρατών, του ΟΟΣΑ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης
λαμβάνοντας υπόψη το Πρόγραμμα Δράσης κατά της Διαφθοράς που υιοθετήθηκε από την Επιτροπή Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης το Νοέμβριο 1996 μετά τις συστάσεις της 19ης Διάσκεψης Ευρωπαίων Υπουργών Δικαιοσύνης (Βαλέτα, 1994)
υπενθυμίζοντας στο πλαίσιο αυτό, τη σημασία της συμμετοχής των Κρατών μη μελών στις δραστηριότητες του Συμβουλίου της Ευρώπης κατά της διαφθοράς και καλωσορίζοντας την πολύτιμη συνεισφορά τους στην υλοποίηση του Προγράμματος Δράσης κατά της Διαφθοράς
υπενθυμίζοντας επίσης ότι η Απόφαση No 1 που υιοθετήθηκε από τους Ευρωπαίους Υπουργούς Δικαιοσύνης στην 21η Διάσκεψη τους (Πράγα, 1997) εισηγήθηκε την ταχεία υλοποίηση του Προγράμματος Δράσης κατά της Διαφθοράς και ζήτησε, συγκεκριμένα, τη σύντομη υιοθέτηση Σύμβασης ποινικού δικαίου που να προβλέπει τη συντονισμένη ποινικοποίηση πράξεων διαφθοράς, την αυξημένη συνεργασία για τη δίωξη αυτών των αδικημάτων, καθώς και αποτελεσματικό μηχανισμό παρακολούθησης, προσιτό εξίσου τόσο σε Κράτη μέλη όσο και σε Κράτη μη μέλη
λαμβάνοντας υπόψη ότι οι Αρχηγοί Κρατών και Κυβερνήσεων του Συμβουλίου της Ευρώπης αποφάσισαν, επ’ ευκαιρία της Δεύτερης Διάσκεψης Κορυφής τους που έλαβε χώρα στο Στρασβούργο στις 10 και 11 Οκτωβρίου 1997, να αναζητήσουν κοινές απαντήσεις στις προκλήσεις που θέτει η αύξηση της διαφθοράς και υιοθέτησαν Πρόγραμμα Δράσης το οποίο, για να προωθηθεί η συνεργασία στην καταπολέμηση της διαφθοράς, συμπεριλαμβανομένων των διασυνδέσεων της με το οργανωμένο έγκλημα και το ξέπλυμα χρήματος, έδωσε οδηγίες στην Επιτροπή Υπουργών, μεταξύ άλλων, να διασφαλίσει την ταχεία ολοκλήρωση των διεθνών νομικών κειμένων σύμφωνα με το Πρόγραμμα Δράσης κατά της Διαφθοράς
θεωρώντας επίσης ότι η Απόφαση (97) 24 σχετικά με τις 20 Κατευθυντήριες Αρχές για την Καταπολέμηση της Διαφθοράς, που υιοθετήθηκε στις 6 Νοεμβρίου 1997 από την Επιτροπή Υπουργών στην 101η Συνεδρίασή της, τονίζει την ανάγκη ταχείας ολοκλήρωσης της επεξεργασίας διεθνών νομικών κειμένων σύμφωνα με το Πρόγραμμα Δράσης κατά της Διαφθοράς
Ενόψει της υιοθέτησης από την Επιτροπή Υπουργών, στην 102η Συνεδρίαση της στις 4 Μαΐου 1998, της Απόφασης (98) 7 με την οποία εγκρίνονται η επιμέρους και η διευρυμένη συμφωνία που ιδρύει την «Ομάδα Κρατών κατά της Διαφθοράς - GRECO», που αποσκοπεί στη βελτίωση της ικανότητας των μελών της να καταπολεμούν τη διαφθορά παρακολουθώντας την εκπλήρωση των δεσμεύσεών τους στον τομέα αυτό,
Συμφώνησαν τα ακόλουθα:


(Μετά τη σελ. 122,62(α) Σελ. 122,621
Τεύχος Σελ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι -
Χρήση Όρων
Άρθρο 1
Χρήση Όρων
Για τους σκοπούς της παρούσας Σύμβασης:
α. «δημόσιος λειτουργός» είναι ο αναφερόμενος στην εθνική νομοθεσία του Κράτους, στο οποίο το εν λόγω άτομο εκτελεί τα καθήκοντα αυτά και όπως ισχύει στο ποινικό του δίκαιο ως «λειτουργός», «δημόσιος αξιωματούχος», «δήμαρχος», «υπουργός» ή «δικαστής».
β. ο όρος «δικαστής» που αναφέρεται στην ανωτέρω υποπαράγραφο α΄ περιλαμβάνει τους εισαγγελείς και τους ασκούντες δικαστικά καθήκοντα.
γ. σε περίπτωση διαδικασίας όπου εμπλέκεται δημόσιος λειτουργός άλλου Κράτους, το διώκον Κράτος μπορεί να εφαρμόσει τον ορισμό του δημοσίου λειτουργού, μόνο εφόσον ο ορισμός αυτός είναι συμβατός με την εθνική του νομοθεσία.
δ. ο όρος «νομικό πρόσωπο» σημαίνει οποιονδήποτε φορέα που έχει αυτή την ιδιότητα σύμφωνα με την ισχύουσα εθνική νομοθεσία, με εξαίρεση τα Κράτη ή άλλους δημόσιους φορείς κατά την άσκηση της κρατικής εξουσίας και τους δημόσιους διεθνείς οργανισμούς.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ II -
Μέτρα που πρέπει να ληφθούν σε εθνικό επίπεδο
Άρθρο 2
Ενεργητική δωροδοκία εθνικών δημόσιων λειτουργών
Κάθε Μέρος πρέπει να υιοθετήσει τα νομοθετικά και άλλα μέτρα που είναι απαραίτητα για να θεσπίσει ως ποινικά αδικήματα σύμφωνα με το εσωτερικό του δίκαιο, όταν τελούνται με πρόθεση, την υπόσχεση, προσφορά ή παροχή από οποιονδήποτε άμεσα ή έμμεσα, κάθε μη οφειλόμενου πλεονεκτήματος σε οποιονδήποτε δημόσιο λειτουργό του, για τον ίδιο ή για οποιονδήποτε άλλο, ώστε να προβεί σε πράξη ή να παραλείψει ενέργεια κατά την άσκηση των καθηκόντων του.





Σελ. 122,622
Τεύχος Σελ.

Άρθρο 3
Παθητική δωροδοκία εθνικών δημόσιων λειτουργών
Κάθε Μέρος πρέπει να υιοθετήσει τα νομοθετικά και άλλα μέτρα που είναι απαραίτητα για να θεσπίσει ως ποινικά αδικήματα σύμφωνα με το εσωτερικό του δίκαιο, όταν τελούνται με πρόθεση την απαίτηση ή λήψη από οποιονδήποτε δημόσιο λειτουργό του, άμεσα ή έμμεσα, κάθε μη οφειλόμενου πλεονεκτήματος για τον ίδιο ή για οποιονδήποτε άλλο, ή την αποδοχή προσφοράς ή υπόσχεσης τέτοιου πλεονεκτήματος, ώστε να προβεί σε πράξη ή να παραλείψει ενέργεια κατά την άσκηση των καθηκόντων του.
Άρθρο 4
Δωροδοκία μελών εθνικών δημόσιων συνελεύσεων
Κάθε Μέρος πρέπει να υιοθετήσει τα νομοθετικά και άλλα μέτρα που είναι απαραίτητα για να θεσπίσει ως ποινικά αδικήματα σύμφωνα με το εσωτερικό του δίκαιο, τη συμπεριφορά που αναφέρεται στα Άρθρα 2 και 3, όταν εμπλέκεται οποιοσδήποτε που είναι μέλος οποιασδήποτε εθνικής συνέλευσης που ασκεί νομοθετικές ή διοικητικές εξουσίες.
Άρθρο 5
Δωροδοκία αλλοδαπών δημόσιων λειτουργών
Κάθε Μέρος πρέπει να υιοθετήσει τα νομοθετικά και άλλα μέτρα που είναι απαραίτητα για να θεσπίσει ως ποινικά αδικήματα σύμφωνα με το εσωτερικό του δίκαιο, τη συμπεριφορά που αναφέρεται στα Άρθρα 2 και 3, όταν εμπλέκεται δημόσιος λειτουργός άλλου Κράτους.
Άρθρο 6
Δωροδοκία μελών αλλοδαπών δημόσιων συνελεύσεων
Κάθε Μέρος πρέπει να υιοθετήσει τα νομοθετικά και άλλα μέτρα που είναι απαραίτητα για να θεσπίσει ως ποινικά αδικήματα σύμφωνα με το εσωτερικό του δίκαιο, τη συμπεριφορά που αναφέρεται στα Άρθρα 2 και 3, όταν εμπλέκεται οποιοσδήποτε που είναι μέλος δημόσιας συνέλευσης που ασκεί νομοθετικές ή διοικητικές εξουσίες σε κάθε άλλο Κράτος.
Άρθρο 7
Ενεργητική δωροδοκία στον ιδιωτικό τομέα
Κάθε Μέρος πρέπει να υιοθετήσει τα νομοθετικά και άλλα μέτρα που είναι απαραίτητα για να θεσπίσει ως ποινικά αδικήματα σύμφωνα με το εσωτερικό του δίκαιο, όταν τελούνται με πρόθεση κατά τη διάρκεια της επιχειρηματικής δραστηριότητας, την υπόσχεση, προσφορά ή παροχή, άμεσα ή έμμεσα, κάθε μη οφειλόμενου πλεονεκτήματος σε οποιονδήποτε που διευθύνει ή εργάζεται, με οποιαδήποτε ιδιότητα, σε φορείς του ιδιωτικού τομέα, για τον ίδιο ή για άλλους, ώστε να προβούν σε πράξη ή να παραλείψουν ενέργεια, κατά παράβαση των καθηκόντων τους.
Άρθρο 8
Παθητική δωροδοκία στον ιδιωτικό τομέα
Κάθε Μέρος πρέπει να υιοθετήσει τα νομοθετικά και άλλα μέτρα που είναι απαραίτητα για να θεσπίσει ως ποινικά αδικήματα σύμφωνα με το εσωτερικό του δίκαιο, όταν τελούνται με πρόθεση κατά τη διάρκεια της επιχειρηματικής δραστηριότητας, την απαίτηση ή λήψη, άμεσα ή έμμεσα, από οποιονδήποτε που διευθύνει ή εργάζεται, με οποιαδήποτε ιδιότητα, σε φορείς του ιδιωτικού τομέα, κάθε μη οφειλόμενου πλεονεκτήματος για τον ίδιο ή για άλλους, ή την αποδοχή προσφοράς ή υπόσχεσης αυτού του πλεονεκτήματος, ώστε να προβούν σε πράξη ή να παραλείψουν ενέργεια, κατά παράβαση των καθηκόντων τους.
Άρθρο 9
Δωροδοκία λειτουργών διεθνών οργανισμών
Κάθε Μέρος πρέπει να υιοθετήσει τα νομοθετικά και άλλα μέτρα που είναι απαραίτητα για να θεσπίσει ως ποινικά αδικήματα, σύμφωνα με το εσωτερικό του δίκαιο, τη συμπεριφορά που αναφέρεται στα Άρθρα 2 και 3, όταν εμπλέκεται λειτουργός ή άλλος επί συμβάσει υπάλληλος, υπό την έννοια των κανονισμών προσωπικού, κάθε δημόσιου διεθνούς ή υπερεθνικού οργανισμού ή φορέα στον οποίο το Κράτος είναι μέλος, και κάθε πρόσωπο αποσπασμένο ή όχι, που εκτελεί καθήκοντα που αντιστοιχούν σε αυτά που εκτελούν οι εν λόγω λειτουργοί ή υπάλληλοι.
Άρθρο 10
Δωροδοκία μελών διεθνών κοινοβουλευτικών συνελεύσεων
Κάθε Μέρος πρέπει να υιοθετήσει τα νομοθετικά και άλλα μέτρα που είναι απαραίτητα για να θεσπίσει ως ποινικά αδικήματα, σύμφωνα με το εσωτερικό του δίκαιο, τη συμπεριφορά που αναφέρεται στο Άρθρο 4, όταν εμπλέκονται μέλη κοινοβουλευτικών συνελεύσεων διεθνών ή υπερεθνικών οργανισμών στους οποίους το Μέρος είναι μέλος,
Άρθρο 11
Δωροδοκία δικαστών και λειτουργών διεθνών δικαστηρίων
Κάθε Μέρος πρέπει να υιοθετήσει τα νομοθετικά και άλλα μέτρα που είναι απαραίτητα για να θεσπίσει ως ποινικά αδικήματα, σύμφωνα με το εσωτερικό του δίκαιο, τη συμπεριφορά που αναφέρεται στα Άρθρα 2 και 3, όταν αφορά ασκούντες δικαστικά καθήκοντα ή λειτουργούς διεθνούς δικαστηρίου, η δικαιοδοσία του οποίου είναι αποδεκτή από το Μέρος.













(Μετά τη σελ. 122,622) Σελ. 122,623
Τεύχος Σελ.

Άρθρο 12
Προσφορά για άσκηση επιρροής
Κάθε Μέρος πρέπει να υιοθετήσει τα νομοθετικά και άλλα μέτρα που είναι απαραίτητα για να θεσπίσει ως ποινικά αδικήματα, σύμφωνα με το εσωτερικό του δίκαιο, όταν τελούνται με πρόθεση, την υπόσχεση, παροχή ή προσφορά, άμεσα ή έμμεσα, κάθε μη οφειλομένου πλεονεκτήματος σε οποιονδήποτε ο οποίος ισχυρίζεται ή επιβεβαιώνει ότι μπορεί να ασκήσει ανάρμοστη επιρροή στη διαδικασία λήψης απόφασης οποιουδήποτε από τους αναφερόμενους στα Άρθρα 2, 4 έως 6 και 9 έως 11 σε αντάλλαγμα αυτού, άσχετα αν το μη οφειλόμενο πλεονέκτημα είναι για τον ίδιο ή άλλον, καθώς και η απαίτηση, λήψη ή αποδοχή της προσφοράς ή υπόσχεσης αυτού του πλεονεκτήματος, σε αντάλλαγμα αυτής της επιρροής, άσχετα αν η επιρροή ασκείται ή όχι ή άσχετα αν η υποτιθέμενη επιρροή οδηγεί στο σκοπούμενο αποτέλεσμα ή όχι.
Άρθρο 13
Ξέπλυμα εσόδων από αδικήματα διαφθοράς
Κάθε Μέρος πρέπει να υιοθετήσει τα νομοθετικά και άλλα μέτρα που είναι απαραίτητα για να θεσπίσει ως ποινικά αδικήματα σύμφωνα με το εσωτερικό του δίκαιο, τη συμπεριφορά που αναφέρεται στη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για το Ξέπλυμα, την Έρευνα, Δήμευση και Κατάσχεση Προϊόντων Εγκλήματος (ETS No. 141), Άρθρο 6 παράγραφοι 1 και 2, υπό τις προϋποθέσεις που αναφέρονται σ’ αυτήν, όταν το αποδιδόμενο αδίκημα περιλαμβάνει οποιοδήποτε από τα ποινικά αδικήματα που θεσπίζονται σύμφωνα με τα Άρθρα 2 έως 12 της παρούσας Σύμβασης, στο βαθμό που το Μέρος δεν εξέφρασε επιφύλαξη ή δεν έκανε δήλωση σε σχέση με τα αδικήματα αυτά ή δεν θεωρεί ότι τα αδικήματα αυτά είναι σοβαρά για το σκοπό της νομοθεσίας για το ξέπλυμα χρήματος.








Σελ. 122,624
Τεύχος Σελ.

Άρθρο 14
Λογιστικά αδικήματα
Κάθε Μέρος πρέπει να υιοθετήσει τα νομοθετικά και άλλα μέτρα που είναι απαραίτητα για να θεσπίσει ως αδικήματα που υπόκεινται σε ποινικές ή άλλες κυρώσεις σύμφωνα με το εσωτερικό του δίκαιο, τις ακόλουθες πράξεις ή παραλείψεις, όταν τελούνται με πρόθεση, και με το σκοπό διάπραξης, απόκρυψης ή συγκάλυψης των αδικημάτων που αναφέρονται στα Άρθρα 2 έως 12, στην έκταση που το Μέρος δεν εξέφρασε επιφύλαξη ή δεν έκανε δήλωση:
α. δημιουργία ή χρήση τιμολογίου ή άλλου λογιστικού εγγράφου ή αρχείου που περιέχει ψευδείς ή ελλιπείς πληροφορίες
β. παράνομη παράλειψη καταχώρησης πληρωμής.
Άρθρο 15
Συμμετοχικές πράξεις
Κάθε Μέρος πρέπει να υιοθετήσει τα νομοθετικά και άλλα μέτρα που είναι απαραίτητα για να θεσπίσει ως ποινικά αδικήματα σύμφωνα με το εσωτερικό του δίκαιο, κάθε συμμετοχική πράξη στην τέλεση οποιουδήποτε από τα ποινικά αδικήματα που θεσπίζονται σύμφωνα με την παρούσα Σύμβαση.
Άρθρο 16
Ασυλία
Οι διατάξεις της παρούσας Σύμβασης δεν θίγουν τις διατάξεις-οποιασδήποτε Σύμβασης, Πρωτοκόλλου ή Καταστατικού, καθώς και των κειμένων εφαρμογής τους, όσον αφορά την άρση της ασυλίας.
Άρθρο 17
Δικαιοδοσία
1. Κάθε Μέρος πρέπει να υιοθέτησα τα νομοθετικά και άλλα μέτρα που είναι απαραίτητα για να θεμελιώσει δικαιοδοσία για κάθε ποινικό αδίκημα που θεσπίζεται σύμφωνα με τα Άρθρα 2 έως 14 της παρούσας Σύμβασης όταν:
α. το αδίκημα τελείται εν όλω ή εν μέρει στην επικράτειά του
β. ο δράστης είναι υπήκοός του, δημόσιος λειτουργός του ή μέλος ενός από τις εθνικές δημόσιες συνελεύσεις του
γ. στο αδίκημα εμπλέκεται ένας δημόσιος λειτουργός του ή μέλος των εθνικών δημόσιων συνελεύσεών του ή οποιοδήποτε άτομο που αναφέρεται στα Άρθρα 9 έως 11, το οποίο είναι συγχρόνως και υπήκοός του.
2. Κάθε Κράτος μπορεί, κατά την υπογραφή ή κατάθεση του εγγράφου επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησής του, με δήλωση που απευθύνεται στον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης, να δηλώσει ότι επιφυλάσσεται του δικαιώματος να μην εφαρμόσει ή να εφαρμόσει μόνο σε συγκεκριμένες περιπτώσεις ή περιστάσεις τους κανόνες δικαιοδοσίας που αναφέρονται στις παραγράφους 1.β΄ και γ΄ του παρόντος άρθρου ή τμήμα αυτών.
3. Αν ένα Μέρος έχει κάνει χρήση της δυνατότητας επιφύλαξης που προβλέπεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, πρέπει να υιοθετήσει τα μέτρα που είναι απαραίτητα για να θεμελιωθεί η δικαιοδοσία για κάθε ποινικό αδίκημα που θεσπίζεται σύμφωνα με την παρούσα Σύμβαση, σε περιπτώσεις όπου ο φερόμενος ως αυτουργός είναι παρών στην επικράτειά του και δεν τον εκδώσει σε άλλο Μέρος αποκλειστικά και μόνο βάσει της εθνικότητάς του, μετά από αίτημα έκδοσης.
4. Η παρούσα Σύμβαση δεν αποκλείει την ποινική δικαιοδοσία που ασκεί ένα Μέρος σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο.
Άρθρο 18
Ευθύνη νομικών προσώπων
1. Κάθε Μέρος πρέπει να υιοθετήσει τα νομοθετικά και άλλα μέτρα που είναι απαραίτητα για να διασφαλίσει ότι τα νομικά πρόσωπα μπορούν να θεωρηθούν υπεύθυνα για τα ποινικά αδικήματα της ενεργητικής δωροδοκίας, της προσφοράς για άσκηση επιρροής και του ξεπλύματος χρήματος που θεσπίζονται σύμφωνα με την παρούσα Σύμβαση, τα οποία τελούνται προς όφελος του από οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο, που ενεργεί είτε ατομικά ή ως μέλος οργάνου του νομικού προσώπου, το οποίο έχει διευθυντική θέση εντός του νομικού προσώπου, βάσει:
- εξουσίας εκπροσώπησης του νομικού προσώπου, ή
- εξουσιοδότησης για τη λήψη αποφάσεων εκ μέρους του νομικού προσώπου ή
- εξουσιοδότησης για την άσκηση ελέγχου εντός του νομικού προσώπου καθώς και για την ανάμιξη του εν λόγω φυσικού προσώπου ως συνεργού ή ηθικού αυτουργού στα ανωτέρω αδικήματα.
2. Εκτός από τις περιπτώσεις της παραγράφου 1, κάθε Μέρος πρέπει να λάβει τα απαραίτητα μέτρα για να διασφαλίσει ότι το νομικό πρόσωπο μπορεί να θεωρηθεί υπεύθυνο, όταν η έλλειψη εποπτείας ή ελέγχου από το φυσικό πρόσωπο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 κατέστησε δυνατή την τέλεση των ποινικών αδικημάτων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 προς όφελος του νομικού αυτού προσώπου από φυσικό πρόσωπο υπό την εξουσία του.
3. Η ευθύνη νομικού προσώπου σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 δεν αποκλείει την ποινική δίωξη κατά φυσικών προσώπων που είναι φυσικοί ή ηθικοί αυτουργοί ή συνεργοί στα ποινικά αδικήματα που αναφέρονται στην παράγραφο 1.
Άρθρο 19
Κυρώσεις και μέτρα
1. Λαμβάνοντας υπόψη τη σοβαρή φύση των ποινικών αδικημάτων που θεσπίζονται σύμφωνα με την παρούσα Σύμβαση, κάθε Μέρος πρέπει να προβλέψει, για τα ποινικά αδικήματα που θεσπίζονται σύμφωνα με τα Άρθρα 2 έως 14, αποτελεσματικές, ανάλογες και αποτρεπτικές κυρώσεις και μέτρα, συμπεριλαμβανομένων, όταν τελούνται από φυσικά πρόσωπα, των στερητικών της ελευθερίας ποινών που μπορεί να συνεπάγονται έκδοση.



(Μετά τη σελ. 122,624) Σελ. 122,625
Τεύχος Σελ.

2. Κάθε Μέρος πρέπει να διασφαλίσει ότι τα νομικά πρόσωπα που θεωρούνται υπεύθυνα σύμφωνα με το Άρθρο 18 παράγραφοι 1 και 2, υπόκεινται σε αποτελεσματικές, ανάλογες και αποτρεπτικές ποινικές ή μη ποινικές κυρώσεις, συμπεριλαμβανομένων των χρηματικών κυρώσεων.
3. Κάθε Μέρος πρέπει να υιοθετήσει τα νομοθετικά και άλλα μέτρα που είναι απαραίτητα για να κατάσχει ή να στερήσει με κάθε άλλο τρόπο τα μέσα τέλεσης και τα προϊόντα των ποινικών αδικημάτων που θεσπίζονται σύμφωνα με την παρούσα Σύμβαση, ή περιουσία, η αξία της οποίας αντιστοιχεί στα εν λόγω προϊόντα.
Άρθρο 20
Εξειδικευμένες αρχές
Κάθε Μέρος πρέπει να υιοθετήσει τα μέτρα που είναι απαραίτητα για να διασφαλίσει ότι άτομα ή φορείς θα εξειδικευτούν στην καταπολέμηση της διαφθοράς. Θα έχουν την απαραίτητη ανεξαρτησία σύμφωνα με τις θεμελιώδεις αρχές του νομικού συστήματος του Μέρους, ώστε να μπορούν να εκτελούν τα καθήκοντά τους αποτελεσματικά και χωρίς παράνομη πίεση. Το Μέρος πρέπει να διασφαλίσει ότι το προσωπικό των φορέων αυτών έχει επαρκή κατάρτιση και οικονομικούς πόρους για τα καθήκοντά του.
Άρθρο 21
Συνεργασία μεταξύ εθνικών αρχών
Κάθε Μέρος πρέπει να υιοθετήσει τα μέτρα που είναι απαραίτητα για να διασφαλίσει ότι οι δημόσιες αρχές, καθώς και οι δημόσιοι λειτουργοί, συνεργάζονται, σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο, με τις αρχές του που είναι υπεύθυνες για την διερεύνηση και δίωξη ποινικών αδικημάτων:
α. ενημερώνοντας τις τελευταίες αρχές, με δική τους πρωτοβουλία, όταν υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να πιστεύουν ότι τελέστηκε οποιοδήποτε από τα ποινικά αδικήματα που θεσπίζονται σύμφωνα με τα Άρθρα 2 έως 14, ή
β. παρέχοντας, μετά από αίτημα, στις τελευταίες αρχές όλες τις απαραίτητες πληροφορίες.










Σελ. 122,626
Τεύχος Σελ.

Άρθρο 22
Προστασία συνεργατών δικαιοσύνης και μαρτύρων
Κάθε Μέρος πρέπει να υιοθετήσει τα μέτρα που είναι απαραίτητα για να παράσχει αποτελεσματική και κατάλληλη προστασία για:
α. αυτούς που καταγγέλλουν τα ποινικά αδικήματα που θεσπίζονται σύμφωνα με τα Άρθρα 2 έως 14 ή που συνεργάζονται άλλως με τις ανακριτικές ή διωκτικές αρχές
β. μάρτυρες που καταθέτουν σχετικά με τα αδικήματα αυτά.
Άρθρο 23
Μέτρα για την διευκόλυνση της συλλογής αποδείξεων και της δήμευσης προϊόντων του εγκλήματος
1. Κάθε Μέρος πρέπει να υιοθετήσει τα νομοθετικά και άλλα μέτρα που είναι απαραίτητα, συμπεριλαμβανομένων αυτών που επιτρέπουν τη χρήση ειδικών ανακριτικών τεχνικών, σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο, για να μπορεί να διευκολύνει τη συλλογή αποδείξεων που αφορούν ποινικά αδικήματα που θεσπίζονται σύμφωνα με τα Άρθρα 2 έως 14 της παρούσας Σύμβασης και να προσδιορίζει, ανιχνεύει, παγώνει και να κατάσχει τα μέσα τέλεσης και τα προϊόντα της διαφθοράς, ή περιουσία η αξία της οποίας αντιστοιχεί στα εν λόγω προϊόντα, υποκείμενα σε μέτρα που θεσπίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 3 του Άρθρου 19 της παρούσας Σύμβασης.
2. Κάθε Μέρος πρέπει να υιοθετήσει τα νομοθετικά και άλλα μέτρα που είναι απαραίτητα για να δώσει στα δικαστήρια ή τις άλλες αρμόδιες αρχές τη δυνατότητα να διατάσσουν να τεθούν στη διάθεσή τους ή να κατασχεθούν τραπεζικά, οικονομικά ή εμπορικά αρχεία, έτσι ώστε να είναι δυνατή η πραγμάτωση των ενεργειών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.
3. Το τραπεζικό απόρρητο δεν πρέπει να αποτελεί εμπόδιο στα μέτρα που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ -
Παρακολούθηση της εφαρμογής
Άρθρο 24
Παρακολούθηση
Η Ομάδα Κρατών κατά της Διαφθοράς (GRECO) πρέπει να παρακολουθεί την εφαρμογή της παρούσας Σύμβασης από τα Μέρη.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV -
Διεθνή Συνεργασία
Άρθρο 25
Γενικές αρχές και μέτρα για τη διεθνή συνεργασία
1. Τα Μέρη πρέπει να συνεργάζονται μεταξύ τους, σύμφωνα με τις διατάξεις των σχετικών διεθνών κειμένων για τη διεθνή συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις, ή σύμφωνα με τους διακανονισμούς που συμφωνήθηκαν με βάση την ομοιόμορφη ή αμοιβαία νομοθεσία και σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο, στη μεγαλύτερη δυνατή έκταση για τους σκοπούς των ερευνών και διαδικασιών που αφορούν ποινικά αδικήματα που θεσπίζονται σύμφωνα με την παρούσα Σύμβαση.
2. Όπου δεν έχει τεθεί σε ισχύ διεθνές κείμενο ή διακανονισμός που αναφέρονται στην παράγραφο 1 μεταξύ των Μερών, θα εφαρμόζονται τα Άρθρα 26 έως 31 του παρόντος κεφαλαίου.
3. Τα Άρθρα 26 έως 31 του παρόντος κεφαλαίου θα εφαρμόζονται επίσης, όταν είναι πλέον ευνοϊκά από αυτά των διεθνών κειμένων ή διακανονισμών που αναφέρονται στην παράγραφο 1.
Άρθρο 26
Αμοιβαία συνδρομή
1. Τα Μέρη πρέπει να χορηγούν το ένα στο άλλο την ευρύτερη δυνατή αμοιβαία συνδρομή με την σύντομη επεξεργασία αιτημάτων από αρχές οι οποίες, σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο, έχουν την εξουσία να ερευνούν ή να διώκουν ποινικά αδικήματα που θεσπίζονται σύμφωνα με την παρούσα Σύμβαση.
2. Η αμοιβαία νομική συνδρομή σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου μπορεί να απορριφθεί αν το Μέρος στο οποίο απευθύνεται το αίτημα πιστεύει ότι η ικανοποίηση του αιτήματος θα υπονομεύσει τα θεμελιώδη συμφέροντά του, την εθνική κυριαρχία του, την εθνική ασφάλειά του ή τη δημόσια τάξη.
3. Τα Μέρη δεν πρέπει να επικαλούνται το τραπεζικό απόρρητο ως λόγο απόρριψης της συνεργασίας σύμφωνα με το παρόν κεφάλαιο. Εφόσον το απαιτεί το εθνικό δίκαιο, ένα Μέρος μπορεί να ζητήσει την έγκριση του αιτήματος συνεργασίας που αφορά την άρση του τραπεζικού απορρήτου από δικαστή ή άλλη δικαστική αρχή, συμπεριλαμβανομένων των εισαγγελέων, εφόσον οι αρχές αυτές ενεργούν σε σχέση με τα ποινικά αδικήματα.
Άρθρο 27
Έκδοση
1. Τα ποινικά αδικήματα που έχουν σχέση με το πεδίο εφαρμογής της παρούσας Σύμβασης θεωρούνται ότι περιλαμβάνονται σε κάθε Σύμβαση έκδοσης που ισχύει μεταξύ των Μερών εφόσον τα αδικήματα αυτά επιτρέπουν την έκδοση. Τα Μέρη αναλαμβάνουν την υποχρέωση να συμπεριλάβουν τέτοια αδικήματα, ως επιτρέποντα την έκδοση, σε κάθε Σύμβαση έκδοσης που θα συνάπτουν μεταξύ τους.








(Μετά τη σελ. 122,626) Σελ. 122,627
Τεύχος Σελ.

2. Ένα Μέρος που επιτρέπει την έκδοση μόνο εφόσον υπάρχει Σύμβαση, αν λάβει αίτημα έκδοσης από άλλο Μέρος με το οποίο δεν έχει Σύμβαση έκδοσης, μπορεί να θεωρήσει την παρούσα Σύμβαση ως νομική βάση για την έκδοση σχετικά με οποιοδήποτε ποινικό αδίκημα θεσπίζεται σύμφωνα με την παρούσα Σύμβαση.
3. Τα Μέρη που δεν εξαρτούν την έκδοση από την ύπαρξη Σύμβασης πρέπει να αναγνωρίσουν τα ποινικά αδικήματα που θεσπίζονται σύμφωνα με την παρούσα Σύμβαση ως αδικήματα που επιτρέπουν την έκδοση μεταξύ τους.
4. Η έκδοση υπόκειται στις προϋποθέσεις που προβλέπονται από το δίκαιο του Μέρους - αποδέκτη του αιτήματος ή από τις ισχύουσες συνθήκες έκδοσης, συμπεριλαμβανομένων των λόγων για τους οποίους το Μέρος-απσδέκτης μπορεί να αρνηθεί την έκδοση.
5. Αν η έκδοση για ποινικό αδίκημα που θεσπίζεται σύμφωνα με την παρούσα Σύμβαση απορριφθεί μόνο με βάση την εθνικότητα του ατόμου που καταζητείται ή επειδή το Μέρος-αποδέκτης του αιτήματος θεωρεί ότι έχει δικαιοδοσία επί του αδικήματος, το Μέρος-αποδέκτης του αιτήματος πρέπει να παραπέμψει την -υπόθεση στις αρμόδιες αρχές του με σκοπό τη δίωξη, εκτός αν συμφωνηθεί άλλως με το αιτούν Μέρος, και να αναφέρει την τελική έκβαση στο αιτούν Μέρος σε εύλογο χρόνο.
Άρθρο 28
Πληροφορίες παρεχόμενες εξ ιδίας πρωτοβουλίας
Με την επιφύλαξη των δικών του ερευνών ή διαδικασιών, ένα Μέρος μπορεί, χωρίς προηγούμενο αίτημα, να αποστείλει σε άλλο Μέρος πληροφορίες για γεγονότα, όταν θεωρεί ότι η αποκάλυψη αυτών των πληροφοριών μπορεί να βοηθήσει το Κράτος που θα τις δεχθεί να κινήσει ή να διεξαγάγει έρευνες ή διαδικασίες σχετικά με ποινικά αδικήματα που θεσπίζονται σύμφωνα με την παρούσα Σύμβαση ή μπορεί να οδηγήσει σε αίτημα από το Μέρος αυτό σύμφωνα με το παρόν κεφάλαιο.
Άρθρο 29
Κεντρική αρχή
1. Τα Μέρη πρέπει να ορίσουν μια κεντρική αρχή ή, αν αυτό είναι αναγκαίο, διάφορες κεντρικές αρχές που θα είναι υπεύθυνες για την αποστολή και απάντηση σε αιτήματα που υποβάλλονται σύμφωνα με το παρόν κεφάλαιο, για την εκτέλεση αυτών των αιτημάτων ή την διαβίβαση τους στις αρχές που είναι αρμόδιες για την εκτέλεσή τους.


Σελ. 122,628
Τεύχος Σελ.

2. Κάθε Μέρος, κατά το χρόνο υπογραφής ή κατάθεσης του εγγράφου επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης του πρέπει να γνωστοποιήσει στον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης τα ονόματα και τις διευθύνσεις των αρχών που ορίστηκαν σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.
Άρθρο 30
Απευθείας επικοινωνία
1. Οι κεντρικές αρχές επικοινωνούν απευθείας μεταξύ τους.
2. Σε περίπτωση επείγοντος, τα αιτήματα αμοιβαίας συνδρομής ή τα σχετικά με αυτά έγγραφα μπορούν να αποστέλλονται απευθείας από τις δικαστικές αρχές, συμπεριλαμβανομένων των εισαγγελέων του αιτούντος Μέρους στις αρχές του Μέρους-αποδέκτη του αιτήματος. Στις περιπτώσεις αυτές, αντίγραφο θα αποστέλλεται συγχρόνως στην κεντρική αρχή του Μέρους-αποδέκτη του αιτήματος μέσω της κεντρικής αρχής του αιτούντος Μέρους.
3. Κάθε αίτημα ή σχετικό έγγραφο σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου μπορεί να υποβάλλεται μέσω της Διεθνούς Οργάνωσης Εγκληματολογικής Αστυνομίας (Interpol).
4. Όταν υποβάλλεται αίτημα σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου και η αρχή δεν είναι αρμόδια για να ασχοληθεί με το αίτημα, πρέπει να παραπέμψει το αίτημα στην αρμόδια εθνική αρχή και να ενημερώσει απευθείας το αιτούν Μέρος ότι το έπραξε.
5. Τα αιτήματα ή τα σχετικά έγγραφα σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου που δεν αναφέρονται σε μέτρα εξαναγκασμού μπορούν να διαβιβάζονται απευθείας από τις αρμόδιες αρχές του αιτούντος Μέρους στις αρμόδιες αρχές του Μέρους-αποδέκτη του αιτήματος.
6. Κάθε Κράτος μπορεί, κατά το χρόνο υπογραφής ή κατάθεσης του εγγράφου επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης του, να ενημερώσει τον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης ότι για λόγους αποτελεσματικότητας, τα αιτήματα που υποβάλλονται σύμφωνα με το παρόν κεφάλαιο θα πρέπει να απευθύνονται στην κεντρική αρχή του.
Άρθρο 31
Πληροφορίες
Το Μέρος-αποδέκτης του αιτήματος πρέπει να ενημέρωνα εγκαίρως το αιτούν Μέρος για τις ενέργειες του επί του αιτήματος σύμφωνα με το παρόν κεφάλαιο και για το τελικό αποτέλεσμα των ενεργειών αυτών. Το Μέρος-αποδέκτης του αιτήματος πρέπει να ενημερώνει επίσης εγκαίρως το αιτούν Μέρος για κάθε περίσταση που μπορεί να καταστήσει αδύνατη την εκτέλεση της αιτούμενης ενέργειας ή που μπορεί να την καθυστερήσει σημαντικά.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ V -
Τελικές διατάξεις
Άρθρο 32
Υπογραφή και έναρξη ισχύος
1. Η παρούσα Σύμβαση θα ανοίξει για υπογραφή από τα Κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης και από Κράτη μη μέλη που συμμετείχαν στην επεξεργασία της. Τα Κράτη αυτά μπορούν να εκφράσουν τη συγκατάθεση τους να δεσμευθούν ως εξής:
α. υπογραφή χωρίς επιφύλαξη σχετικά με την επικύρωση, αποδοχή ή έγκριση, ή
β. υπογραφή υπό τον όρο της επικύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης, που θα ακολουθηθεί από επικύρωση, αποδοχή ή έγκριση.
2. Τα έγγραφα επικύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης θα κατατεθούν στον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης.
3. Η παρούσα Σύμβαση θα τεθεί σε ισχύ την πρώτη ημέρα του μήνα μετά τη λήξη περιόδου τριών μηνών μετά την ημερομηνία κατά την οποία δέκα τέσσερα Κράτη εξέφρασαν τη συγκατάθεση τους να δεσμευτούν από τη Σύμβαση σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1. Κάθε τέτοιο Κράτος που δεν είναι μέλος της Ομάδας Κρατών κατά της Διαφθοράς (GRECO) κατά τον χρόνο επικύρωσης, θα καταστεί αυτομάτως μέλος κατά την ημερομηνία που η Σύμβαση Θα τεθεί σε ισχύ.
4. Όσον αφορά κάθε υπογράφον Κράτος που εκφράζει μετέπειτα τη συγκατάθεση του να δεσμευτεί από αυτήν, η Σύμβαση θα τεθεί σε ισχύ κατά την πρώτη ημέρα του μήνα μετά τη λήξη περιόδου τριών μηνών μετά την ημερομηνία έκφρασης της συγκατάθεσης του να δεσμευτεί από τη Σύμβαση σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1. Κάθε υπογράφον Κράτος που δεν είναι μέλος της Ομάδας Κρατών κατά της Διαφθοράς (GRECO) κατά το χρόνο επικύρωσης, θα καταστεί αυτομάτως μέλος κατά την ημερομηνία που η Σύμβαση θα τεθεί σε ισχύ όσον αφορά το Κράτος αυτό.
Άρθρο 33
Προσχώρηση στη Σύμβαση
1. Μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας Σύμβασης, η Επιτροπή Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης, μετά από διαβουλεύσεις με τα Συμβαλλόμενα Κράτη της Σύμβασης, μπορεί να προσκαλέσει την Ευρωπαϊκή Κοινότητα καθώς και οποιοδήποτε Κράτος που δεν είναι μέλος του Συμβουλίου και δεν συμμετείχε στην επεξεργασία της, να προσχωρήσει στην παρούσα Σύμβαση, με απόφαση που λαμβάνεται από την πλειοψηφία που προβλέπεται στο Άρθρο 20δ του Καταστατικού του Συμβουλίου της Ευρώπης και με την ομόφωνη ψήφο των εκπροσώπων των Συμβαλλομένων Κρατών που δικαιούνται να συμμετέχουν στην Επιτροπή Υπουργών.
2. Όσον αφορά την Ευρωπαϊκή Κοινότητα και οποιοδήποτε άλλο Κράτος που προσχωρεί στη Σύμβαση σύμφωνα με την παράγραφο 1, η Σύμβαση αυτή θα τεθεί σε ισχύ την πρώτη ημέρα του μήνα μετά τη λήξη περιόδου τριών μηνών μετά την ημερομηνία κατάθεσης του εγγράφου προσχώρησης στον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης. Η Ευρωπαϊκή Κοινότητα και οποιοδήποτε Κράτος που προσχωρεί στη παρούσα Σύμβαση θα καταστεί αυτομάτως μέλος της GRECO, αν δεν είναι ήδη μέλος κατά το χρόνο προσχώρησης, κατά την ημερομηνία που θα τεθεί σε ισχύ η Σύμβαση σε σχέση με αυτό.



(Μετά τη σελ. 122,628) Σελ. 122,629
Τεύχος Σελ.

Άρθρο 34
Εδαφική εφαρμογή
1. Οποιοδήποτε Κράτος μπορεί, κατά το χρόνο υπογραφής ή κατάθεσης του εγγράφου επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης του, να προσδιορίσει το έδαφος ή εδάφη για τα οποία θα ισχύει η Σύμβαση.
2. Οποιοδήποτε Μέρος μπορεί, σε μετέπειτα ημερομηνία, με δήλωση που απευθύνεται στον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης, να επεκτείνει την εφαρμογή της παρούσας Σύμβασης σε οποιοδήποτε άλλο έδαφος που προσδιορίζεται στη δήλωση. Σε σχέση με το έδαφος αυτό, η Σύμβαση θα τεθεί σε ισχύ την πρώτη ημέρα του μήνα μετά τη λήξη περιόδου τριών μηνών μετά την ημερομηνία παραλαβής της δήλωσης από τον Γενικό Γραμματέα.
3. Κάθε δήλωση που γίνεται σύμφωνα με τις δυο προηγούμενες παραγράφους μπορεί, σε σχέση με έδαφος που προσδιορίζεται στη δήλωση αυτή, να ανακληθεί με γνωστοποίηση που απευθύνεται στο Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης. Η ανάκληση αυτή θα τεθεί σε ισχύ την πρώτη ημέρα του μήνα μετά τη λήξη περιόδου τριών μηνών μετά την ημερομηνία παραλαβής της γνωστοποίησης από το Γενικό Γραμματέα.
Άρθρο 35
Σχέση με άλλες συνθήκες και συμφωνίες
1. Η παρούσα Σύμβαση δεν επηρεάζει τα δικαιώματα και «δεσμεύσεις που προκύπτουν από διεθνείς πολυμερείς συνθήκες που αφορούν ειδικά θέματα.
2. Τα Μέρη της Σύμβασης μπορούν να συνάπτουν διμερείς ή πολυμερείς συμφωνίες μεταξύ τους σχετικά με τα ζητήματα που ρυθμίζονται από την παρούσα Σύμβαση, έτσι ώστε να συμπληρώνουν ή να ενισχύουν τις διατάξεις της ή να διευκολύνουν την εφαρμογή των αρχών που ενσωματώνονται σε αυτήν.
3. Αν δυο ή περισσότερα Μέρη έχουν ήδη συνάψει συμφωνία ή Σύμβαση σε σχέση με ζήτημα, το οποίο αφορά η παρούσα Σύμβαση ή ρύθμισαν άλλως τις σχέσεις τους για το ζήτημα αυτό, δικαιούνται να εφαρμόσουν αυτή τη συμφωνία ή Σύμβαση ή να ρυθμίσουν αυτές τις σχέσεις αναλόγως, στη θέση της παρούσας Σύμβασης, αν διευκολύνει τη διεθνή συνεργασία.






Σελ. 122,630
Τεύχος Σελ.

Άρθρο 36
Δηλώσεις
Κάθε Κράτος μπορεί, κατά το χρόνο υπογραφής ή κατάθεσης του εγγράφου επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης του, να δηλώσει ότι θα θεσπίσει ως ποινικά αδικήματα την ενεργητική και παθητική δωροδοκία αλλοδαπών δημοσίων λειτουργών σύμφωνα με το Άρθρο 5, ή λειτουργών διεθνών οργανισμών σύμφωνα με το Άρθρο 9 ή δικαστών και λειτουργών διεθνών δικαστηρίων σύμφωνα με το Άρθρο 11, μόνο στην έκταση που ο δημόσιος λειτουργός ή δικαστής ενεργεί ή παραλείπει να ενεργήσει κατά παράβαση των καθηκόντων του.
Άρθρο 37
Επιφυλάξεις
1. Κάθε Κράτος μπορεί, κατά το χρόνο υπογραφής ή κατάθεσης του εγγράφου επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης του, να επιφυλαχθεί του δικαιώματος του να μη θεσπίσει ως ποινικό αδίκημα σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο, εν μέρει ή εξ ολοκλήρου, τη συμπεριφορά που αναφέρεται στα Άρθρα 4, 6 έως 8, 10 και 12 ή τα αδικήματα παθητικής δωροδοκίας που ορίζονται στο Άρθρο 5.
2. Κάθε Κράτος μπορεί, κατά το χρόνο υπογραφής ή κατάθεσης του εγγράφου επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης του, να δηλώσει ότι κάνει χρήση της επιφύλαξης που προβλέπεται στο Άρθρο 17, παράγραφος 2.
3. Κάθε Κράτος μπορεί κατά το χρόνο υπογραφής ή κατάθεσης του εγγράφου επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης του, να δηλώσει ότι μπορεί να αρνηθεί την αμοιβαία συνδρομή σύμφωνα με το Άρθρο 26 παράγραφος 1, αν το αίτημα αφορά αδίκημα το οποίο το Κράτος-αποδέκτης του αιτήματος θεωρεί ως πολιτικό αδίκημα.
4. Κανένα Κράτος δεν μπορεί, κατά την εφαρμογή των παραγράφων 1, 2 και 3 του παρόντος άρθρου, να εισαγάγει επιφυλάξεις σε περισσότερες από πέντε διατάξεις που αναφέρονται σε αυτό. Καμία άλλη επιφύλαξη δεν μπορεί να γίνει. Οι επιφυλάξεις της ίδιας φύσης όσον αφορά τα Άρθρα 4, 6 και 10 θεωρούνται ως μία επιφύλαξη.
Άρθρο 38
Ισχύς και αναθεώρηση δηλώσεων και επιφυλάξεων
1. Οι δηλώσεις που αναφέρονται στο Άρθρο 36 και οι επιφυλάξεις που αναφέρονται στο Άρθρο 37 θα ισχύουν για περίοδο τριών ετών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας Σύμβασης για το εν λόγω Κράτος. Ωστόσο, οι εν λόγω δηλώσεις και επιφυλάξεις μπορούν να ανανεώνονται για περιόδους ίδιας διάρκειας.
2. Δώδεκα μήνες πριν την ημερομηνία λήξης της δήλωσης ή επιφύλαξης, η Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου της Ευρώπης θα γνωστοποιήσει τη λήξη αυτή στο ενδιαφερόμενο Κράτος. Το αργότερο τρεις μήνες πριν τη λήξη, το Κράτος θα ενημερώσει τον Γενικό Γραμματέα ότι διατηρεί, τροποποιεί ή αποσύρει τη δήλωση ή επιφύλαξη του. Αν δεν υπάρχει ενημέρωση από το ενδιαφερόμενο Κράτος, η Γενική Γραμματεία θα ενημερώσει το εν λόγω Κράτος ότι η δήλωση ή επιφύλαξη του θεωρείται ότι παρατάθηκε αυτομάτως για περίοδο έξι μηνών. Αν το ενδιαφερόμενο Κράτος δεν γνωστοποιήσει την πρόθεση του να διατηρήσει ή να μεταβάλει τη δήλωση ή επιφύλαξη του πριν τη λήξη της περιόδου αυτής, η δήλωση ή επιφύλαξη θεωρείται μη ισχύουσα.
3. Αν ένα Μέρος κάνει δήλωση ή επιφύλαξη σύμφωνα με τα Άρθρα 36 και 37, πρέπει να παράσχει, πριν την ανανέωση της ή αν του ζητηθεί, μια εξήγηση στην GRECO σχετικά με τους λόγους που δικαιολογούν τη συνέχισή της.
Άρθρο 39
Τροποποιήσεις
1. Τροποποιήσεις της παρούσας Σύμβασης μπορούν να προταθούν από οποιοδήποτε Μέρος, και θα γνωστοποιούνται από το Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης στα Κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης και σε κάθε Κράτος μη μέλος που προσχώρησε, ή που κλήθηκε να προσχωρήσει, στην παρούσα Σύμβαση σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 33.
2. Κάθε τροποποίηση που προτείνεται από Μέρος θα γνωστοποιείται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή για Προβλήματα Εγκλημάτων (CDPC), η οποία θα υποβάλλει στην Επιτροπή Υπουργών τη γνώμη της για την προτεινόμενη τροποποίηση.
3. Η Επιτροπή Υπουργών θα εξετάζει την προτεινόμενη τροποποίηση και τη γνώμη που υπέβαλε η ?DPC και, μετά από διαβουλεύσεις με τα μη μέλη Κράτη Μέρη της παρούσας Σύμβασης, μπορεί να υιοθετήσει την τροποποίηση.
4. Το κείμενο κάθε τροποποίησης που υιοθετεί η Επιτροπή Υπουργών σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου θα αποστέλλεται στα Μέρη για αποδοχή.
5. Κάθε τροποποίηση που υιοθετείται σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου θα τίθεται σε ισχύ την τριακοστή ημέρα αφού όλα τα Μέρη ενημερώσουν τον Γενικό Γραμματέα για την αποδοχή της.
Άρθρο 40
Διευθέτηση διαφωνιών
1. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για Προβλήματα Εγκλημάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης θα τηρείται ενήμερη σχετικά με την ερμηνεία και εφαρμογή της παρούσας Σύμβασης.
2. Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ των Μερών σχετικά με την ερμηνεία ή εφαρμογή της παρούσας Σύμβασης, θα επιδιώξουν διευθέτηση της διαφωνίας μέσω διαπραγματεύσεων ή άλλου ειρηνικού μέσου της επιλογής τους, συμπεριλαμβανομένης της υποβολής της διαφωνίας στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή για Προβλήματα Εγκλημάτων, σε διαιτητικό δικαστήριο οι αποφάσεις του οποίου θα είναι δεσμευτικές για τα Μέρη, ή στο Διεθνές Δικαστήριο, όπως θα συμφωνηθεί από τα ενδιαφερόμενα Μέρη.





(Μετά τη σελ. 122,630) Σελ. 122,631
Τεύχος Σελ.
Άρθρο 41
Καταγγελία
1. Οποιοδήποτε Μέρος μπορεί, ανά πάσα στιγμή, να καταγγείλει την παρούσα Σύμβαση με γνωστοποίηση που απευθύνεται στον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης.
2. Η καταγγελία αυτή θα τεθεί σε ισχύ την πρώτη ημέρα του μήνα μετά τη λήξη περιόδου τριών μηνών μετά την ημερομηνία παραλαβής της γνωστοποίησης από τον Γενικό Γραμματέα.
Άρθρο 42
Γνωστοποίηση
Ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου της Ευρώπης θα γνωστοποιεί τα εξής στα Κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης και σε κάθε Κράτος που προσχώρησε στην παρούσα Σύμβαση:
α. τυχόν υπογραφή,
β. κατάθεση εγγράφου επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης,
γ. τυχόν ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας Σύμβασης σύμφωνα με τα Άρθρα 32 και 33,
δ. τυχόν δήλωση ή επιφύλαξη σύμφωνα με το Άρθρο 36 ή το Άρθρο 37,
ε. κάθε άλλη πράξη, γνωστοποίηση ή κοινοποίηση που αφορά την παρούσα Σύμβαση.
Σε πίστωση των οποίων οι υπογεγραμμένοι, νομίμως εξουσιοδοτημένοι σχετικά, υπέγραψαν την παρούσα Σύμβαση.
Έγινε στο Στρασβούργο στις 27 Ιανουαρίου 1999 στην αγγλική και γαλλική γλώσσα, τα κείμενα των οποίων είναι εξίσου αυθεντικά, σε ένα αντίτυπο που θα κατατεθεί στα αρχεία του Συμβουλίου της Ευρώπης.
Ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου της Ευρώπης θα αποστείλει επικυρωμένα αντίγραφα σε κάθε Κράτος μέλος του Συμβουλίου της Ευρώπης, στα Κράτη μη μέλη που συμμετείχαν στην επεξεργασία της παρούσας Σύμβασης, και σε κάθε Κράτος που καλείται να προσχωρήσει σε αυτήν.









Σελ. 122,632
Τεύχος Σελ.


ΠΡΟΣΘΕΤΟ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΦΘΟΡΑ
Στρασβούργο, 15.5.2003
Τα Κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης και των άλλων Κρατών που υπογράφουν το παρόν, λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι επιθυμητό να συμπληρωθεί η Σύμβαση Ποινικού Δικαίου για τη Διαφθορά (ETS. No. 173, στο εξής «Σύμβαση»), προκειμένου να προληφθεί και καταπολεμηθεί η διαφθορά
λαμβάνοντας επίσης υπόψη ότι το παρόν Πρωτόκολλο θα επιτρέψει την ευρύτερη πραγματοποίηση του Προγράμματος Δράσης εναντίον της Διαφθοράς, του 1996.
Συμφώνησαν τα εξής:
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι -
Χρήση Όρων
Άρθρο 1
Χρήση Όρων
Για τον σκοπό του παρόντος Πρωτοκόλλου:
1. Ο όρος «διαιτητής» νοείται κατά το εθνικό δίκαιο των Κρατών-Μελών του παρόντος Πρωτοκόλλου, αλλά σε κάθε περίπτωση θα περιλαμβάνει ένα άτομο το οποίο, δυνάμει συμφωνίας διαιτησίας, καλείται να εκδώσει μια νομικά δεσμευτική απόφαση επί διαφοράς που του υποβλήθηκε από τους συμβαλλόμενους.
2. Ο όρος «συμφωνία διαιτησίας» σημαίνει μια συμφωνία αναγνωρισμένη από το εθνικό δίκαιο, όπου οι συμβαλλόμενοι συμφωνούν να υποβάλουν μια διαφορά προς επίλυση σε κάποιον διαιτητή.
3. Ο όρος «ένορκος» νοείται κατά το εθνικό δίκαιο των Κρατών-Μελών του παρόντος Πρωτοκόλλου, αλλά σε κάθε περίπτωση περιλαμβάνει τα λαϊκά μέλη του συλλογικού οργάνου που έχει την ευθύνη να αποφασίζει επί της ενοχής του κατηγορουμένου στο πλαίσιο δίκης. 4. Στην περίπτωση διαδικασιών που συμμετέχει αλλοδαπός διαιτητής ή ένορκος, το Κράτος δίωξης μπορεί να εφαρμόσει τον ορισμό του διαιτητή ή ενόρκου μόνο στην έκταση που ο ορισμός αυτός είναι συμβατός με το εθνικό του δίκαιο.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ II -
Μέτρα που πρέπει να ληφθούν σε εθνικό επίπεδο
Άρθρο 2
Ενεργητική δωροδοκία εθνικών διαιτητών
Κάθε Συμβαλλόμενο Κράτος πρέπει να υιοθετήσει εκείνα τα νομοθετικά και άλλα μέτρα που απαιτούνται για να καθιερωθούν ως ποινικά αδικήματα κατά το εθνικό του δίκαιο όταν τελούνται με πρόθεση, η υπόσχεση, προσφορά ή παροχή από οποιονδήποτε, άμεσα ή έμμεσα, κάθε μη οφειλόμενου πλεονεκτήματος σε διαιτητή που ασκεί το λειτούργημα του σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο περί διαιτησίας του Κράτους-Μέλους, για τον εαυτό του ή για οποιονδήποτε άλλον, για να προβεί σε πράξη ή να παραλείψει ενέργεια κατά την άσκηση του λειτουργήματός του.
Άρθρο 3
Παθητική δωροδοκία των εθνικών διαιτητών
Κάθε Συμβαλλόμενο Κράτος πρέπει να υιοθετήσει εκείνα τα νομοθετικά και άλλα μέτρα που απαιτούνται για να θεσπιστούν ως ποινικά αδικήματα κατά το εθνικό του δίκαιο, όταν τελούνται με πρόθεση, η απαίτηση ή λήψη από διαιτητή που ασκεί το λειτούργημα του σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο περί διαιτησίας του Συμβαλλόμενου Κράτους-Μέλους, άμεσα ή έμμεσα, κάθε μη οφειλόμενου πλεονεκτήματος για τον ίδιο ή για οποιονδήποτε άλλον, ή η αποδοχή προσφοράς ή υπόσχεσης αυτού του πλεονεκτήματος, για να προβεί σε πράξη ή να παραλείψει ενέργεια, κατά την άσκηση του λειτουργήματός του.
Άρθρο 4
Δωροδοκία αλλοδαπών διαιτητών
Κάθε Μέρος πρέπει να υιοθετήσει εκείνα τα νομοθετικά και άλλα μέτρα που απαιτούνται για να θεσπιστούν ως ποινικά αδικήματα κατά το εθνικό του δίκαιο, οι συμπεριφορές που αναφέρονται στα άρθρα 2 και 3, όταν εμπλέκεται διαιτητής που ασκεί το λειτούργημά του σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο περί διαιτησίας οποιουδήποτε άλλου Κράτους.
Άρθρο 5
Δωροδοκία εθνικών ενόρκων
Κάθε Μέρος πρέπει να υιοθετήσει εκείνα τα νομοθετικά και άλλα μέτρα που απαιτούνται για να θεσπιστούν ως ποινικά αδικήματα κατά το εθνικό του δίκαιο, οι συμπεριφορές που αναφέρονται στα άρθρα 2 και 3, όταν εμπλέκεται πρόσωπο που ενεργεί ως ένορκος εντός του δικαστικού συστήματος.
Άρθρο 6
Δωροδοκία αλλοδαπών ενόρκων
Κάθε Μέρος πρέπει να υιοθετήσει εκείνα τα νομοθετικά και άλλα μέτρα που απαιτούνται για να θεσπιστούν ως ποινικά αδικήματα κατά το εθνικό του δίκαιο, οι συμπεριφορές που αναφέρονται στα άρθρα 2 και 3, όταν εμπλέκεται πρόσωπο που ενεργεί ως ένορκος εντός του δικαστικού συστήματος οποιουδήποτε άλλου Κράτους.




(Μετά τη σελ. 122,632) Σελ. 122,633
Τεύχος Σελ.


ΚΕΦΑΛΑΙΟ III -
Παρακολούθηση εφαρμογής και τελικές διατάξεις
Άρθρο 7
Παρακολούθηση εφαρμογής
Η Ομάδα των Κρατών εναντίον της Διαφθοράς (GRECO) πρέπει να παρακολουθεί την εφαρμογή του παρόντος Πρωτοκόλλου από τα Μέρη.
Άρθρο 8
Σχέση με τη Σύμβαση
1. Μεταξύ των Κρατών Μελών οι διατάξεις των άρθρων 2 έως 6 του παρόντος Πρωτοκόλλου θεωρούνται ως πρόσθετα άρθρα στη Σύμβαση.
2. Οι διατάξεις της Σύμβασης εφαρμόζονται στην έκταση που είναι συμβατές με τις διατάξεις του παρόντος Πρωτοκόλλου.
Άρθρο 9
Δηλώσεις κατ επιφυλάξεις
1. Αν Μέρος έχει κάνει μια δήλωση σύμφωνα με το άρθρο 36 της Σύμβασης, μπορεί να κάνει μια παρόμοια δήλωση σχετικά με τα άρθρα 4 και 6 του παρόντος Πρωτοκόλλου κατά τον χρόνο της υπογραφής ή της κατάθεσης του εγγράφου της επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης.
2. Αν ένα Μέρος έχει δηλώσει κάποια επιφύλαξη σύμφωνα με το άρθρο 37, παράγραφος 1 της Σύμβασης που περιορίζει την εφαρμογή των αδικημάτων παθητικής δωροδοκίας του άρθρου 5 της Σύμβασης μπορεί να δηλώσει παρόμοια επιφύλαξη σχετικά με τα άρθρα 4 και 6 του παρόντος Πρωτοκόλλου κατά τον χρόνο της υπογραφής ή της κατάθεσης του εγγράφου της επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης. Κάθε άλλη επιφύλαξη Συμβαλλόμενου Μέρους σύμφωνα με το άρθρο 37 της Σύμβασης, θα έχει εφαρμογή επίσης στο παρόν Πρωτόκολλο, εκτός αν το Μέρος δηλώσει κάτι διαφορετικό κατά τον χρόνο της υπογραφής ή της κατάθεσης του εγγράφου της επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης.
3. Καμία άλλη επιφύλαξη δεν μπορεί να διατυπωθεί.





Σελ. 122,634
Τεύχος Σελ.


Άρθρο 10
Υπογραφή και θέση σε ισχύ
1. Το παρόν Πρωτόκολλο θα είναι ανοιχτό για υπογραφή από Κράτη που έχουν υπογράψει τη Σύμβαση. Αυτά τα Κράτη μπορούν να εκφράσουν την συγκατάθεση τους να δεσμευτούν, ως εξής:
α. υπογραφή χωρίς επιφυλάξεις ως προς την επικύρωση, αποδοχή ή έγκριση ή
β. υπογραφή υπό τον όρο επικύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης που θα ακολουθηθεί από την επικύρωση, αποδοχή ή έγκριση.
2. Τα έγγραφα επικύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης θα κατατίθενται στον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης.
3. Το παρόν Πρωτόκολλο θα τεθεί σε ισχύ την πρώτη ημέρα του μήνα μετά τη λήξη περιόδου τριών μηνών μετά την ημερομηνία κατά την οποία πέντε Κράτη εξέφρασαν τη συναίνεση τους να δεσμευτούν από αυτό το Πρωτόκολλο σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2, και μόνο αφού η ίδια η Σύμβαση θα έχει τεθεί σε ισχύ.
4. Σχετικά με οποιοδήποτε Συμβαλλόμενο Κράτος που στη συνέχεια εκφράζει τη συναίνεση του να δεσμευτεί από αυτό, το Πρωτόκολλο θα τεθεί σε ισχύ την πρώτη ημέρα του μήνα μετά τη λήξη περιόδου τριών μηνών από την ημερομηνία που εξέφρασε τη συναίνεση του να δεσμευτεί από το Πρωτόκολλο σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2.
5. Το Συμβαλλόμενο Κράτος δεν μπορεί να επικυρώσει, αποδεχθεί ή εγκρίνει το παρόν Πρωτόκολλο, χωρίς να έχει, ταυτόχρονα ή προηγούμενα, εκφράσει τη συναίνεσή του να δεσμευτεί από τη Σύμβαση.
Άρθρο 11
Προσχώρηση στο Πρωτόκολλο
1. Κάθε Κράτος ή η Ευρωπαϊκή Κοινότητα που έχει προσχωρήσει στη Σύμβαση μπορεί να προσχωρήσει στο παρόν Πρωτόκολλο αφού αυτό θα έχει τεθεί σε ισχύ.
2. Σχετικά με οποιοδήποτε Κράτος ή την Ευρωπαϊκή Κοινότητα που έχει προσχωρήσει στο Πρωτόκολλο, αυτό θα τεθεί σε ισχύ, την πρώτη ημέρα του μήνα που ακολουθεί τη λήξη περιόδου τριών μηνών μετά την ημερομηνία κατάθεσης εγγράφου προσχώρησης, στον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης.
Άρθρο 12
Εδαφική εφαρμογή
1. Κάθε Κράτος ή η Ευρωπαϊκή Κοινότητα μπορεί κατά τον χρόνο υπογραφής ή της κατάθεσης του εγγράφου της επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης, να ορίσει το έδαφος ή τα εδάφη όπου το Πρωτόκολλο αυτό θα έχει εφαρμογή.
2. Κάθε Συμβαλλόμενο Μέρος μπορεί, σε μεταγενέστερη ημερομηνία, με δήλωση που θα απευθύνεται στον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης να επεκτείνει την εφαρμογή του παρόντος Πρωτοκόλλου σε οποιοδήποτε άλλο έδαφος ή εδάφη που ορίζονται στη δήλωση για τις διεθνείς σχέσεις του οποίου είναι υπεύθυνο ή για λογαριασμό του οποίου αυτό εξουσιοδοτείται να αναλάβει δεσμεύσεις. Σχετικά με το εν λόγω έδαφος, το Πρωτόκολλο θα τεθεί σε ισχύ την πρώτη ημέρα του μήνα μετά τη λήξη περιόδου τριών μηνών μετά την ημερομηνία παραλαβής αυτής της δήλωσης από τον Γενικό Γραμματέα.
3. Κάθε δήλωση που γίνεται σύμφωνα με τις δύο προηγούμενες παραγράφους, μπορεί σε σχέση με οποιοδήποτε έδαφος που αναφέρεται στη δήλωση αυτή, να ανακληθεί με ειδοποίηση που απευθύνεται στον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης. Η ανάκληση αυτή θα τεθεί σε ισχύ την πρώτη ημέρα του μήνα μετά τη λήξη περιόδου τριών μηνών μετά την ημερομηνία παραλαβής της ειδοποίησης από τον Γενικό Γραμματέα.
Άρθρο 13
Καταγγελία
1. Κάθε Μέρος μπορεί σε οποιαδήποτε στιγμή να καταγγείλει το παρόν Πρωτόκολλο με ειδοποίηση που απευθύνεται προς τον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης.
2. Αυτή η καταγγελία Φα τεθεί σε ισχύ την πρώτη ημέρα του μήνα μετά τη λήξη περιόδου τριών μηνών, μετά την ημερομηνία παραλαβής της ειδοποίησης από τον Γενικό Γραμματέα.
3. Η καταγγελία της Σύμβασης αυτόματα συνεπάγεται καταγγελία του παρόντος Πρωτοκόλλου.
Άρθρο 14
Ειδοποίηση
Ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου της Ευρώπης θα ενημερώσει τα Κράτη-Μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης και οποιοδήποτε Κράτος ή την Ευρωπαϊκή Κοινότητα που έχει προσχωρήσει στο παρόν Πρωτόκολλο σχετικά με:
α. οποιαδήποτε υπογραφή του παρόντος Πρωτοκόλλου,
β. την κατάθεση οποιουδήποτε εγγράφου επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης,
γ. οποιαδήποτε ημερομηνία θέσης σε ισχό του παρόντος Πρωτοκόλλου σύμφωνα με τα άρθρα 10, 11 και 12,
δ. οποιαδήποτε δήλωση ή επιφύλαξη που γίνεται σύμφωνα με τα άρθρα 8, 9 και 12,
ε. οποιαδήποτε άλλη ενέργεια, ειδοποίηση ή ανακοίνωση σχετικά με το παρόν Πρωτόκολλο.
Σε πίστωση αυτών οι κάτωθι υπογεγραμμένοι, δεόντως εξουσιοδοτημένοι προς αυτό, υπέγραψαν το παρόν Πρωτόκολλο.
Έγινε στο Στρασβούργο σήμερα 15η Μαΐου 2003, στην αγγλική και γαλλική γλώσσα με τα δύο κείμενα να είναι εξίσου αυθεντικά, σε ένα αντίγραφο το οποίο θα κατατεθεί στα αρχεία του Συμβουλίου της Ευρώπης. Ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου της Ευρώπης θα αποστείλει επικυρωμένα αντίγραφα σε κάθε Συμβαλλόμενο που το υπογράφει και προσχωρεί σε αυτό.









(Μετά τη σελ. 122,634) Σελ. 122,635
Τεύχος Σελ.


Άρθρο δεύτερο
Ορολογία
Για την εφαρμογή του παρόντος νόμου οι έννοιες του «δημόσιου λειτουργού», «λειτουργού», «δημόσιου αξιωματούχου», «δημάρχου», «υπουργού», «δικαστή», «νομικού προσώπου» λαμβάνονται όπως προσδιορίζονται στο άρθρο 1 της Σύμβασης που κυρώνεται με τον παρόντα νόμο.
Άρθρο τρίτο
Δωροδοκία αλλοδαπών δημόσιων λειτουργών, λειτουργών διεθνών οργανισμών κ.λπ.
1. Οι διατάξεις των άρθρων 235, 236, 237 και 238 του Ποινικού Κώδικα εφαρμόζονται και επί των πράξεων της ενεργητικής και της παθητικής δωροδοκίας από και προς δημόσιους υπαλλήλους, λειτουργούς και δικαστές, στους οποίους περιλαμβάνονται και οι ένορκοι και οι διαιτητές, άλλου κράτους μέλους της Σύμβασης που κυρώνεται με τον παρόντα νόμο.
2. Οι διατάξεις των άρθρων 235, 236 και 238 του Ποινικού Κώδικα εφαρμόζονται και επί των πράξεων της ενεργητικής και της παθητικής δωροδοκίας από και προς λειτουργούς ή άλλους υπαλλήλους με οποιαδήποτε συμβατική σχέση, κατά την έννοια των οικείων κανονισμών προσωπικού, κάθε δημόσιου διεθνούς ή υπερεθνικού οργανισμού ή φορέα στον οποίο η Ελληνική Δημοκρατία είναι μέλος, καθώς και κάθε πρόσωπο, αποσπασμένο ή όχι, που εκτελεί καθήκοντα που αντιστοιχούν σε αυτά που εκτελούν οι εν λόγω λειτουργοί ή υπάλληλοι.
3. Οι διατάξεις των άρθρων 237 και 238 του Ποινικού Κώδικα εφαρμόζονται και επί των πράξεων της ενεργητικής και της παθητικής δωροδοκίας που αναφέρονται σε πρόσωπα που ασκούν δικαστικά καθήκοντα ή καθήκοντα διαιτητή ή ενόρκου σε διεθνή δικαστήρια, των οποίων η δικαιοδοσία είναι αποδεκτή από την Ελληνική Δημοκρατία. Ως προς τις πράξεις της ενεργητικής και της παθητικής δωροδοκίας από και προς τους λοιπούς αξιωματούχους των εν λόγω διεθνών δικαστηρίων, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 235, 236 και 238 του Ποινικού Κώδικα.






Σελ. 122,636
Τεύχος Σελ.


Άρθρο τέταρτο
Δωροδοκία μελών αλλοδαπών δημόσιων συνελεύσεων
1. Η διάταξη του άρθρου 159 του Ποινικού Κώδικα εφαρμόζεται και επί των πράξεων της ενεργητικής και της παθητικής δωροδοκίας από και προς οποιοδήποτε πρόσωπο που είναι μέλος δημόσιας συνέλευσης που ασκεί νομοθετικές ή διοικητικές εξουσίες δηλαδή μέλος της Βουλής ή Επιτροπής της ή οποιουδήποτε Συμβουλίου Τοπικής Αυτοδιοίκησης σε κάθε άλλο κράτος μέλος της Σύμβασης που κυρώνεται με τον παρόντα νόμο.
2. Οι διατάξεις των παραγράφων 1, 2 και 5 του άρθρου 159 του Ποινικού Κώδικα εφαρμόζονται και επί πράξεων ενεργητικής και παθητικής δωροδοκίας από και προς μέλη κοινοβουλευτικών συνελεύσεων διεθνών ή υπερεθνικών οργανισμών, στους οποίους η Ελληνική Δημοκρατία είναι μέλος.
Άρθρο πέμπτο
Ενεργητική και παθητική δωροδοκία στον ιδιωτικό τομέα
1. Με την ποινή του άρθρου 235 του Ποινικού Κώδικα τιμωρείται όποιος με πρόθεση κατά την άσκηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας υπόσχεται, προσφέρει ή παρέχει, άμεσα ή έμμεσα, οποιοδήποτε μη οφειλόμενο πλεονέκτημα ή αντάλλαγμα σε οποιοδήποτε πρόσωπο έχει διευθυντική θέση ή εργάζεται με οποιαδήποτε ιδιότητα σε φορείς του ιδιωτικού τομέα, για τον ίδιο ή για τρίτον, για ενέργεια ή παράλειψη κατά παράβαση των καθηκόντων του, όπως αυτά διαγράφονται από το νόμο, τη σύμβαση εργασίας, τους εσωτερικούς κανονισμούς, τις εντολές ή οδηγίες των προϊσταμένων του ή προκύπτουν από τη φύση της θέσης του στην υπηρεσία του εργοδότη. Η πράξη μένει ατιμώρητη, αν συντρέχουν στο πρόσωπο του δράστη οι προϋποθέσεις του δεύτερου εδαφίου του άρθρου 236 του Ποινικού Κώδικα και στην περίπτωση αυτή το δώρο ή το ωφέλημα που τυχόν κατασχέθηκε ή έχει παραδοθεί στην αρμόδια αρχή, αποδίδεται σε αυτόν που το έδωσε και δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση αυτή η διάταξη του άρθρου 238 του Ποινικού Κώδικα.
2. Με την ίδια ποινή τιμωρείται και κάθε διευθυντής ή εργαζόμενος με οποιαδήποτε ιδιότητα σε φορείς του ιδιωτικού τομέα, ο οποίος με πρόθεση κατά την άσκηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας απαιτεί ή λαμβάνει, άμεσα ή έμμεσα οποιοδήποτε μη οφειλόμενο αντάλλαγμα για τον ίδιο ή για οποιονδήποτε άλλο ή δέχεται υπόσχεση ενός τέτοιου πλεονεκτήματος ή ανταλλάγματος, για ενέργεια ή παράλειψή του κατά παράβαση των καθηκόντων του.
3. Η διάταξη του άρθρου 238 του Ποινικού Κώδικα εφαρμόζεται και στα αδικήματα του παρόντος άρθρου.
Άρθρο έκτο
Προσφορά για άσκηση επιρροής
1. Τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών και χρηματική ποινή αυτός που υπόσχεται, παρέχει ή προσφέρει άμεσα ή έμμεσα οποιοδήποτε μη οφειλόμενο οικονομικό αντάλλαγμα σε οποιονδήποτε ισχυρίζεται, αληθώς ή αναληθώς ή επιβεβαιώνει, ότι μπορεί να ασκήσει παράνομη και εκτός αρμοδιότητας του επιρροή στη διαδικασία λήψης απόφασης ή στη σύναψη οποιασδήποτε σύμβασης, οποιουδήποτε από τα πρόσωπα που αναφέρονται στα άρθρα τρίτο έως και πέμπτο του παρόντος νόμου, σε ανταμοιβή της επιρροής, ανεξάρτητα αν η επιρροή ασκείται ή όχι ή αν η υποτιθέμενη επιρροή οδηγεί στο σκοπούμενο αποτέλεσμα ή όχι.
2. Με την ίδια ποινή τιμωρείται και αυτός που αξιώνει, λαμβάνει ή αποδέχεται προσφορά ή υπόσχεση ενός τέτοιου ανταλλάγματος σε ανταμοιβή αυτής της επιρροής, ανεξάρτητα αν η επιρροή ασκείται ή όχι ή αν η υποτιθέμενη επιρροή οδηγεί στο σκοπούμενο αποτέλεσμα ή όχι.
Άρθρο έβδομο
Ξέπλυμα εσόδων από αδικήματα διαφθοράς
(Προστίθεται εδάφιο ιζιζ’,μετά το εδάφιο ιστιστ’ της παρ. 1 του ν. 3424/2005 ανωτ. σελ. 84,282).
Άρθρο όγδοο
Λογιστικά αδικήματα
Τιμωρείται με φυλάκιση και χρηματική ποινή, αν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα από άλλη ποινική διάταξη, όποιος καταρτίζει ή κάνει χρήση τιμολογίου ή άλλου λογιστικού εγγράφου ή αρχείου που περιέχει ψευδείς ή ελλιπείς πληροφορίες ή παραλείπει παράνομα την καταχώρηση πληρωμής, αν οι πράξεις αυτές τελούνται για τη διευκόλυνση διάπραξης, απόκρυψης ή συγκάλυψης κάποιας από τις πράξεις που αναφέρονται στα άρθρα 159, 235, 236 και 237 του Ποινικού Κώδικα, καθώς και στα άρθρα τρίτο ως και έβδομο του παρόντος νόμου.
Άρθρο ένατο
Δικαιοδοσία - Αυτεπάγγελτη δίωξη
1. Τα ελληνικά δικαστήρια έχουν δικαιοδοσία να εκδικάζουν αδικήματα που αναφέρονται στο άρθρο 17 παράγραφος 1, σε συνδυασμό με τα άρθρα 2 ως 14 της Σύμβασης που κυρώνεται με τον παρόντα νόμο.
2. Τα προβλεπόμενα από τον παρόντα νόμο αδικήματα διώκονται αυτεπαγγέλτως, οπουδήποτε και αν τελέστηκαν.













(Μετά τη σελ. 122,636) Σελ. 122,637
Τεύχος Σελ.


Άρθρο δέκατο
Ευθύνη νομικών προσώπων
1. Αν κάποιο από τα αδικήματα της ενεργητικής δωροδοκίας, της προσφοράς για άσκηση επιρροής ή ξεπλύματος χρήματος που προβλέπονται από τα άρθρα 159, 235 και 237 του Ποινικού Κώδικα και τα άρθρα τρίτο ως και όγδοο του παρόντος νόμου, τελείται προς όφελος νομικού προσώπου που ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα από οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο που ενεργεί ως φυσικός ή ηθικός αυτουργός ή συνεργός, είτε ατομικά είτε ως μέλος οργάνου νομικού προσώπου και κατέχει διευθυντική θέση εντός του νομικού προσώπου, με βάση εξουσία εκπροσώπησης τούτου ή εξουσιοδότησης για τη λήψη απόφασης εκ μέρους του νομικού προσώπου ή εξουσιοδότησης για την άσκηση ελέγχου εντός του νομικού προσώπου, πέραν της ποινικής ευθύνης του φυσικού προσώπου, επιβάλλεται και στο νομικό αυτό πρόσωπο με απόφαση του Προϊσταμένου της οικείας περιφερειακής διεύθυνσης της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων (ΥΠ.Ε.Ε.):
α. διοικητικό πρόστιμο μέχρι του τριπλάσιου της αξίας του οφέλους που επιτεύχθηκε ή επιδιώχθηκε ή
β. προσωρινή ή σε περίπτωση υποτροπής οριστική απαγόρευση άσκησης της επιχειρηματικής δραστηριό­τητας ή
γ. πρόσκαιρος ή οριστικός αποκλεισμός από δημόσιες παροχές ή ενισχύσεις.
2. Οι ίδιες κυρώσεις επιβάλλονται στο νομικό πρόσωπο και όταν η έλλειψη εποπτείας ή ελέγχου από φυσικό πρόσωπο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 κατέστησε δυνατή την τέλεση ποινικών αδικημάτων που αναφέρονται στην ίδια παράγραφο από φυσικό πρόσωπο που τελεί υπό την εξουσία του.
3. Πέραν των ανωτέρω κυρώσεων δεν αποκλείονται και κυρώσεις που προβλέπονται από άλλες διατάξεις.
4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Δικαιοσύνης καθορίζεται η διαδικασία επιβολής των κυρώσεων της παραγράφου 1, οι αρμόδιες υπηρεσίες είσπραξης, ως και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.





Σελ. 122,638
Τεύχος Σελ.


Άρθρο ενδέκατο
Ειδικές ανακριτικές αρχές
Στα αδικήματα που προβλέπονται από τον παρόντα νόμο οι ανακριτικές πράξεις διεξάγονται από τα αρμόδια όργανα της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων. Παράλληλα διατηρείται και η αρμοδιότητα των κατά τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας οργάνων.
Άρθρο δωδέκατο
Μέτρα προς διευκόλυνση της συλλογής των αποδείξεων και για την προστασία συνεργατών δικαιοσύνης και μαρτύρων
1. Για τις αξιόποινες πράξεις που προβλέπονται στα άρθρα 235, 236 και 237 του Ποινικού Κώδικα και στα άρθρα τρίτο έως και όγδοο του παρόντος νόμου εφαρμόζεται αναλόγως η διάταξη του άρθρου 253Α παράγραφος 1 στοιχεία γ΄, δ΄, ε΄ και παράγραφοι 2 και 3 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, που προστέθηκε με το άρθρο 6 του ν. 2928/2001.
2. Κατά την ποινική προδικασία για τις πράξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου μπορεί να λαμβάνονται τα αναγκαία μέτρα για την αποτελεσματική προστασία από πιθανή εκδίκηση ή εκφοβισμό των καταγγελλόντων τις πράξεις αυτές ή των ουσιωδών μαρτύρων, με ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 9 παράγραφοι 2 ως και 4 του ν. 2928/2001.
Άρθρο δέκατο τρίτο
Κεντρική αρχή
Αρμόδια Κεντρική Αρχή για τους σκοπούς του άρθρου 29 της Σύμβασης που κυρώνεται με τον παρόντα νόμο είναι το Υπουργείο Δικαιοσύνης.
Άρθρο δέκατο τέταρτο
Επιφύλαξη της Ελληνικής Δημοκρατίας
Σύμφωνα με το άρθρο 37 παράγραφος 3 της Σύμβασης που κυρώνεται με τον παρόντα νόμο, η Ελληνική Δημοκρατία δεν δεσμεύεται από το άρθρο 26 παράγραφος 1 της ίδιας Σύμβασης και μπορεί να αρνηθεί τη δικαστική συνδρομή, αν το αίτημα του κράτους μέρους αφορά αδίκημα, το οποίο θεωρεί ως πολιτικό.
Άρθρο δέκατο πέμπτο
Έναρξη ισχύος
Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και της Σύμβασης ποινικού δικαίου για τη διαφθορά και του Πρόσθετου Πρωτοκόλλου που κυρώνονται από την πλήρωση των προϋποθέσεων των άρθρων 32 και 11 αυτών αντίστοιχα.




















































(Μετά τη σελ. 122,638) Σελ. 122,639
Τεύχος Σελ.


ΘΕΜΑ
η
Αδικήματα διαπραττόμενα στα Κράτη-Μέλη
της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης1. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ.2802
της 2-3 Μαρτ.2000 (ΦΕΚ Α 47)
Κύρωση της Σύμβασης περί καταπολεμήσεως της δωροδοκίας στην οποία ενέχονται υπάλληλοι των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή των Κρατών-Μελών της Ευρωπαϊκής΄Ενωσης.
Άρθρο πρώτο.-Κυρώνεται και έχει την ισχύ, που ορίζει το άρθρ.28 παρ.1 του Συντάγματος, η Σύμβαση περί καταπολεμήσεως της δωροδοκίας στην οποία ενέχονται υπάλληλοι των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή των Κρατών-Μελών της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης, που καταρτίσθηκε δυνάμει του άρθρ.Κ.3 παρ.2 στοιχ. γ) της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή ΄Ενωση και υπογράφηκε στις Βρυξέλλες στις 26 Μαΐου 1997, το κείμενο της οποίας σε πρωτότυπο στην ελληνική γλώσσα έχει ως εξής:
(Ακολουθεί κείμενο σύμβασης)
Αντικατάσταση διατάξεων του Ποινικού Κώδικα
΄Αρθρο δεύτερο.-(Αντικαθίστανται οι διατάξεις των άρθρ.235 και 236 του Ποινικού Κώδικα).
Ορισμοί
΄Αρθρο τρίτο.- Στον παρόντα νόμο χρησιμο-ποιούνται οι ακόλουθοι όροι με την εξής έννοια:
Υπάλληλος είναι ο κοινοτικός υπάλληλος και ο εθνικός δημόσιος υπάλληλος, συμπεριλαμβανομέ-νων των εθνικών δημοσίων υπαλλήλων άλλου Κράτους-Μέλους της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης.
α)Κοινοτικός υπάλληλος είναι ο αναφερόμενος στο στοιχ.β΄του άρθρ.1 της κυρούμενης με τον παρόντα νόμο Σύμβασης.
β)Εθνικός δημόσιος υπάλληλος είναι κάθε πρόσωπο αναφερόμενο στο στοιχ.α΄του άρθρ.13 και στο άρθρ 263Α του Ποινικού Κώδικα.
Η έννοια του εθνικού δημοσίου υπαλλήλου των λοιπών Κρατών-Μελών, όπως παρέχεται από την αντίστοιχη εθνική νομοθεσία τους, ισχύει για την εφαρμογή του παρόντος νόμου, μόνον εφόσον συμβιβάζεται προς εκείνη του ελληνικού Ποινικού Κώδικα.
Εξομοίωση κοινοτικών υπαλλήλων και λειτουργών προς τους εθνικούς
Άρθρο τέταρτο.-1. Το αδίκημα της δωροδοκίας, όταν τελείται από ή προς τα Μέλη της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Δικαστηρίου ή του Ελεγκτικού Συνεδρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, τιμωρείται όπως εκείνο που τελείται από ή προς τους Υπουργούς της Ελληνικής Κυβέρνησης, τα εκλεγμένα μέλη της Ελληνικής Βουλής και τα μέλη των Ελληνικών Ανωτάτων Δικαστηρίων, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Δεν εφαρμόζονται όμως οι ειδικές δικονομικές διατάξεις περί ευθύνης των Υπουργών και οι λοιπές διατάξεις που αναφέρονται στη δίωξη και την αρμοδιότητα των δικαστηρίων. Τα εν λόγω πρόσωπα δωσιδικούν ενώπιον του δικαστηρίου των εφετών.
2.Οι διατάξεις των συνθηκών για την ίδρυση των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, του πρωτοκόλλου περί των προνομίων και ασυλιών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, των οργανισμών του Δικαστηρίου, καθώς και των διατάξεων που θεσπίζονται για την εφαρμογή τους, εφαρμόζονται πλήρως, όσον αφορά την άρση των ασυλιών των ως άνω προσώπων.
Ποινική ευθύνη διευθυντών επιχείρησης
΄Αρθρο πέμπτο.- Διευθυντές επιχείρησης ή πρόσωπα που έχουν την εξουσία λήψης αποφάσεων ή ελέγχου σε επιχειρήσεις τιμωρούνται με ποινή φυλακίσεως, αν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα με άλλη ποινική διάταξη, σε περίπτωση κατά την οποία πρόσωπο που τελεί υπό τις εντολές τους διαπράξει για λογαριασμό της επιχείρησης πράξη δωροδοκίας κατά την έννοια του παρόντος νόμου.
Δικαιοδοσία
΄Αρθρο έκτο.- 1. Τα ελληνικά δικαστήρια έχουν δικαιοδοσία προς εκδίκαση των αδικημάτων της δωροδοκίας, αν συντρέχει μια από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παρ.1 του άρθρ.7 της Σύμβασης που κυρώνεται με τον παρόντα νόμο.
(Μετά τη σελ.122,61) Σελ. 122,71
Τεύχος 1351 Σελ. 105
2. Οι διατάξεις του παρόντος νόμου εφαρμόζονται και όταν το αδίκημα της δωροδοκίας τελέσθηκε στην αλλοδαπή από ημεδαπό, ακόμη και αν η πράξη δεν είναι αξιόποινη κατά τους νόμους της χώρας στην οποία τελέσθηκε.
Δηλώσεις της Ελλάδας κατά την κατάθεση του εγγράφου επικύρωσης της Σύμβασης
΄Αρθρο έβδομο.-1. Σύμφωνα με την παρ.2 του άρθρ.10 και την παρ.1 του άρθρ.15 της Σύμβασης, η Ελλάδα δεν δεσμεύεται από την παρ.1 του άρθρ.10) της Σύμβασης, στις περιπτώσεις των στοιχ.β΄και γ΄της παρ.2 του ίδιου άρθρου αυτής.
2.Σύμφωνα με την παρ.4 του άρθρ.12 της Σύμβασης, η Ελλάδα δέχεται την οριζόμενη στο άρθρο αυτό αρμοδιότητα του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων προς έκδοση προδικα-στικών αποφάσεων, εφόσον τούτο ζητηθεί από δικαστήριά της.
΄Εναρξη ισχύος
΄Αρθρο όγδοο.- Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και της Σύμβασης που κυρώνεται υπό την πλήρωση των προϋποθέσεων του άρθρ.13 αυτής.

2. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ.2803
της 2-3 Μαρτ.2000 (ΦΕΚ Α 48)
Κύρωση της Σύμβασης σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και των συναφών με αυτήν Πρωτοκόλλων.
΄Αρθρο πρώτο.- Κυρώνεται και έχει την ισχύ, που ορίζει το άρθρ.28 παρ.1 του Συντάγματος, η Σύμβαση η οποία καταρτίσθηκε βάσει του άρθρ.Κ3 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή ΄Ενωση, σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, που υπογράφηκε στις Βρυξέλλες στις 26 Ιουλ.1995 και τα συνημμένα σε αυτήν Πρωτόκολλα και Δήλωση:
α)Πρωτόκολλο που υπογράφηκε στο Δουβλίνο, στις 27 Σεπτ.1996.
β)Δεύτερο Πρωτόκολλο που υπογράφηκε στις Βρυξέλλες στις 19 Ιουν.1997.
γ)Πρωτόκολλο σχετικά με την ερμηνεία της Σύμβασης για την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων με προδικαστικές αποφάσεις, που υπογράφηκε στις Βρυξέλλες στις 29 Νοεμ.1996 και

Σελ. 122,72
Τεύχος 1351 Σελ. 106
δ)Δήλωση σχετικά με την ταυτόχρονη αποδοχή της Σύμβασης για την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και του Πρωτοκόλλου σχετικά με την ερμηνεία της Σύμβασης αυτής από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων με προδικαστικές αποφάσεις, το κείμενο των οποίων σε πρωτότυπο στην ελληνική γλώσσα έχει ως εξής:
(Ακολουθούν κείμενα σύμβασης,
πρωτοκόλλων και Δήλωσης)
Ορισμοί
΄Αρθρο δεύτερο.- Στο νόμο αυτόν χρησιμοποιούνται οι ακόλουθοι όροι με την εξής έννοια αντιστοίχως:
α)Υπάλληλος είναι ο κοινοτικός υπάλληλος και ο εθνικός δημόσιος υπάλληλος, συμπερι-λαμβανομένων των εθνικών δημοσίων υπαλλήλων άλλου Κράτους-Μέλους της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης.
β)Κοινοτικός υπάλληλος είναι αυτός που αναφέρεται στο στοιχ.β΄της παρ.1 του άρθρ.1 του από 27.9.1996 Πρωτοκόλλου της Σύμβασης για την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων που κυρώνεται με το νόμο αυτόν.
γ)Εθνικός δημόσιος υπάλληλος είναι κάθε πρόσωπο που αναφέρεται στο στοιχ. α΄του άρθρ.13 και στο άρθρ.263Α του Ποινικού Κώδικα. Για την εφαρμογή του νόμου αυτού σε εθνικούς δημοσίους υπαλλήλους άλλων Κρατών-Μελών της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης λαμβάνεται υπόψη η έννοια του δημοσίου υπαλλήλου όπως αυτή ορίζεται στην αντίστοιχη εθνική νομοθεσία τους, στο μέτρο που η έννοια αυτή είναι συμβατή με την έννοια των ανωτέρώ διατάξεων του Ελληνικού Ποινικού Κώδικα.
Δωροδοκία
΄Αρθρο τρίτο.-Οι υπαίτιοι των πράξεων της παθητικής και ενεργητικής δωροδοκίας υπαλλήλου, που προβλέπονται στα άρθρ.2 και 3 του από 27.9.1996 Πρωτοκόλλου της Σύμβασης για την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, που κυρώνεται με το νόμο αυτόν, τιμωρούνται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους.
Στις περιπτώσεις αυτές το δικαστήριο διατάσσει τη δήμευση των δώρων που δόθηκαν ή της αξίας τους.
Απάτη σε βάρος των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων
΄Αρθρο τέταρτο.-1.΄Οποιος με τη χρήση πλαστών, ανακριβών ή ελλιπών δηλώσεων ή εγγράφων ή με την απόκρυψη ή με την κατά παράβαση ειδικής υποχρέωσης παρασιώπηση πληροφοριών ή με τη μη κατά προορισμό τους χρήση των πόρων που του χορηγήθηκαν ή των πλεονεκτημάτων που είχε νόμιμα αποκτήσει, αχρεωστήτως εισπράττει ή παρακρατεί ή παρανόμως ελαττώνει πόρους του γενικού προϋπολογισμού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή των προϋπολογισμών, των οποίων η διαχείριση ασκείται από τις Κοινότητες ή για λογαριασμό τους, τιμωρείται με φυλάκιση.
2.Αν η κατά τις προηγούμενες διατάξεις βλάβη υπερβαίνει το ποσό των 25.000.000 δραχμών επιβάλλεται κάθειρξη μέχρι δέκα ετών και αν η βλάβη υπερβαίνει το ποσό των 50.000.000 δραχμών επιβάλλεται κάθειρξη.
Απάτη ελάσσονος αξίας σε βάρος των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων
΄Αρθρο πέμπτο.-Ο υπαίτιος της πράξεως που προβλέπεται στην παρ.1 του τετάρτου άρθρου τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι ενός έτους ή με χρηματική ποινή, αν η επελθούσα βλάβη δεν υπερβαίνει το ποσό των 2.000.000 δραχμών.
Κατάρτιση ή χορήγηση πλαστών κ.λπ. δηλώσεων ή εγγράφων
΄Αρθρο έκτο.- Όποιος καταρτίζει ή χορηγεί πλαστές, ανακριβείς ή ελλιπείς δηλώσεις ή έγγραφα, με σκοπό να χρησιμοποιηθούν για την τέλεση των πράξεων που προβλέπονται στα άρθρα τέταρτο και πέμπτο του νόμου αυτού, τιμωρείται με φυλάκιση αν τα ανωτέρω έγγραφα ή δηλώσεις έχουν σχέση με πράξεις του τέταρτου άρθρου και με φυλάκιση μέχρι εντός έτους ή με χρηματική ποινή, αν έχουν σχέση με την πράξη του πέμπτου άρθρου, αν δεν τιμωρείται βαρύτερα ως αυτουργός ή συμμέτοχος για τις πράξεις αυτές.
Ποινική ευθύνη διευθυντών στελεχών επιχείρησης
΄Αρθρο έβδομο.- Αν το πρόσωπο που ασκεί εμπράκτως διευθυντικά καθήκοντα ή στο οποίο έχει ανατεθεί η εξουσία λήψεως αποφάσεων ή ελέγχου σε επιχείρηση, προς όφελος της οποίας τελέσθηκε μία από τις αναφερόμενες στα άρθρα τρίτο, τέταρτο, πέμπτο, έκτο, ένατο και δέκατο του παρόντος αξιόποινες πράξεις σε βάρος των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, δεν απέτρεψε την πράξη αυτή κατά παράβαση των καθηκόντων του τιμωρείται με φυλάκιση, αν δεν τιμωρείται βαρύτερα με άλλη ποινική διάταξη.
Διοικητικές κυρώσεις
΄Αρθρο όγδοο.- Αν η επιχείρηση ωφελήθηκε με οποιονδήποτε τρόπο από αξιόποινες πράξεις του νόμου αυτού, με υπαιτιότητα οποιουδήποτε προσώπου που ενεργεί ατομική ή ως μέλος οργάνου της επιχείρησης και κατέχει σε αυτήν ηγετική θέση, η οποία βασίζεται σε εξουσία αντιπροσώπευσης αυτής ή σε εξουσία λήψης αποφάσεων για λογαριασμό της ή σε εξουσία ασκήσεως ελέγχου εντός αυτής, επιβάλλεται σε βάρος της επιχείρησης, με απόφαση του προϊσταμένου της οικείας περιφερειακής διευθύνσεως του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος, σύμφωνα με το άρθρ.5 του π.δ.218/1996:
α)διοικητικό πρόστιμο μέχρι του τριπλάσιου της αξίας του οφέλους, ή
β)προσωρινή ή οριστική απαγόρευση άσκησης της επιχειρηματικής της δραστηριότητας, ή
γ)πρόσκαιρος ή οριστικός αποκλεισμός από δημόσιες παροχές ή ενισχύσεις.
Η προσωρινή απαγόρευση και ο πρόσκαιρος αποκλεισμός επιβάλλονται για χρονικό διάστημα από ένα μήνα έως δύο έτη.
Νομιμοποίηση εσόδων
΄Αρθρο ένατο.-(Προστίθεται εδάφ. ακβ΄ μετά το εδάφ. ακα΄ του νόμ.2331/1995, ανωτ.σελ.84,257).
Εξομοίωση κοινοτικών υπαλλήλων και λειτουργών προς τους εθνικούς δημοσίους υπαλλήλους
΄Αρθρο δέκατο.-1. Πράξεις ή παραλείψεις κοινο-τικών υπαλλήλων κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, που έχουν σχέση με τα εγκλήματα των άρθρων τέταρτο, πέμπτο και έκτο του νόμου αυτού, διώκονται και τιμωρούνται όπως εκείνες που τελούνται από τους εθνικούς δημοσίους υπαλλήλους. Επί των κοινοτικών υπαλλήλων εφαρμόζονται επίσης οι διατάξεις των άρθρ.242, 246, 252, 253, 254, 255, 256, 257, 258, 259, 261 και

(Μετά τη σελ.122,72) Σελ. 122,73
Τεύχος 1351 Σελ. 107
262 του Ποινικού Κώδικα, κατά το μέρος που υπάγονται σε αυτές οι κατά την άσκηση των καθηκόντων τους τελούμενες πράξεις ή παραλείψεις τους σε βάρος των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, αν δεν τιμωρούνται βαρύτερα κατά τις διατάξεις των άρθρων τέταρτο, πέμπτο και έκτο του νόμου αυτού.
2.Οι αξιόποινες πράξεις που προβλέπονται στα άρθρα τρίτο, τέταρτο, πέμπτο, έκτο και ένατο του νόμου αυτού, όπως επίσης εκείνες που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο, όταν τελούνται από τα μέλη της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Δικαστηρίου ή του Ελεγκτικού Συνεδρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή κατά των προσώπων αυτών, τιμωρούνται όπως εκείνες που τελούνται από τους Υπουργούς της Ελληνικής Κυβέρνησης, τα εκλεγμένα μέλη της Ελληνικής Βουλής και τα μέλη των Ελληνικών Ανωτάτων Δικαστηρίων, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους ή κατά των προσώπων αυτών. Δεν εφαρμόζονται όμως οι ειδικές δικονομικές διατάξεις περί ευθύνης των υπουργών, συμπεριλαμβανομένων και των διατάξεων που αφορούν την ποινική δίωξη και την αρμοδιότητα των δικαστηρίων. Τα πλημμελήματα των ανωτέρω προσώπων δικάζονται από το Τριμελές Εφετείο.
3. Οι διατάξεις των Συνθηκών για την ίδρυση των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, του Πρωτόκολλου περί των προνομίων και ασυλιών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, των οργανισμών του Δικαστηρίου, καθώς και των διατάξεων που θεσπίζονται για την εφαρμογή τους, εφαρμόζονται πλήρως, όσον αφορά την άρση των ασυλιών των ως άνω προσώπων.
Ποινική δικαιοδοσία
΄Αρθρο ενδέκατο.-1.Τα κακουργήματα που προβλέπονται και τιμωρούνται από το νόμο αυτόν υπάγονται στην αρμοδιότητα του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων, αν δεν ορίζεται διαφορετικά.
2.Τα ελληνικά δικαστήρια έχουν δικαιοδοσία προς εκδίκαση των εγκλημάτων που περιγράφονται στα άρθρα τρίτο, τέταρτο, πέμπτο, έκτο, έβδομο, ένατο και δέκατο του παρόντος νόμου, αν συντρέχει μία από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παρ.1 του άρθρ.4 της Σύμβασης σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και της παρ.1 του άρθρ.6 του συνημμένου σε αυτήν Πρωτοκόλλου της 27.9.1996.
3.Οι διατάξεις του παρόντος νόμου εφαρμόζονται για τα εγκλήματα που προβλέπονται σε αυτόν όταν τελούνται στην αλλοδαπή από ημεδαπό, ακόμα και αν η πράξη δεν είναι αξιόποινη κατά τους νόμους της χώρας στην οποία τελέσθηκε.


Σελ. 122,74
Τεύχος 1351 Σελ. 108
Δηλώσεις της Ελλάδας κατά την κατάθεση του εγγράφου επικύρωσης της Σύμβασης
΄Αρθρο δωδέκατο.-1. Σύμφωνα με την παρ.2 του άρθρ.7 της ΣυμβάσεΚως η Ελλάδα δεν δεσμεύεται από την παρ.1 της εν λόγω διατάξεως στις περιπτώσεις των στοιχ.β΄και γ΄της παρ.2 του άρθρ.7 της Συμβάσεως.
2.Σύμφωνα με την παρ.1 του άρθρ.2 του συννημένου στη Σύμβαση Πρωτοκόλλου της 29.11.1996, η Ελλάδα δέχεται την οριζόμενη σε αυτό αρμοδιότητα του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων υπό τις προϋποθέσεις του στοιχ.β΄της παρ.2 του άρθρ.2 του εν λόγω Πρωτοκόλλου.
΄Αρθρο δέκατο τρίτο.- Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και της Σύμβασης που κυρώνεται από την πλήρωση των προϋποθέσεων του άρθρ.11 αυτής, του άρθρ.9 του Πρωτοκόλλου της 27.9.1996, του άρθρ.16 του δεύτερου Πρωτοκόλλου της 19.6.1997, του άρθρ.4 του Πρωτοκόλλου της 29.11.1996.




ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Δ
ΕΚΤΑΚΤΟΙ ΠΟΙΝΙΚΟΙ ΝΟΜΟΙ
ΘΕΜΑ
α

Αδικήματα κατά της δημοσίας ασφαλείας

1. ΨΗΦΙΣΜΑ Γ΄
της 18/18 Ιουν. 1946
Περί εκτάκτων μέτρων αφορώντων την Δημοσίαν τάξιν και ασφάλειαν.
Ετροποποιήθη υπό των:
Καταργήθηκε από το άρθρ. 9 Νόμ. 1540/4-10 Απρ. 1985 (ΦΕΚ Α΄ 67), τόμ. 171 σελ. 218,854.

2. ΨΗΦΙΣΜΑ ΛΘ΄
της 7/7 Δεκ. 1947
Περί προσωρινής απαγορεύσεως της διακοπής της παραγωγής και αναστολής του δικαιώματος της απεργίας.
Κατηργήθη υπό του Ψηφίσματος ΝΕ΄ της 5/7 Μαίου 1948 περί καταργήσεως του ΛΘ΄ Ψηφίσματος περί προσωρινής απαγορεύσεως κλπ., όπερ εκυρώθη υπό του Ψηφίσματος Ξ΄ της 10/16 Αυγ. 1948 περί κυρώσεως του ΝΕ΄ Ψηφίσματος κλπ.

3. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 509
της 27/27 Δεκ. 1947
Περί μέτρων ασφαλείας του Κράτους, του πολιτεύματος, του κοινωνικού καθεστώτος και προστασίας των ελευθεριών των πολιτών.
Εκυρώθη και ετροποποιήθη δια του Ψηφίσματος ΜΗ΄/1948 (κατωτ. αριθ. 4). Τούτο εκυρώθη δια του Ψηφίσματος ΞΑ΄/1948 (κατωτ. αριθ. 5). Ετροποποιήθη δια του άρθρ. 6 Ν.Δ. 4234/1962 (κατωτ. αριθ. 34).
Κατηργήθη δια του άρθρ. 3 Ν.Δ. 59/1974 «περί συστάσεως και επαναλειτουργίας πολιτικών κομμάτων (τόμ. 1Α σελ. 128).

4. ΨΗΦΙΣΜΑ ΜΗ΄
της 15/19 Απρ. 1948
Περί κυρώσεως του υπ’ αριθ. 509/1947 Αναγκ. Νόμου «περί μέτρων ασφαλείας του Κράτους, του Πολιτεύματος, του κοινωνικού καθεστώτος και προστασίας των ελευθεριών των πολιτών».

5. ΨΗΦΙΣΜΑ ΞΑ΄
της 10/18 Αυγ. 1948
Περί κυρώσεως του υπό στοιχ. ΜΗ΄ του έτους 1948 Ψηφίσματος «περί κυρώσεως του υπ’ αριθ. 509/1947 Α. Νόμου «περί μέτρων ασφαλείας του Κράτους, του Πολιτεύματος, του κοινωνικού καθεστώτος και προστασίας των ελευθεριών των πολιτών».

6. ΨΗΦΙΣΜΑ Μ΄
της 20/21 Ιαν. 1948
Περί δημεύσεως των περιουσιών των συμμετεχόντων εις τον συμμοριακόν αγώνα.
Καταργήθηκε από το άρθρ. 9 Νόμ. 1540/4-10 Απρ. 1985 (ΦΕΚ Α΄ 67), τόμ. 171 σελ. 218,854.










(Αντί για τη σελ. 123(γ) Σελ.123(δ)
Τεύχος Ζ121-Σελ.117
7. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ
της 30 Οκτ./4 Νοεμ. 1948
Περί του τρόπου προσωρινής ρυθμίσεως ζητημάτων, αφορώντων εις την διάθεσιν δημευομένων ακινήτων των συμμετεχόντων εις τον συμμοριακόν αγώνα.
Το Μ΄ Ψήφισμα και το ανωτέρω εκτελεστικόν αυτού Δ/γμα κατηργήθησαν δια του άρθρ. 1 του κατωτ. Ν.Δ. 4234/1962.

8. ΨΗΦΙΣΜΑ ΜΔ΄
της 15/20 Μαρτ. 1948
Περί καθορισμού των εφαρμοστέων διατάξεων του Στρατ. Ποινικού Κώδικος κατά την διάρκειαν της ισχύος του Γ΄ Ψηφίσματος.
Κυρωθέν και συμπληρωθέν δια του Ψηφ. ΞΔ΄ της 12/30 Μαίου 1949 (ΦΕΚ Α΄ 122) κατηργήθη δια της περίπτ. ς΄ της παρ. 1 του άρθρ. 1 Νόμ. 233/1975 (τόμ. 1Α σελ. 236,03).Βλ. και παρ. 2 του αυτού άρθρ. 1.

9. ΝΟΜΟΘΕΤ. ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 617
της 17/20 Απρ. 1948
Περί στερήσεως πάσης παροχής των συμμετεχόντων εις τον συμμοριακόν αγώνα.
Οι βάσει του ανωτέρω Ν.Δ/τος στερηθέντες οιασδήποτε παροχής ην ελάμβανον ή εδικαιούντο να λάβουν, αποκατεστάθησαν εις τα δικαιώματά των δια του άρθρ. 1 Νόμ. 4340/1964(τόμ. 29 σελ. 90,15).

10. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 773
της 14/14 Σεπτ. 1948
Περί τιμωρίας της κλοπής και υπεξαιρέσεως στρατιωτικών πραγμάτων κατά την διάρκειαν της ισχύος του Γ΄ Ψηφίσματος της 16ης Ιουν. 1946 περί εκτάκτων μέτρων κλπ.
Εκυρώθη υπό του Νόμ. 1031 της 30 Ιουλ./2 Αυγ. 1949 περί κυρώσεως του υπ’ αριθ. 773/48 Α. Νόμου.

11. ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑ
της 13/15 Ιαν. 1950
Περί αναστολής της ισχύος του Ψηφίσματος Γ΄ της 18 Ιουν. 1946.



Σελ.124(δ)
Τεύχος Ζ121-Σελ.118
12. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 1936
της 16/17 Ιαν. 1950 (Α΄ 19)
Περί διατηρήσεως εν ισχύϊ διατάξεών τινων μετά την αναστολήν της ισχύος του Γ΄ Ψηφίσματος.
Άρθρον μόνον.-1.Διατάξεις της κειμένης Νομοθεσίας ων η ισχύς ήρτηται εκ της ισχύος του υπό στοιχ. Γ΄ του έτους 1946 Ψηφίσματος, εξακολουθούσιν ισχύουσαι ανεξαρτήτως της καταργήσεως ή αναστολής του ψηφίσματος τούτου, μέχρι ρητής καταργήσεως τούτων.
2.Η ισχύς του παρόντος άρχεται από της δημοσιεύσεώς του εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

13. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 1402
της 1/2 Φεβρ. 1950.
Περί των εκκρεμών υποθέσεων εν περιπτώσει αναστολής της ισχύος του Ψηφίσματος Γ΄.

14. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 1430
της 8/11 Απρ. 1950
Περί παρατάσεως της υπό του άρθρ. 1 του Α.Ν. 1402/1950 οριζομένης προθεσμίας.









15. ΑΝΑΓΚ. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 1504
της 30 Σεπτ./9 Οκτ. 1950
Περί αναθεωρήσεως αποφάσεων των Στρατοδικείων, παροχής ευεργετημάτων εις προσερχομένους συμμορίτας, τροποποιήσεως του Νόμου 3861 και άλλων τινών διατάξεων.
Εκυρώθη δια του Νόμου 1829/1951 (κατωτ. αριθ. 19).
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Α΄.
Περί αναθεωρήσεως αποφάσεων των
Στρατοδικείων.
«Άρθρον 1.Οι υπό των εκτάκτων Τοπικών Στρατοδικείων από της ισχύος του Γ΄ Ψηφίσματος 1946 και των Διαρκών και Μεραρχιακών τοιούτων από της 1ης Φεβρουαρίου 1949 μέχρι της 1ης Δεκεμβρίου 1951 καταδικασθέντες εις οιονδήποτε ποινήν ή κηρυχθέντες ένοχοι, αλλ’ απαλλαγέντες δι’ οιονδήποτε λόγον της ποινής δύνανται να αιτήσωνται την αναθεώρησιν των καταδικαστικών ή απαλλακτικών αποφάσεων».
Το άρθρ. 1 αντικατεστάθη ως άνω δια του άρθρ. 1 Νόμ. 2058/1952 (κατωτ. αρ. 26).
Άρθρον 2.
Η περί αναθεωρήσεως αίτησις ασκείται εντός τεσσάρων μηνών από της δημοσιεύσεως του παρόντος Νόμου (αυτοπροσώπως του καταδικασθέντος) είτε ενώπιον του Γραμματέως του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου, είτε ενώπιον του Διευθυντού των Φυλακών, εν αις κρατείται, ή παντός Ειρηνοδίκου ή Γραμματέως Πρωτοδικών. Αντίγραφον της περί αναθεωρήσεως εκθέσεως υποβάλλεται αμελητί προς τον Β. Επίτροπον παρά τω Αναθεωρητικώ Δικαστηρίω, όστις προκαλεί την κατά τας κειμένας διατάξεις απόφασιν του Δικαστηρίου.
Αι εντός ( ) λέξεις διεγράφησαν δια της παρ. 1 του άρθρ. δευτέρου του κυρωτικού Νόμου 1829/1951
«Η υπό των κρατουμένων εις τας φυλακάς ασκουμένη αίτησις αναθεωρήσεως εις ουδέν τέλος υπόκειται.»
Η εντός « » διάταξις προσετέθη υπό του άρθρ. 2 Α.Ν. 1553/1950 (κατωτ. αρ. 16).
Άρθρον 3.
Η αναθεώρησις αύτη είναι παραδεκτή δια τους εξής μόνον λόγους:
α)Εάν εσφαλμένως ηρμηνεύθη ή κακώς εφηρμόσθη ο Ποινικός Νόμος.
β)Εάν ο καταδικασθείς είναι αθώος ή η ενοχή αυτού αμφίβολος ή η επιβληθείσα ποινή τόσον αυστηρά ώστε ν’ αποβαίνη άδικος.
Άρθρον 4.
Το Αναθεωρητικόν Δικαστήριον εξετάζει εξ επαγγέλματος, εάν συντρέχη λόγος αναθεωρήσεως εκ των εν τω άρθρω τρίτω αναγραφομένων, εάν δε εκ της υπό αναθεώρησιν αποφάσεως, των πρακτικών αυτής και των εγγράφων της δικογραφίας, ως και εκ νέων στοιχείων και εκ καταθέσεων μαρτύρων, ας δύναται να λάβη, κρίνη ακυρωτέαν την απόφασιν, δύναται ή ν’ απαλλάξη πάσης ποινής τον καταδικασθέντα ή να μετριάση την επιβληθείσαν υπό του Στρατοδικείου
ποινήν, είτε να χαρακτηρίση ορθώς την πράξιν και επιβάλη την αρμόζουσαν ποινήν, ήτις δεν δύναται να είναι βαρυτέρα της ήδη επιβληθείσης ποινής.
«Το δικαστήριον δεν υποχρεούται να δεχθή εις εξέτασιν πλέον των 3 μαρτύρων εκ των παρόντων κατά την ημέραν της δίκης».
Τα εντός « » αντικατεστάθησαν ως άνω δια της παρ. 2 του άρθρου δευτέρου του κυρωτικού Νόμου 1829/1951.
Κατά την συζήτησιν της αναθεωρήσεως ο αναθεωρησείων κλητεύεται υποχρεωτικώς, δύναται δε να παραστή αυτοπροσώπως ή δια πληρεξουσίου.
«Η μεταγωγή του αναθεωρησείοντος προς αυτοπρόσωπον εμφάνισιν ενώπιον του Δικαστηρίου είναι υποχρεωτική, εφ’ όσον ήθελε ζητηθή παρ’ αυτού».
Το εντός « » εδάφιον προσετέθη δια του άρθρ 2 Νόμ. 2058/1952 (κατωτ. αρ. 26).
Εάν δια Β. χάριτος εμετριάσθη η υπό του Στρατοδικείου επιβληθείσα ποινή, η υπό του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου τυχόν επιβληθησομένη βαρυτέρα ποινή, περιορίζεται αυτοδικαίως εις την δια του Β. Διατάγματος μετριασθείσαν, εάν δε εχαρίσθη ολοσχερώς η ποινή, η τυχόν υπό του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου επιβληθησομένη, περιορίζεται αυτοδικαίως εις το εκτιθέν μέρος αυτής.
Εάν ο αναθεωρησείων κηρυχθή ένοχος της πράξεως δι’ ην έχει καταδικασθή υπό του Στρατοδικείου, ήτις όμως προβλέπεται υπό Νομοθετημάτων, ων η ισχύς έχει ανασταλή, το Αναθεωρητικόν Δικαστήριον εφαρμόζει δια την επιβολήν της ποινής τας ανασταλείσας διατάξεις.
Το αυτό ισχύει και εάν ο αναθεωρησείων κηρυχθή ένοχος κατ’ ορθότερον χαρακτηρισμόν ετέρας πράξεως προβλεπομένης υπό ανασταλείσης διατάξεως.
Κατά των αποφάσεων του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου των Εφετείων και των Τριμελών Πλημμελειοδικείων, των εκδοθησομένων επί των κατά τον παρόντα Νόμον αναθεωρήσεων, ουδέν ένδικον μέσον επιτρέπεται.
Άρθρον 5.
«Άρθρον5.-1.Δια την εκδίκασιν των Αναθεωρήσεων δύναται το Αναθεωρητικόν Δικαστήριον να διαιρεθή εις πλείονα τμήματα δια κοινής αποφάσεως των Υπουργών Δικαιοσύνης και Εθνικής Αμύνης, άτινα με διάφορον έκαστον σύνθεσιν δύνανται να συνεδριάζωσι και εκτός της έδρας του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου.
Ο τόπος των συνεδριάσεων των Τμημάτων τούτων ορίζεται δι’ αποφάσεως του Προέδρου του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου.
2.Δια την λειτουργίαν των Τμημάτων του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου δύνανται ν’ ανακληθώσιν εις την ενεργόν υπηρεσίαν ως έφεδροι δια διαταγής του Υπουργού της Εθνικής Αμύνης, Γενικοί Στρατιωτικοί Δικαστικοί Σύμβουλοι Α΄, Β΄ και Γ΄ Τάξεως και αν έτι ούτοι έχουσι καταληφθή υπό του ορίου ηλικίας, τιθέμενοι εις την διάθεσιν του Προέδρου του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου.
«Επίσης δι’ αποφάσεως του Υπουργού της
Δικαιοσύνης, τίθενται εις την διάθεσιν του Προέδρου
του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου Ε-

(Αντί της σελ.128,01) Σελ.128,01(α)
-537-
φέται, Πρόεδροι Πρωτοδικών και Πρωτοδίκαι, οίτινες, μη απαλλασσόμενοι των κυρίων των καθηκόντων, δύνανται να ορίζωνται μέλη του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου υπό του Προέδρου αυτού, οσάκις τούτο συνεδριάζει εις την έδραν του Δικαστηρίου, παρ’ ω υπηρετούσιν ή ετέρου Δικαστηρίου της περιφερείας του αυτού Εφετείου».
Το εντός « » εδάφιον αντικατεστάθη ως άνω δια του άρθρ. 5 του Ν. 2286/1952, κατωτ. αριθ. 27.
Καθήκοντα Γραμματέως των Τμημάτων τούτων δύνανται να εκτελώσι γραμματείς, υπογραμματείς και γραφείς της Στρατιωτικής Δικαιοσύνης ή της Δικαιοσύνης Αεροπορίας. Δύναται επίσης επί τω σκοπώ τούτω δι’ αποφάσεως του Υπουργού της Δικαιοσύνης να αποσπώνται παρά τω Αναθεωρητικώ Δικαστηρίω ή τοις Τμήμασιν αυτού γραμματείς ή υπογραμματείς ή γραφείς της Γραμματείας των κοινών Δικαστηρίων.
3.Την σύνθεσιν των Τμημάτων ορίζει ο Πρόεδρος του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου, δυναμένων να μετάσχωσιν εις ταύτην και Γενικών Συμβούλων Α΄ και Β΄ Τάξεως. Αι κείμεναι διατάξεις περί αναπληρώσεως του Προέδρου του Βασ. Επιτρόπου και των μελών του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου απόντων, κωλυομένων ή μη υπαρχόντων ισχύουσι και εν προκειμένω συν τη προσθήκη ότι αναπληρωτής του Βασ. Επιτρόπου εν τω ακροατηρίω δύναται να είναι και Σύμβουλος Α΄ Τάξεως ή Αντισαγγελεύς Εφετών ή Εισαγγελεύς ή Αντεισαγγελεύς Πρωτοδικών, εφαρμοζομένης δια τους τελευταίους τούτους αναλόγως της διατάξεως της παραγράφου 2 του παρόντος. Επίσης μεταξύ των ως αναπληρωτών καλουμένων περιλαμβάνονται και Δικαστικοί Σύμβουλοι αντιστοίχου βαθμού της Δικαιοσύνης Αεροπορίας».
Το άρθρ. 5 αντικατεστάθη ως άνω δια του άρθρ. 3 Νόμ. 2058/1952 (κατωτ. αρ. 26).
Άρθρον 6
«1.Δια την ταχυτέραν εκδίκασιν των αιτήσεων αναθεωρήσεως, ο Πρόεδρος του Αν. Δικαστηρίου παραπέμπει όσας προκρίνει δικογραφίας εις το Εφετείον ή, εάν έχη επιβληθή επανορθωτική ποινή, εις το Τριμελές Πλημμελειοδικείον του τόπου της τελέσεως του αδικήματος ή της κατοικίας του καταδικασθέντος.
Το κατά τας ανωτέρω περιστάσεις Εφετείον ή Τριμελές Πλημμελειοδικείον δικάζει ως Αναθεωρητικόν Δικαστήριον εφαρμοζομένων δια την εκδίκασιν των διατάξεων των του Ν.Δ. της 20/20 Σεπτ. 1926 «περί εφέσεως και αποφάσεων των Στρατοδικείων και των άρθρων 3 και 4 του παρόντος νόμου».
Η παρ. 1 αντικατεστάθη ως άνω δια της παρ. 4 του άρθρου δευτέρου του κυρωτικού Νόμου 1829/1951.
2.Εν πάση περιπτώσει δεν δύνανται κατά το παρόν άρθρον να παραμεμφθώσιν εις τα Εφετεία ή Τριμελή Πλημμελειοδικεία αιτήσεις αναθεωρήσεως κατ’ αποφάσεων δι’ ων επεβλήθη ποινή δι’ αδικήματα προβλεπόμενα υπό του Στατ. Ποιν. Κώδικος, εκτός εάν ταύτα συρρέουν ή είναι συναφή προς άλλα της κοινής ποινικής νομοθεσίας καθ’ ων απειλείται εν τω νόμω βαρυτέρα ποινή.


Σελ.128,02(α)

Δεν υπάρχουν σχόλια: