10 32. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 2408 της 31 Μαΐου/4 Ιουν. 1996 (ΦΕΚ Α΄ 104)

32. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 2408
της 31 Μαΐου/4 Ιουν. 1996 (ΦΕΚ Α΄ 104)
(Διόρθ. σφαλμ. στο ΦΕΚ Α΄ 158/11-7-1996)
Τροποποίηση διατάξεων του Ποινικού Κώδικα, του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, του Κώδικα Βασικών Κανόνων για τη Μεταχείριση των Κρατουμένων και άλλες διατάξεις.
Διατάξεις του Ποινικού Κώδικα
Άρθρ.1.-1.(Προστίθεται εδάφ. στ΄ στο άρθρ. 13 του Π.Κ. ανωτ. αριθ. 3 και 27).
2.(Αντικαθίσταται η παρ. 1 άρθρ. 74 του Π.Κ., ανωτ. αριθ. 3 και 27).
3.α)(Αντικαθίσταται η παρ. 1 άρθρ. 82 του Π.Κ., ανωτ. αριθ. 3 και 27).
β)(Αντικαθίσταται το πρώτο εδάφιο της παρ. 2 άρθρ. 82 του Π.Κ., ανωτ. αριθ. 3 και 27).
γ)(Αντικαθίστανται το δεύτερο έως και το τελευταίο εδάφιο της παρ. 5 άρθρ. 82 του Π.Κ., ανωτ. αριθ. 3 και 27).
δ)(Αντικαθίσταται η παρ. 6 άρθρ. 82 του Π.Κ., ανωτ. αριθ. 3 και 27).
ε)(Προστίθεται εδάφιο μετά το τρίτο εδάφιο της παρ. 8 άρθρ. 82 του Π.Κ., ανωτ. αριθ. 3 και 27).
στ)(Αντικαθίσταται το πρώτο εδάφιο της παρ. 9 άρθρ. 82 του Π.Κ., ανωτ. αριθ. 3 και 27).
ζ)(Αντικαθίσταται το τέταρτο εδάφιο της παρ. 9 άρθρ. 82 του Π.Κ., ανωτ. αριθ. 3 και 27).
η)(Αντικαθίσταται φράση στο έκτο εδάφιο της παρ. 9 άρθρ. 82 του Π.Κ., ανωτ. αριθ. 3 και 27).
θ)(Προστίθεται παρ. 12 στο τέλος του άρθρ. 82 του Π.Κ., ανωτ. αριθ. 3 και 27).
4.α)(Αντικαθίσταται η παρ. 2 άρθρ. 99 του Π.Κ., ανωτ. αριθ. 3 και 27).
β)(Παρατίθεται στο τέλος της παρ. 2 άρθρ. 99 του Π.Κ., ανωτ. αριθ. 3 και 27).
5.α)(Αντικαθίσταται η παρ. 1 άρθρ. 105 του Π.Κ., ανωτ. αριθ. 3 και 27).
β)(Αντικαθίσταται η παρ. 2 άρθρ. 105 του Π.Κ., ανωτ. αριθ. 3 και 27).
γ)(Προστίθεται παρ. 6 στο άρθρ. 105 του Π.Κ., ανωτ. αριθ. 3 και 27).
δ)Κρατούμενοι που κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου εκτίουν συνολική ποινή φυλάκισης διάρκειας μέχρι πέντε ετών απολύονται με διάταξη του εισαγγελέα πλημμελειοδικών του τόπου έκτισης της ποινής, υπό τον όρο της ανάκλησης χωρίς τη συνδρομή των προϋποθέσεων των άρθρ. 105 και επόμενα του Ποινικού Κώδικα, εφόσον:




(Αντί για τη σελ. 84,267) Σελ. 84,267(α)
Τεύχος 1257-Σελ. 31
δα.Η ποινή τους έχει διάρκεια μέχρι δύο έτη και εφόσον θα εκτίσουν με οποιονδήποτε τρόπο τα δύο πέμπτα αυτής ή θα έχουν παραμείνει στο σωφρονιστικό κατάστημα για χρονικό διάστημα ίσο με το ένα πέμπτο της ποινής τους.
δβ.Η ποινή τους έχει διάρκεια μεγαλύτερη των δύο ετών και εφόσον θα εκτίσουν με οποιονδήποτε τρόπο τα δύο πέμπτα αυτής.
ε)Όσοι απολύονται υπό όρο κατά το εδάφ. δ΄ της παρούσας παραγράφου αν υποπέσουν μέσα σε ένα έτος από τη δημοσίευση του νόμου αυτού σε νέο από δόλο προερχόμενο έγκλημα και καταδικαστούν αμετάκλητα οποτεδήποτε σε ποινή στερητική της ελευθερίας μεγαλύτερη του έτους, εκτίουν αθροιστικά και το υπόλοιπο της ποινής, για το οποίο έχουν απολυθεί υπό όρο.
στ)Οι διευθυντές των σωφρονιστικών καταστημάτων υποβάλλουν μέσα σε πέντε ημέρες από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στον εισαγγελέα του τόπου έκτισης της ποινής τους φακέλους των καταδίκων οι οποίοι πληρούν τις προϋποθέσεις του εδαφ. δ΄ της παρούσας παραγράφου.
ζ)Απολύσεις που γίνονται κατά το εδάφ. δ΄ της παρούσας παραγράφου ανακοινώνονται από τους διευθυντές των καταστημάτων κράτησης στις αρμόδιες υπηρεσίες ποινικού μητρώου και καταχωρούνται στα οικεία δελτία των απολυθέντων.
η)Δεν επιτρέπεται η προσωπική κράτηση όσων απολύονται κατά το εδάφ. δ΄ της παρούσας παραγράφου για την είσπραξη των δικαστικών εξόδων και τελών που τους έχουν επιβληθεί με τις οικείες καταδικαστικές αποφάσεις. Εφόσον στους ανωτέρω έχει επιβληθεί και χρηματική ποινή, αυτή βεβαιώνεται αρμοδίως πριν την απόλυσή τους κατά τις κείμενες διατάξεις.
θ)Κάθε αμφισβήτηση ως προς την εφαρμογή του εδαφ. δ΄ της παρούσας παραγράφου λύεται από το συμβούλιο των πλημμελειοδικών του τόπου έκτισης της ποινής. Οι διατάξεις του εδαφ. δ΄ της παρούσας παραγράφου εφαρμόζονται και στους καταδίκους που αποκτούν τις προϋποθέσεις του εδαφ. δ΄ μετά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, κατόπιν ασκήσεως ενδίκου μέσου και εφόσον η έκτιση της ποινής τους έχει αρχίσει κατά τη δημοσίευση του παρόντος.
6.(Αντικαθίσταται το άρθρ. 113 του Π.Κ., ανωτ. αριθ. 3 και 27).
7.α)(Προστίθενται λέξεις στο τέλος της παρ. 3 του άρθρ. 216 Π.Κ., ανωτ. αριθ. 3 και 27).
β)(Προστίθενται λέξεις στο τέλος της παρ. 3 άρθρ. 242 του Π.Κ., ανωτ. αριθ. 3 και 27).
8.(Καταργούνται οι περιπτ. στ΄ και ζ΄ του άρθρ. 374 του Π.Κ., ανωτ. αριθ. 3 και 27).

Σελ. 84,268(α)
Τεύχος 1257-Σελ. 32

9.(Αντικαθίσταται η παρ. 2 άρθρ. 375 του Π.Κ., ανωτ. αριθ. 3 και 27).
10.Από την περίπτ. β΄ της παρ. 1 του άρθρ. 385 του Ποινικού Κώδικα απαλείφεται η φράση ή αν από τις περιστάσεις αποδεικνύεται ότι ο υπαίτιος είναι ιδιαίτερα επικίνδυνος.
11.(Αντικαθίσταται η παρ. 3 άρθρ. 386 του Π.Κ., ανωτ. αριθ. 3 και 27).
Διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας
Άρθρ.2.-1.(Αντικαθίσταται η παρ. 1 άρθρ. 101 του Κ.Ποιν. Δικονομ., Τόμ. 9 σελ. 23 και 136,11).
2.α)(Αντικαθίσταται το άρθρ. 105 του Κ. Ποιν. Δικονομ., Τόμ. 9 σελ. 23, και 136,11).
β)(Καταργείται το άρθρ. 106 του Κ. Ποιν. Δικονομ. Τομ. 9 σελ. 23, και 136,11).
3.α)Το ποσό των 5.000.000 δραχμ., που προβλέπεται στις παρ. 1 και 2 του άρθρ. 111 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, όπως αυτές αντικαταστάθηκαν με την παρ. 2 του άρθρ. 5 του Νόμ. 1738/1987 (ΦΕΚ 200 Α΄), αυξάνεται σε 50.000.000 δραχμ.
β)Το ποσό των 2.000.000 δραχμ., που προβλέπεται στην παρ. 3 του άρθρ. 111 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, αυξάνεται σε 50.000.000 δραχμ.
4.α)(Αντικαθίσταται το εδάφ. Α΄ του άρθρ. 114 του Κ. Ποιν. Δικονομ., Τόμ. 9 σελ. 23 και 136,11).
γ)(Προστίθεται στο τέλος των εδαφ. Α΄ και Β΄ του άρθρ. 114 του Κ. Ποιν. Δικονομ., Τόμ. 9 σελ. 23 και 136,11).







5.(Προστίθεται εδάφιο στο άρθρ. 139 του Κ. Ποιν. Δικονομ., Τόμ. 9 σελ. 23 και 136,11).
6.(Προστίθεται παρ. 3 στο άρθρ. 144 του Κ. Ποιν. Δικονομ., Τόμ. 9 σελ. 23 και 136,11).
7.(Το κείμενο του άρθρ. 177 του Κ. Ποιν. Δικονομ., Τόμ. 9 σελ. 23 και 136,11, αριθμείται ως παρ. 1 και προστίθεται παρ. 2).
8.(Προστίθεται άρθρ. 211Α στον Κ. Ποιν. Δικονομ., Τόμ. 9 σελ. 23 και 136,11).
9.(Προστίθεται δεύτερη παράγραφος στο άρθρ. 224 του Κ. Ποιν. Δικονομ., Τόμ. 9 σελ. 23 και 136,11).
10.(Προστίθεται παρ. 2 στο άρθρ. 233 του Κ. Ποιν. Δικονομ., Τόμ. 9 σελ. 23 και 136,11).
11.α)(Αντικαθίσταται η παρ. 3 άρθρ. 282 του Κ. Ποιν. Δικονομ., Τόμ. 9 σελ. 23 και 136,11).
β)(Αντικαθίσταται το πρώτο εδάφιο της παρ. 4 άρθρ. 282 του Κ. Ποιν. Δικονομ., Τόμ. 9 σελ. 23 και 136,11).
γ)(Αντικαθίσταται το τελευταίο εδάφιο της παρ. 4 το οποίο αριθμείται ως παρ. 5, του άρθρ. 282 του Κ. Ποιν. Δικονομ., Τόμ. 9 σελ. 23 και 136,11).
δ)(Παρατίθεται στο τέλος του άρθρ. 282 του Κ. Ποιν. Δικονομ., Τόμ. 9 σελ. 23 και 136,11).
12.α)(Απαλείφεται φράση στο πρώτο εδάφιο της παρ. 1 άρθρ. 287 του Κ. Ποιν. Δικονομ., Τόμ. 9 σελ. 23 και 136,11).
β)(Αντικαθίσταται το πρώτο εδάφιο της παρ. 2 άρθρ. 287 του Κ. Ποιν. Δικονομ., Τόμ. 9 σελ. 23 και 136,11).
γ)(Προστίθεται εδάφιο στο τέλος της παρ. 2 άρθρ. 287 του Κ. Ποιν. Δικονομ., Τόμ. 9 σελ. 23 και 136,11).
13.(Το κείμενο του άρθρ. 288 του Κ. Ποιν. Δικονομ., Τόμ. 9 σελ. 23 και 136,11, αριθμείται ως παρ. 1 και στο ίδιο άρθρο προστίθεται παρ. 2).
14.(Αντικαθίσταται το στοιχ. δ΄ άρθρ. 298 του Κ. Ποιν. Δικονομ., Τόμ. 9 σελ. 23 και 136,11).
15.α)(Αντικαθίσταται ο τίτλος του άρθρ. 320 του Κ. Ποιν. Δικονομ., Τόμ. 9 σελ. 23 και 136,11).
β)(Προστίθεται παρ. 1 στο άρθρ. 320 του Κ. Ποιν. Δικονομ., Τόμ. 9 σελ. 23 και 136,11).
16.(Αντικαθίσταται το πρώτο εδάφιο της παρ. 2 άρθρ. 340 του Κ. Ποιν. Δικονομ., Τόμ. 9 σελ. 23 και 136,11).
17.(Αντικαθίσταται το δεύτερο εδάφιο της παρ. 2 άρθρ. 471 του Κ. Ποιν. Δικονομ., Τόμ. 9 σελ. 23 και 136,11).
18.(Αντικαθίσταται η παρ. 1 άρθρ. 476 του Κ. Ποιν. Δικονομ., Τόμ. 9 σελ. 23 και 136,11).
19.α)(Αντικαθίσταται η παρ. 2 άρθρ. 486 του Κ. Ποιν. Δικονομ., Τόμ. 9 σελ. 23 και 136,11).
β)(Προστίθεται παρ. 3 στο άρθρ. 486 του Κ. Ποιν. Δικονομ., Τόμ. 9 σελ. 23 και 136,11).
γ)(Προστίθεται νέο εδάφιο στην παρ. 1 άρθρ. 494 του Κ. Ποιν. Δικονομ., Τόμ. 9 σελ. 23 και 136,11).
«δ.Εφέσεις και αντεφέσεις, που έχουν ασκηθεί από τον εισαγγελέα ή το δημόσιο κατήγορο χωρίς να συντρέχουν οι προϋποθέσεις των άρθρ. 486 και 494 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, όπως αυτά τροποποιούνται με την παρούσα παράγραφο και εκκρεμούν κατά την 11η Ιουλ. 1996, διέπονται από τις μέχρι τότε ισχύουσες διατάξεις».
Το εδάφ. δ΄, για το οποίο έγινε διόρθωση Σφαλμ. στο ΦΕΚ Α΄ 158/96 αντικαταστάθηκε και πάλι ως άνω από την παρ. 11 του άρθρ. 2 του Νόμ. 2479/6-6 Μαΐου 1997, (ΦΕΚ Α΄ 67), κατωτ. αριθ. 34.
20.α)(Αντικαθίσταται το τελευταίο εδάφιο της παρ. 6 άρθρ. 497 του Κ. Ποιν. Δικονομ., Τόμ. 9, σελ. 23 και 136,11).
β)Η παρ. 15 του άρθρ. 34 του Νόμ. 2172/1993 (ΦΕΚ 207 Α΄) καταργείται και επανέρχεται σε ισχύ η παρ. 8 του άρθρ. 497 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, (Τόμ. 9 σελ. 23 και 136,11), όπως είχε προστεθεί με το άρθρ. 13 παρ. 7 του Νόμ. 1941/1991.
γ)(Παρατίθεται στο τέλος του άρθρ. 497 του Κ. Ποιν. Δικονομ., Τόμ. 9, σελ. 23 και 136,11).
21.(Προστίθεται εδάφιο στο τέλος του άρθρ. 500 του Κ. Ποιν. Δικονομ., Τόμ. 9, σελ. 23 και 136,11).
22.(Προστίθεται παρ. 3 στο άρθρ. 575 του Κ. Ποιν. Δικονομ., Τόμ. 9, σελ. 23 και 136,11).
23.Αρμόδιο δικαστήριο στο οποίο αναφέρεται το άρθρ. 31 παρ. 2 του Νομ. 2214/1994, όπως ισχύει, είναι το μονομελές πλημμελειοδικείο.
Κώδικας Βασικών Κανόνων για τη
Μεταχείριση των Κρατουμένων
Άρθρ.3.-1.α)(Αντικαθίσταται το δεύτερο εδάφιο της περιπτ. α΄ άρθρ. 53 Νόμ. 1851/1989, Τόμ. 6Β, σελ. 650,01).
β)(Αντικαθίσταται το τρίτο εδάφιο της περιπτ. α΄ άρθρ. 53 Νόμ. 1851/1989, Τόμ. 6Β, σελ. 650,01).
2.(Αντικαθίσταται η παρ. 1 άρθρ. 54 Νόμ. 1851/1989, Τόμ. 6Β, σελ. 650,01).
3.(Αντικαθίσταται η παρ. 1 άρθρ. 77 Νόμ. 1851/1989, Τόμ. 6Β, σελ. 650,01).
4.(Προστίθεται παρ. 4 άρθρ. 91 Νόμ. 1851/1989, Τόμ. 6Β, σελ. 650,01).
5.α)(Προστίθεται παρ. 1 και αναριθμούνται όλες οι υπόλοιπες στο άρθρ. 93 του Νόμ. 1851/1989, Τόμ. 6Β, σελ. 650,01).
β)(Αντικαθίσταται η περίπτ. γ΄ της παρ. 1 άρθρ. 93 Νόμ. 1851/1989, Τόμ. 6Β, σελ. 650,01).
6.(Προστίθεται παρ. 7 στο άρθρ. 93 Νόμ. 1851/1989, Τόμ. 6Β, σελ. 650,01).
7.(Αντικαθίσταται η παρ. 2 άρθρ. 99 Νόμ. 1851/1989, Τόμ. 6Β, σελ. 650,01).













(Μετά τη σελ. 84,268(α) Σελ. 84,269



Τεύχος 1257-Σελ. 33
8)(Παρατίθεται στον Τόμ. 6Β, σελ. 596,21).
9)(Προστίθεται άρθρ. 48Α στο Νόμ. 1851/1989, Τόμ. 6Β, σελ. 650,01).
Διατάξεις ειδικών ποινικών νόμων -
Θέματα εκτέλεσης ποινών
Άρθρ.4.-1.α)(Προστίθεται παρ. 5 στο άρθρ. 79 Νόμ. 5960/1933, Τόμ. 11, σελ. 125).
β)(Αντικαθίσταται η παρ. 3 άρθρ. 79 Νόμ. 5960/1933, Τόμ. 11, σελ. 125).
γ)(Παρατίθεται στο τέλος της παρ. 2 άρθρ. 79 Νόμ. 5960/1933, Τόμ. 11, σελ. 125).
2.α)(Διαγράφονται λέξεις από το πρώτο εδάφιο άρθρ. 8 Νόμ. 1729/1987, Τόμ. 34Β, σελ. 844,01).
β)(Αντικαθίσταται η παρ. 4 άρθρ. 13 Νόμ. 1729/1987, Τόμ. 34Β, σελ. 844,01).
γ)(Παρατίθεται στο τέλος της παρ. 4 άρθρ. 13 Νόμ. 1729/1987, Τόμ. 34Β, σελ. 844,01).
3.α)Το ποσό των 5.000.000 δραχμ., που προβλέπεται από την παρ. 1 του άρθρ. 1 του Νόμ. 1608/1950 (ΦΕΚ 301 Α΄) (ανωτ. αριθ. 4), όπως αυτή αντικαταστάθηκε με την παρ. 5 του άρθρ. 4 του Νόμ. 1738/1987 και τροποποιήθηκε με το άρθρ. 2 του Νόμ. 1877/1990 (ΦΕΚ 28 Α΄) και το άρθρ. 36 του Νόμ. 2172/1993 αυξάνεται σε 50.000.000 δραχμ.
β)Σε εκκρεμείς υποθέσεις στις οποίες έχει ασκηθεί ποινική δίωξη για εγκλήματα, που προβλέπονται στο άρθρ. 1 του Νόμ. 1608/1950 (ανωτ. αριθ. 4), όπως ισχύει σήμερα, αν μετά την κατά το προηγούμενο εδάφιο αύξηση του ποσού οι πράξεις προσέλαβαν, σύμφωνα με την απαγγελθείσα κατηγορία το χαρακτήρα πλημμελήματος, η περάτωση της κύριας ανάκρισης κηρύσσεται από το συμβούλιο πλημμελειοδικών, εκτός αν η υπόθεση εκκρεμεί στο συμβούλιο εφετών για την έκδοση βουλεύματος επί της ουσίας της κατηγορίας ή συντρέχει περίπτωση εφαρμογής άλλης διαδικασίας.
γ)(Αντικαθίσταται η παρ. 3 άρθρ. 1 Νόμ. 1608/1950, ανωτ. σελ. 84,01).
δ)Το ποσό των 100.000 μεταλλικών δραχμ. που προβλέπεται από το άρθρ. 2 του ίδιου νόμου, όπως ισχύει σήμερα, αυξάνεται σε 50.000.000 δραχμ.
4.α)Η παρ. 4 του άρθρ. 8 του Νόμ. 1300/1982, η οποία προστέθηκε με το άρθρ. 25 του Νόμ. 1738/1987, καταργείται.
β)Η παρ. 5 του άρθρ. 6 του Νόμ. 1300/1982 καταργείται.
5.α)Ανεκτέλεστες ποινές φυλάκισης που έχουν επιβληθεί για πλημμελήματα με δικαστικές αποφάσεις, οι οποίες κατέστησαν αμετάκλητες πριν από την 1η Ιαν. 1991 και δεν έχουν μετατραπεί σε χρηματικές, μετατρέπονται σε χρηματικές ποινές προς 400 έως 1.000 δραχμ. την ημέρα, ύστερα από αίτηση του καταδικασθέντος που υποβάλλεται


Σελ. 84,270
Τεύχος 1257-Σελ. 34

αυτοπροσώπως ή με πληρεξούσιο στον αρμόδιο για την εκτέλεση των ποινών εισαγγελέα μέσα σε αποκλειστική προθεσμία έξι μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου. Η μετατροπή αποκλείεται, αν η ποινή φυλάκισης έχει περιληφθεί σε συνολική ποινή κάθειρξης που εξακολουθεί να ισχύει.
Με την παρ. 17 άρθρ. 3 Νόμ.2479/6-6 Μαΐου 1997 (ΦΕΚ Α΄ 67), Τόμ. 1Α, σελ. 274, ορίστηκε ότι η προβλεπόμενη αποκλειστική προθεσμία από την άνω παρ. 5α παρατείνεται για έξι ακόμη μήνες από την δημοσίευση του Νόμ. 2479/1997.
β)Για τη μετατροπή της ποινής αποφασίζει αμετακλήτως το δικαστήριο που εξέδωσε την καταδικαστική απόφαση ύστερα από κλήτευση του αιτούντος, σύμφωνα με τα άρθρ. 155 έως 161 και 166 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Μπορεί όμως ο αιτών να παραιτηθεί από την κλήτευση, καθώς επίσης και να εκπροσωπηθεί με συνήγορο, εφόσον προβεί σε σχετική δήλωση στην αίτησή του ή σε μεταγενέστερο έγγραφο προς τον εισαγγελέα ή το δικαστήριο.
γ)Μετά την υποβολή της αίτησης, που προβλέπεται στο εδάφ. α΄, δεν επιτρέπεται η άσκηση οποιουδήποτε τακτικού ή έκτακτου ενδίκου μέσου κατά της απόφασης που επέβαλε την ποινή ή η άσκηση αίτησης ακυρώσεως της διαδικασίας ή της αποφάσεως και εφόσον ασκηθεί κηρύσσεται απαράδεκτο, σύμφωνα με το άρθρ. 476 παρ. 1 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
δ)Οι διατάξεις των προηγούμενων εδαφίων εφαρμόζονται και σε ανεκτέλεστες ποινές φυλάκισης που έχουν επιβληθεί για πλημμελήματα με καταδικαστικές αποφάσεις που εκδόθηκαν πριν από την 1η Ιαν. 1986 και για οποιονδήποτε λόγο δεν έχουν καταστεί αμετάκλητες.
6. Όσοι κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου εκτίουν ποινή ισόβιας κάθειρξης και δεν είχαν τη δυνατότητα, όταν καταδικάσθηκαν, να ασκήσουν έφεση κατά της καταδικαστικής απόφασης ελλείψει δευτέρου βαθμού δικαιοδοσίας, απολύονται με διάταξη του εισαγγελέα εφετών του τόπου έκτισης της ποινής τους μόλις εκτίσουν δεκαπέντε έτη. Το χρονικό διάστημα των δεκαπέντε ετών προσαυξάνεται κατά τα δύο πέμπτα των λοιπών ποινών που έχουν τυχόν επιβληθεί και συντρέχουν σωρευτικά. Σε κάθε περίπτωση όμως ο κατάδικος απολύεται, αν έχει εκτίσει δεκαεπτά έτη.






Αν μέσα σε μια τριετία από την απόλυσή τους εκείνος που απολύθηκε κατά τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου διαπράξει έγκλημα από δόλο, για το οποίο του επιβλήθηκε αμετάκλητα ποινή φυλάκισης ανώτερη του έτους, η απόλυση αίρεται και συνεχίζεται η έκτιση της ποινής της ισόβιας κάθειρξης.
Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου δεν εφαρμόζονται σε όσους έχουν καταδικασθεί για το έγκλημα της εσχάτης προδοσίας, για τους οποίους εξακολουθούν να ισχύουν τα άρθρ. 105 επ. του Νόμου 1492/1950 «Κύρωση του Ποινικού Κώδικα».
7.Οι διατάξεις της παρ. 4 του άρθρ. 25 του Νόμ. 1882/1990 (ΦΕΚ 43 Α΄), όπως συμπληρώθηκε με την παρ. 8 του άρθρ. 20 του Νόμ. 2298/1995 (ΦΕΚ 62 Α΄), εφαρμόζονται και επί οφειλών εργατικών ή εργοδοτικών εισφορών στο Ι.Κ.Α. και τα άλλα ασφαλιστικά ταμεία.
8.Η εφαρμογή των διατάξεων των άρθρ. 6 έως και 15 του κεφ. Β΄ του Νόμ. 1805/1988 «Εκσυγχρονισμός του θεσμού του Ποινικού Μητρώου, τροποποίηση ποινικών διατάξεων και ρύθμιση άλλων σχετικών θεμάτων» (ΦΕΚ 199 Α΄) αναστέλλεται εκ νέου μέχρι 31 Δεκ. 1997.
Ρύθμιση θεμάτων του σωφρονιστικού
συστήματος και του Υπουργείου Δικαιοσύνης
Άρθρ.5.-1.α)(Αντικαθίστανται οι παρ. 2 και 3 άρθρ. 7 Νόμ. 2298/1995, Τόμ. 10, σελ. 154,221).
β)(Αντικαθίσταται το τελευταίο εδάφιο της περίπτ. στ΄ της παρ. 4 άρθρ. 7 Νόμ. 2298/1995, Τόμ. 10, σελ. 154,221).
2.(Παρατίθεται στο τέλος του άρθρ. 7 Νόμ. 2298/1995, Τόμ. 10, σελ. 154,221).
3.(Αντικαθίσταται η παρ. 2 άρθρ. 1 Ν.Δ. 68/1968, Τόμ. 9, σελ. 176).
4-8)(Παρατίθενται στον Τόμ. 6, σελ. 38,217).
9.(Προστίθενται εδάφια στην παρ. 1 άρθρ. 3 Νόμ. 702/1977, Τόμ. 6, σελ. 104,33).
«10.Στο τέλος του τέταρτου εδαφίου της παρ.1 του άρθρ.62 του ν.δ.356/1974 (ΦΕΚ 90 Α΄), που έχει προστεθεί μετά την αντικατάσταση του πρώτου εδαφίου με τις διατάξεις της παρ.10 του άρθρ.9 του νόμ.2386/1996 (ΦΕΚ 43 Α΄), προστίθεται και η φράση «καθώς και στο ΄Ιδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων».
Η παρ.10 αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ.1 άρθρ.69 Νόμ.2676/4-5 Ιαν.1999 (ΦΕΚ Α 1), τόμ.15Β σελ. 70,908.
11.(Αντικαθίσταται η παρ. 6 άρθρ. 96 Ν.Δ. 3026/1954, τόμ. 6Α σελ. 337).
12.α)(Αντικαθίσταται η παρ. 1 άρθρ. 63 Νόμ. 2304/1955, κατωτ. σελ. 214,13).
β)(Καταργείται το άρθρ. 145 Νόμ. 2304/1995, κατωτ. σελ. 214,13).
13.(Παρατίθεται στον τόμ. 6 σελ. 208,425).
14.α)(Αντικαθίσταται η παρ. 3 άρθρ. 67 Νόμ. 2145/1993, ανωτ. αριθ. 28).
β).(Προστίθεται παρ. 4 στο άρθρ. 67 Νόμ. 2145/1993, ανωτ. αριθ. 28).
15.(Παρατίθεται στον τόμ. 6Α σελ. 438,13).
16.(Παρατίθεται στον τόμ. 6 σελ. 208,425).
17-18.(Παρατίθενται στον τόμ. 6Β σελ. 508,501).

Διατάξεις του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων
και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών -
θέματα της Εθνικής Σχολής Δικαστών
Άρθρ.6.-(Παρατίθεται στον τόμ. 6 σελ. 294, 745).
Ισχύς
Άρθρ.7.-1.Κάθε διάταξη που αντίκειται στις διατάξεις του παρόντος καταργείται.
2.Η ισχύς του παρόντος αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

33. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 401
της 26 Νοεμ./10 Δεκ. 1996 (ΦΕΚ Α΄ 269)
«Περί οργανώσεως και λειτουργίας της Επιτροπής για την πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες του άρθρ. 7 του Νόμ. 2331/95».
Έχοντας υπόψη:
1.Τις διατάξεις:
α.Του άρθρ. 7 του Νόμ. 2331/95 «Πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και άλλες ποινικές διατάξεις - Ολομέλεια Αρείου Πάγου - Διαιτησίες και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α΄ 173).
β.Του άρθρ. 294 του Νόμ. 1558/85 «Κυβέρνηση και Κυβερνητικά Όργανα» (ΦΕΚ Α΄ 137), το οποίο προστέθηκε με το άρθρ. 27 του Νόμ. 2081/92 (ΦΕΚ Α΄ 154).
2.Το γεγονός ότι από τις διατάξεις του παρόντος δ/τος προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού ποσού δραχμ. 9.000.000 περίπου, ετησίως, για την οποία εγγράφεται πίστωση στον προϋπολογισμό του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας με Κωδικό Αριθμό Εξόδου (ΚΑΕ) 0515/Φορέας 13/110.
3.Την υπ’ αριθ. 567/96 γνωμοδότηση του Συμβουλίου της Επικρατείας, μετά από πρόταση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, αποφασίζουμε:
Συγκρότηση και λειτουργία της Επιτροπής
Άρθρ.1.-1.Η συγκρότηση της Επιτροπής για την πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες γίνεται με απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, σύμφωνα με το άρθρ. 7 του Νόμ. 2331/95.






(Αντί για τη σελ.84,271) Σελ. 84,271(α)
Τεύχος 1351 Σελ. 93
2.Η Επιτροπή είναι ανεξάρτητη διοικητική αρχή, τα μέλη της οποίας κατά την άσκηση των καθηκόντων τους έχουν λειτουργική και οργανική ανεξαρτησία, ενεργούν δε και αποφασίζουν σύμφωνα με τον Νόμο και τη συνείδησή τους τηρώντας την οριζόμενη από τον Νόμο εχεμύθεια.
3.Το έργο της Επιτροπής είναι, κατ’ άρθρ. 7 του Νομ. 2331/95, προανακριτικό στάδιο και διέπεται κατά τα λοιπά από τις σχετικές διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
4.Ο Πρόεδρος, και σε περίπτωση κωλύματος ο αναπληρωτής του, εκπροσωπεί την Επιτροπή.
5.Χρέη Γραμματέα της Επιτροπής εκτελεί υπάλληλος του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας, οριζόμενος με τον αναπληρωτή του από τον Υπουργό Εθνικής Οικονομίας.
Σύμφωνα με την παρ.5 του άρθρ.6 Νόμ.2515/24-25 Ιουλ.1997 (ΦΕΚ Α 154), τόμ.12 σελ.108,91, όπου στην άνω παρ.5 αναφέρεται το Υπουργείο ή ο Υπουργός Εθνικής Οικονομίας νοείται το Υπουργείο ή ο Υπουργός Οικονομικών.
Συνεδριάσεις της Επιτροπής
Άρθρ.2.-1.Η Επιτροπή συνεδριάζει τακτικά, τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα, υπό τη διεύθυνση του Προέδρου και σε περίπτωση κωλύμματος του αναπληρωτή του, εκτάκτως δε με πρόσκληση του Προέδρου ή του αναπληρωτή του.
2.Οι συνεδριάσεις της Επιτροπής είναι μυστικές, τις διευθύνει δε ο Πρόεδρος αυτής και σε περίπτωση κωλύμματος αυτού ο αναπληρωτής του.
3.Η ημερήσια διάταξη των συνεδριάσεων της Επιτροπής καταρτίζεται από τον Πρόεδρο ή τον αναπληρωτή του και γνωστοποιείται έγκαιρα στα μέλη της με ευθύνη του Γραμματέα της.
4.Για τις συνεδριάσεις της Επιτροπής τηρούνται από τον Γραμματέα πρακτικά που είναι απόρρητα.
5.Η Επιτροπή ευρίσκεται σε απαρτία με την παρουσία 5 από τα μέλη της και οι αποφάσεις αυτής λαμβάνονται με απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων μελών, σε περίπτωση δε ισοψηφίας υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου.
6.Τα μέλη της Επιτροπής οφείλουν να ανακοινώνουν γραπτώς τυχόν κώλυμα συμμετοχής τους στον Γραμματέα, ο οποίος καλεί τον νόμιμο αναπληρωτή τους.
7.Για την αποχή ή εξαίρεση μέλους ή μελών της Επιτροπής από συνεδρίαση για την εξέταση συγκεκριμένου θέματος εφαρμόζονται αναλόγως τα άρθρ. 14 επόμενα του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Στην περίπτωση αυτή συμμετέχει στη συνεδρίαση της Επιτροπής ο αναπληρωτής τους.




Σελ. 84,272(α)
Τεύχος 1351 Σελ. 94

8.Ο Πρόεδρος, εφόσον υπάρξει ένδειξη λόγου εξαιρέσεως, και αν αυτός δεν δηλωθεί, μπορεί να ζητήσει από το μέλος την παροχή διευκρινήσεων και να εισαγάγει θέμα εξαίρεσής του στην Επιτροπή.
Λήψη αποφάσεων
Άρθρ.3-1.Οι αποφάσεις της Επιτροπής είναι αιτιολογημένες και επέχουν θέση πορίσματος έναντι τρίτων. Διαβιβάζονται σε αντίγραφο, κατά περίπτωση, με το φάκελλο στον αρμόδιο εισαγγελέα, τηρουμένων των διατάξεων της παρ. 5 του άρθρ. 7 του Νόμ. 2331/1995.
2.Το πόρισμα συντάσσεται από τον εισηγητή - μέλος της Επιτροπής, υπογράφεται από τον Πρόεδρο και τον Γραμματέα, αριθμείται, καταχωρίζεται σε ειδικό βιβλίο πορισμάτων και αρχειοθετείται.
3.Με απόφαση της Επιτροπής μπορεί να αρθεί το απόρρητο σε εξαιρετικές περιπτώσεις και μόνον έναντι άλλης δημόσιας αρχής.
Προσωπικό έρευνας, αξιολόγησης
και διαπίστωσης
Άρθρ.4.-1.Η Επιτροπή απασχολεί για την έρευνα, την αξιολόγηση και τη διαπίστωση των παραβάσεων του Νόμ. 2331/1995 υπαλλήλους που αποσπώνται αποκλειστικώς για το λόγο αυτό με αποφάσεις των αρμόδιων Υπουργών, κατά τις διατάξεις του άρθρ. 7 παρ. 3 του παραπάνω Νόμου.
2.Η Επιτροπή με αιτιολογημένη απόφασή της και αφού διαπιστώσει τις ανάγκες της προτείνει προς τους Υπουργούς Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών, Ανάπτυξης και Δικαιοσύνης την απόσπαση σ’ αυτήν του απαιτούμενου εκάστοτε αριθμού υπαλλήλων για την εκπλήρωση του έργου της.







Διαδικασία έρευνας και τεκμηρίωσης
Άρθρ.5.-1.Με απόφαση της Επιτροπής μπορούν να συσταθούν μερικότερα τμήματα αυτής, αναλόγως της κατηγορίας των υποθέσεων.
Για την σύσταση των τμημάτων αποφασίζει ο Πρόεδρος της Επιτροπής αναλόγως των εμφανιζομένων αναγκών. Η στελέχωση και διάρθρωση των τμημάτων γίνεται με απόφαση της Επιτροπής.
2.Ο Πρόεδρος της Επιτροπής, για κάθε εισερχόμενη υπόθεση που καταχωρίζεται στο ειδικό προς τούτο βιβλίο, αναθέτει την έρευνα σε υπάλληλο του άρθρ. 4 παρ. 1 του παρόντος και την εποπτεία αυτού σε μέλος της Επιτροπής, ανάλογα με τη φύση της υπόθεσης. Κατά περίπτωση, μπορεί να ορισθούν και περισσότεροι του ενός υπάλληλοι για την αυτή υπόθεση.
3.Η Επιτροπή, με σύμφωνη γνώμη του Προέδρου και του μέλους της στο οποίο έχει ανατεθεί η συγκεκριμένη υπόθεση, σύμφωνα με την παραπάνω παρ. 2 του άρθρ. 5 του παρόντος, μπορεί να καλεί και να ακροάται εμπειρογνώμονες για παροχή περαιτέρω διευκρινίσεων που υπόκεινται στο καθήκον εχεμύθειας.
4.Το εντεταλμένο μέλος της Επιτροπής, ως αρμόδιος εισηγητής παρουσιάζει διεξοδικά την υπόθεση στην Επιτροπή, η οποία και λαμβάνει την απόφαση.
Γραμματεία της Επιτροπής
Άρθρ.6.-1.Η γραμματειακή υποστήριξη της Επιτροπής παρέχεται από υπαλληλικό προσωπικό αποσπώμενο σ’ αυτήν σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρ. 7 παρ. 3 του Νόμ. 2331/95.
2.Ο Πρόεδρος της Επιτροπής προτείνει, μετά από σχετική εισήγηση του γραμματέα αυτής, προς τον Υπουργό Εθνικής Οικονομίας τον απαιτούμενο εκάστοτε αριθμό υπαλλήλων για τη στελέχωση και οργάνωση της γραμματείας.
3.Η Επιτροπή αποφασίζει για την στελέχωση και οργάνωση των υπηρεσιών της Γραμματείας και συντάσσει, εντός 3 μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος Π.Δ/τος, τον εσωτερικό κανονισμό οργάνωσης και λειτουργίας της, ο οποίος εγκρίνεται με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
4.Καθήκοντα γραμματέως της Επιτροπής εκτελεί υπάλληλος του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας, που ορίζεται με τον αναπληρωτή του από τον Υπουργό Εθνικής Οικονομίας και ασκεί τα καθήκοντά του σύμφωνα με το παρόν Π.Δ/γμα και τον εσωτερικό κανονισμό. Ο γραμματέας παρίσταται στις συνεδριάσεις της Επιτροπής, τηρεί τα πρακτικά των συνεδριάσεων και έχει υποχρέωση εχεμύθειας σύμφωνα με τον Νόμ. 2331/1995.
Σύμφωνα με την παρ.5 του άρθρ.6 Νόμ.2515/24-25 Ιουλ.1997 (ΦΕΚ Α 154), τόμ.12 σελ.108,91 όπου στις άνω παρ.2,3 και 4 αναφέρεται το Υπουργείο ή ο Υπουργός Εθνικής Οικονομίας νοείται το Υπουργείο ή ο Υπουργός Οικονομικών.

Συνεργασία με αντίστοιχους
φορείς του εξωτερικού
Άρθρ.7.-1.Η Επιτροπή διατηρεί επαφή, ανταλλάσσει πληροφορίες τηρουμένης της μυστικότητας και συνεργάζεται με την ρήτρα αμοιβαιότητας, με αντίστοιχους φορείς του εξωτερικού, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρ. 7 παρ. 9 του Νόμ.2331/95.
2.Με απόφαση της Επιτροπής και προς το σκοπό της καλύτερης λειτουργίας της μπορεί να εξουσιοδοτούνται μέλη της προκειμένου να μετέχουν σε συναντήσεις και συσκέψεις με άλλους αρμόδιους φορείς του εξωτερικού για θέματα αρμοδιοτήτων της.
Ετήσιος απολογισμός έργου
Άρθρ.8.-1.Εντός του Ιανουαρίου κάθε έτους, η Επιτροπή συντάσσει έκθεση επί των δραστηριοτήτων της του περασμένου έτους, την οποία υποβάλλει στους Υπουργούς Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών, Ανάπτυξης και Δικαιοσύνης.
2.Η έκθεση περιέχει περιληπτικό απολογισμό του έργου της Επιτροπής και στατιστικά στοιχεία, τηρουμένης κατά τα λοιπά της εχεμύθειας του άρθρ. 7 παρ. 6 του Νόμ. 2331/1995.
Άρθρ.9.-Οι δαπάνες λειτουργίας και γραμματειακής υποστήριξης της Επιτροπής, καθώς και οι αμοιβές που προβλέπονται στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 7 του άρθρ. 7 του Νόμ. 2331/95, βαρύνουν τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας.
Σύμφωνα με την παρ.5 του άρθρ.6 Νόμ.2515/24-25 Ιουλ.1997 (ΦΕΚ Α 154), τόμ.12 σελ.108,91, στη θέση του Υπουργείου Εθν.Οικονομίας, νοείται το Υπουργείο Οικονομικών,
Άρθρ.10.-Η ισχύς του παρόντος Π.Δ/τος αρχίζει από την ημερομηνία δημοσίευσής του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
















(Αντί για τη σελ. 84,273) Σελ. 84,273(α)
Τεύχος 1351 Σελ. 95
34. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 2479
της 6/6 Μαΐου 1997 (ΦΕΚ Α΄ 67)
Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο, επιτάχυνση των δικών, δικονομικές απλουστεύσεις και άλλες διατάξεις.
Τροποποιήσεις του Ποινικού Κώδικα,
Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και
ειδικών ποινικών νόμων
Άρθρ.2.-1.(Προστίθεται εδάφιο ζ΄, στο άρθρ. 13 του Π.Κ., ανωτ. αριθ. 3 και 27).
2.(Προστίθεται παρ. 13 στο άρθρ. 82 του Π.Κ., ανωτ. αριθ. 3 και 27).
3.(Αντικαθίσταται η παρ. 1 του άρθρ. 99 του Π.Κ., ανωτ. αριθ. 3 και 27).
4.(Αντικαθίσταται η παρ. 1 του άρθρ. 172 Π.Κ., ανωτ. αριθ. 3 και 27).
5.(Αντικαθίσταται η παρ. 2 του άρθρ. 173 Π.Κ., ανωτ. αριθ. 3 και 27).
6.(Αντικαθίσταται η παρ. 1 του άρθρ. 174 Π.Κ., ανωτ. αριθ. 3 και 27).
7.(Αντικαθίσταται η παρ. 2 του άρθρ. 174 Π.Κ., ανωτ. αριθ. 3 και 27).
8.(Παρατίθεται στο τέλος της παρ. 2 του άρθρ. 174 Π.Κ., ανωτ. αριθ. 3 και 27).
9.(Προστίθεται άρθρ. 232Α, στον Π.Κ., ανωτ. αριθ. 3 και 27).
10.(Αντικαθίσταται το πρώτο και δεύτερο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρ. 471, Κ.Π.Δ., τόμ. 9, σελ. 23 και 136,11).
11.(Αντικαθίσταται το εδάφ. δ΄, της παρ. 19 του άρθρ. 2 του Νόμ. 2408/1996, ανωτ. αριθ. 32).
12.Οι διατάξεις ειδικών ποινικών νόμων που αποκλείουν την ανασταλτική δύναμη του ενδίκου μέσου της εφέσεως παύουν να ισχύουν.
13.(Αντικαθίσταται η παρ. 6 του άρθρ. 22 του Νόμ. 1599/1986, τόμ. 1, σελ. 116,26).
14.(Αντικαθίσταται η παρ. 7, του άρθρ. 122 του Νόμ. 1165/1918, τόμ. 30, σελ. 139).
15.α.(Προστίθεται φράση στην περίπτ. β΄, του εδάφ. β΄ της παρ. 2 του άρθρ. 4 του Νόμ. 2408/1996, το οποίο τροποποίησε το άρθρ. 13 Νόμ. 1729/1987, τόμ. 34, σελ. 844,01).
β.(Αντικαθίσταται, το άρθρ. 8 του Νόμ. 1729/1987, τόμ. 34Β, σελ. 844,01).
16.(Προστίθεται εδάφ. αιζ΄, στην παρ. α΄ του άρθρ. 1 του Νόμ. 2331/1995, ανωτ. αριθ. 31).
Για τις λοιπές διατάξεις βλ. τόμ. 1Α σελ. 274.









Σελ. 84,274(α)
Τεύχος 1351 Σελ. 96
35. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 2521
της 1-1 Σεπτ. 1997(ΦΕΚ Α΄ 174)
Ειδικό μισθολόγιο δικαστικών λειτουργών, μισθολόγια κύριου προσωπικού Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και ιατροδικαστών και άλλες διατάξεις.
Τροποποίηση διατάξεων Ποινικού Κώδικα,
Ποινικής και Διοικητικής Δικονομίας
Άρθρ.20-1.(Προστίθεται δεύτερο εδ. στην παρ. 3 των άρθρ. 74 & 99 του Ποιν. Κώδικα, ανωτ. αριθ. 3 & 27).
2.α.Ανεκτέλεστες εν όλω ή εν μέρει ποινές φυλάκισης που έχουν επιβληθεί για παράδοση του άρθρ. 79 του Νομ. 5960/1993 (ΦΕΚ 401 Α΄), όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρ. 1 του ν.δ/τος 1325/1972 (ΦΕΚ 239 Α΄) και την προσθήκη της παρ. 5 με το άρθρ. 4 του νομ. 2408/1996 (ΦΕΚ 104 Α΄), με δικαστικές αποφάσεις οι οποίες κατέστησαν αμετάκλητες μέχρι την ισχύ του παρόντος και δεν έχουν μετατραπεί σε χρηματικές, μετατρέπονται σε χρηματικές ποινές προς 400 έως 1.000 δρχ. την ημέρα ύστερα από αίτηση του καταδικασθέντος που υποβάλλεται αυτοπροσώπως ή με πληρεξούσιο στον αρμόδιο για την εκτέλεση των ποινών εισαγγελέα μέσα σε αποκλειστική προθεσμία έξι μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου. Η μετατροπή αποκλείεται αν η ποινή φυλάκισης έχει περιληφθεί σε συνολική ποινή κάθειρξης που εξακολουθεί να ισχύει. Εφόσον στους ανωτέρω καταδικασθέντες έχει επιβληθεί και χρηματική ποινή, αυτή βεβαιώνεται αρμοδίως κατά τις κείμενες διατάξεις.
β.Για τη μετατροπή της ποινής αποφασίζει αμετακλήτως το δικαστήριο που εξέδωσε την καταδικαστική απόφαση ύστερα από κλήτευση του αιτούντος, σύμφωνα με τα άρθρ. 155 έως 161 και 166 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Μπορεί όμως ο αιτών να παραιτηθεί από την κλήτευση, καθώς επίσης και να εκπροσωπηθεί με συνήγορο, εφόσον προβεί σε σχετική δήλωση στην αίτησή του ή σε μεταγενέστερο έγγραφο προς τον εισαγγελέα ή το δικαστήριο.
γ.Μετά την υποβολή της αίτησης που προβλέπεται στο πρώτο εδ. δεν επιτρέπεται η άσκηση οποιουδήποτε τακτικού ή έκτακτου ένδικου μέσου κατά της απόφασης που επέβαλε την ποινή ή η άσκηση αίτησης ακυρώσεως της διαδικασίας ή της αποφάσεως και εφόσον ασκηθεί, κηρύσσεται απαράδεκτο σύμφωνα με το άρθρ. 476 παρ. 1 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
3.(Προστίθεται περίοδος στο τέλος του εδ. 3 της παρ. 2 του άρθρ. 432 του Κ. Ποιν. Δ. Τόμ. 9 σελ. 23 & 136,11).

4.(Προστίθεται περ. στην παρ. 3 του άρθρ. 473 του Κ. Ποιν. Δ. Τόμ. 9 σελ. 23 & 136,11).
5.(Παρατίθεται στο τέλος της παρ. 1 άρθρ. 489 Κ. Πολ. Δ. σελ. 23 & 136,11).
6.(Προστίθεται κείμενο στο τέλος της παρ. 13 του άρθρ. 2 του Νομ. 2479/1997 (ΦΕΚ Α΄ 67) με το οποίο αντικαταστάθηκε η παρ. 6 άρθρ. 22 Νομ. 1599/1986 Τομ. 1, σελ. 116,26).
7α.(Προστίθεται νέα παρ. 2 στο άρθρ. 65 του ΠΔ 341/1978 Τομ. 6 σελ. 104,51 και αναριθμούνται οι παρ. 2, 3 και 4 σε 3, 4 και 5 αντίστοιχα).
7β.(Αντικαθίσταται η παρ. 4 του άρθρ. 65 του ΠΔ 341/1978 Τομ. 6 σελ. 104,51).
7γ.(Παρατίθεται ως σχόλιο στην παρ. 2 του άρθρ. 65 του ΠΔ 341/1978 Τομ. 6 σελ. 104,501).
Για τις λοιπές διατάξεις βλ. Τομ. 2Α σελ. 384,90907.

36. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ
Αριθ. 88457
της 31 Ιουλ.-19 Αυγ. 1997 (ΦΕΚ Β΄ 709)
Ρύθμιση λεπτομερειών εφαρμογής της διάταξης της παρ. 3 άρθρ. 5 του Νόμ. 2331/95, σχετικά με απαγόρευση εκποίησης ακινήτου κατηγορουμένου κλπ.».
Έχοντας υπόψη:
1)Τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρ. 5 του Νόμ.2331/95 «Πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και άλλες ποινικές διατάξεις - Ολομέλεια Αρείου Πάγου - Διαιτησίες και άλλες διατάξεις και 2)το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσης δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού, αποφασίζουμε:
Οι φύλακες μεταγραφών υποχρεούνται να εγγράφουν αυθημερόν στα οικεία βιβλία κατασχέσεων του Υποθηκοφυλακείου την κατά τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρ. 5 του Νόμ. 2331/95 (ΦΕΚ 173Α΄) εκδιδόμενη διάταξη του ανακριτή ή το βούλευμα του δικαστικού συμβουλίου που θα τους επιδοθεί.
Η διάταξη του ανακριτή ή το βούλευμα πρέπει να περιλαμβάνει την περιγραφή του ακινήτου κατά θέση, έκταση και όρια, τα πλήρη στοιχεία του ιδιοκτήτη και ει δυνατόν τους τίτλους κτήσεως.





(Αντί για τη σελ. 84,275(α) Σελ. 84,275(β)
Τεύχος Σελ.
Οι φύλακες μεταγραφών υποχρεούνται να αποστείλουν σχετικό πιστοποιητικό εγγραφής της κατασχέσεως στην Δικαστική Αρχή που είχε ζητήσει την καταχώρηση προκειμένου να συμπεριληφθεί στη σχετική δικογραφία.
Η εγγραφή της ανωτέρω κατασχέσεως δεν εμποδίζεται από την ύπαρξη άλλων προϋφισταμένων κατασχέσεων και αίρεται με πράξη των οργάνων που την διέταξαν. Επίσης η κατά τα ανωτέρω εγγραφή δεν εμποδίζει την εγγραφή άλλων κατασχέσεων ή εγγραφών ή μεταγραφών.
Για τις ανωτέρω εγγραφές δεν καταβάλλονται τέλη και δικαιώματα υπέρ οιουδήποτε.

37. ΑΠΟΦΑΣΗ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΘΝΙΚΗΣ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ
Αριθ. 29648/Β. 1493
της 11-20 Σεπτ. 1998 (ΦΕΚ Β΄ 1004)
Εσωτερικός κανονισμός οργανώσεως και λειτουργίας της Επιτροπής για την πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες του άρθρ. 7 του Νόμ. 2331/1995.

38. ΝΟΜΟΣ υπ’ άριθ.2721
της 3/3 Ιουν. 1999 (ΦΕΚ Α' 112)
Τροποποίηση και αντικατάσταση διατάξεων των Νόμ. 1756/1988 (ΦΕΚ 35 Α'), 1729/87 (ΦΕΚ 144 Α'), του Ποινικού Κώδικα, του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και άλλες διατάξεις.
Απέλαση αλλοδαπών
'Αρθρ.12.-1.(Προστίθεται παρ. 4 στο άρθρ. 74 του Π.Κ. ανωτέρω αριθ. 3 και 27).
2.(Προστίθεται εδάφ. γ' στην παρ. 2 άρθρ. 99 του Π.Κ. ανωτ. αριθ. 3 και 27).
Μετατροπή ποινών
'Αρθρ.13.-1.(Προστίθεται εδάφιο στην παρ. 2 άρθρ. 82 του Π.Κ. ανωτ. αριθ. 3 και 27).
2.(Παρατίθεται στο τέλος της παρ. 2 άρθρ. 82 του Π.Κ. ανωτ. αριθ. 3 και 27).
Προσθήκη και αντικατάσταση
διατάξεων του Π.Κ.
'Αρθρ.14.-1.1.(Προστίθεται παρ. 2 στο άρθρ. 98 του Π.Κ. ανωτ. αριθ. 3 και 27).
1.2.(Προστίθεται παρ. 2 στο άρθρ. 289 του Π.Κ. ανωτ. αριθ. 3 και 27).
1.3.(Προστίθεται παρ. 2 στο άρθρ. 379 του Π.Κ. ανωτ. αριθ. 3 και 27).
1.4.(Προστίθεται παρ. 2 στο άρθρ. 393 του Π.Κ. ανωτ. αριθ. 3 και 27).


Σελ. 84,276(β)
Τεύχος Σελ.

2.α.(Αντικαθίσταται φράση στην παρ. 3 άρθρ. 216 του Π.Κ. ανωτ. αριθ. 3 και 27).
β.(Προστίθεται δεύτερο εδάφιο στην παρ. 3 άρθρ. 216 του Π.Κ. ανωτ. αριθ. 3 και 27).
3.α.(Προστίθενται εδάφια στην παρ. 1 άρθρ. 375 Π.Κ. ανωτ. αριθ. 3 και 27).
β.(Προστίθεται δεύτερο εδάφιο στην παρ. 2 άρθρ. 375 Π.Κ. ανωτ. αριθ. 3 και 27).
4.(Αντικαθίσταται η παρ. 3 άρθρ. 386 Π.Κ. ανωτ. αριθ. 3 και 27).
5.α.(Αντικαθίσταται η περίπτ. γ' άρθρ. 256 του Π.Κ. ανωτ.αριθ.3 και 27).
β.(Αντικαθίσταται η περίπτ.γ΄άρθρ.258 του Π.Κ. ανωτ. αριθ.3 και 27).
6.(Προστίθεται φράση στην παρ.3 άρθρ.242 Π.Κ. ανωτ.αριθ.3 και 27).
7.(Προστίθεται φράση στην περίπτ.ε΄ άρθρ.374 του Π.Κ. ανωτ.αριθ.3 και 27).
8.α.(Αντικαθίσταται φράση στην παρ. 1 άρθρ. 404 του Π.Κ. ανωτ. αριθ. 3 και 27).
β.(Αντικαθίσταται φράση στην παρ. 3 άρθρ. 404 του Π.Κ. ανωτ. αριθ. 3 και 27).
γ.(Καταργείται η παρ. 5 άρθρ. 404 του Π.Κ. ανωτ. αριθ. 3 και 27).
Άρθρο 22
Περιπτώσεις της κατ’ έγκληση δίωξης του εγκλήματος της έκδοσης ακάλυπτης επιταγής
1.Αντικαθίσταται το εδάφιο γ΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 79 του ν. 5960/1933, που προστέθηκε με το άρθρο 4 παρ. 1α του ν. 2408/1996.
2.Αν η δήλωση που προβλέπεται στην παράγραφο 1γ του άρθρου 4 του ν. 2408/1996, όπως παραπάνω αντικαταστάθηκε, δεν υπάρχει και δεν υποβληθεί μέσα σε έξι (6) μήνες από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, καθώς και σε περίπτωση ανάκλησης της έγκλησης, η ποινική δίωξη παύει οριστικά.
Η παραπάνω δήλωση και η ανάκληση της έγκλησης γίνονται στις αρχές της παραγράφου 2 του άρθρου 52 του Κώδικα Ποινικής Δικονιομίας.
3.Τα εδάφια α΄, β΄ και γ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 20 του ν. 2521/1997 εφαρμόζονται και για τις δικαστικές αποφάσεις που κατέστησαν αμετάκλητες μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου ή θα καταστούν αμετάκλητες μέσα σε ένα εξάμηνο από την έναρξη ισχύος του.
Εξάλειψη αξιοποίνων και παύση ποινικής δίωξης ορισμένων αξιόποινων πράξεων διαπραχθεισών κατά τις αγροτικές κινητοποιήσεις
'Αρθρ.25.-1.Εξαλείφεται το αξιόποινο των πράξεων των άρθρ. 290, 291 και 292 του Ποινικού Κώδικα που αφορούν την παρακώλυση συγκοινωνιών, καθώς και των παραβάσεων του άρθρ. 34 παρ. 12 του Νόμ. 2696/1999 (ΦΕΚ 57 Α') και έχουν τελεστεί προ του Μαρτίου του έτους 1997, εκ μέρους αγροτών κατά τη διάρκεια αγροτικών κινητοποιήσεων, με τη μορφή βίαιης διακοπής συγκοινωνιών και σε βάρος της αγροτικής και εθνικής οικονομίας.
2.Την παύση της ποινικής δίωξης κηρύσσει το δικαστήριο ενώπιον του οποίου εκκρεμούν υποθέσεις της ανωτέρω μορφής, με πρόταση του εισαγγελέα της έδρας ή με αίτηση του κατηγορουμένου, είτε και αυτεπαγγέλτως, οι τυχόν δε αμετακλήτως επιβληθείσες ποινές διαγράφονται επίσης από το Ποινικό Μητρώο με απόφαση του δικαστηρίου που τις επέβαλε, ύστερα από αίτηση του καταδικασθέντος ή πρόταση του εισαγγελέα της έδρας του εκδόντος την απόφαση δικαστηρίου.
Για τις λοιπές διατάξεις βλέπε Τόμ. 6 σελ. 146,30.

39. ΝΟΜΟΣ υπ΄αριθ.2915
της 28-29 Μαΐου 2001 (ΦΕΚ Α 109)
Επιτάχυνση της τακτικής διαδικασίας ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων και λοιπές δικονομικές και συναφείς ρυθμίσεις.
Άρθρ,28.-1.(Προστίθενται εδάφια στο άρθρ.56 Ποιν.Κ., ανωτ.αριθ.3 και 27).
Για τις λοιπές διατάξεις βλέπε τόμ.10 σελ. 154,227.






































(Μετά τη σελ. 84,276(β) Σελ. 84,2761
Τεύχος Σελ.


40. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ.2928
της 25-27 Ιουν.2001 (ΦΕΚ Α΄141)
Tροποποίηση διατάξεων του Ποινικού Κώδικα και του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και άλλες διατάξεις για την προστασία του πολίτη από αξιόποινες πράξεις εγκληματικών οργανώσεων.
Άρθρ.1.-1.(Αντικαθίσταται το άρθρ.187 του Ποινικού Κώδικα ,ανωτ.αριθ.3 και 27).
2.(Προστίθεται εδάφ.ακγ΄στο στοιχ.α΄άρθρ.1 Νόμ.2331/1995, ανωτ.αριθ.31).
Άρθρ. 2.-(Προστίθεται άρθρ. 187Α μετά το άρθρ.187 του Ποινικού Κώδικα , ανωτ.αριθ.3 και 27).
Άρθρ.3.-1.(Αντικαθίσταται το άρθρο 272 του Ποινικού Κώδικα ,ανωτ.αριθ.3 και 27).
2. Το άρθρ.272Α του Ποινικού Κώδικα, που προστέθηκε με το άρθρο 2 του ν.δ. 364/1969, καταργείται.
Άρθρ. 4-7.-(Παρατίθενται στον τόμ.9 σελ.136,284).
Ευθύνη νομικών προσώπων και επιχειρήσεων
Άρθρ.- 8.-1. Αν κάποια από τις αξιόποινες πράξεις των άρθρων 1 και 2 του ν. 2331/1995 προσπορίσει άμεσο περιουσιακό όφελος σε νομικό πρόσωπο ή επιχείρηση και εφόσον ένα ή περισσότερα από τα πρόσωπα που ασκούν τη διοίκησή τους ή διαχειρίζονται υποθέσεις τους γνώριζε ότι το όφελος προέρχεται από τέτοια πράξη, επιβάλλονται στο νομικό πρόσωπο ή την επιχείρηση οι ακόλουθες κυρώσεις, σωρευτικά ή διαζευκτικά, με κοινή απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, ύστερα από πρόταση της Επιτροπής του άρθρου 7 του ν. 2331/1995:
α) Διοικητικό πρόστιμο ίσο με το τριπλάσιο έως το δεκαπλάσιο του οφέλους.
β) Οριστική ή προσωρινή για χρονικό διάστημα από ένα μήνα έως δύο έτη αφαίρεση της άδειας λειτουργίας της επιχείρησης ή, αν τέτοια άδεια δεν προβλέπεται από το νόμο, απαγόρευση της άσκησης της επιχειρηματικής της δραστηριότητας.
γ) Οριστικός ή προσωρινός για το ίδιο χρονικό διάστημα αποκλεισμός της από δημόσιες παροχές ή ενισχύσεις ή από δημόσιους διαγωνισμούς.
Σε περίπτωση που το ακριβές ύψος του οφέλους για οποιονδήποτε λόγο δεν μπορεί να υπολογισθεί, επιβάλλεται πρόστιμο από δέκα εκατομμύρια (10.000.000) δραχμές ή 29.347,0286 ευρώ έως ένα δισεκατομμύριο (1.000.000.000) δραχμές ή 2.934.702,8613 ευρώ. Τα ποσά αυτά μπορεί να αναπροσαρμόζονται με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης.
2. Εφόσον τα κατά την προηγούμενη παράγραφο πρόσωπα αγνοούσαν από αμέλεια την προέλευση του οφέλους, επιβάλλεται υπό τις αυτές κατά τα λοιπά προϋποθέσεις, σωρευτικά ή διαζευκτικά, διοικητικό πρόστιμο έως το διπλάσιο του οφέλους ή προσωρινός αποκλεισμός έως έξι μήνες από δημόσιες παροχές ή ενισχύσεις ή δημόσιους διαγωνισμούς.
3. Για τη σωρευτική ή διαζευκτική επιβολή των κυρώσεων που προβλέπονται στις προηγούμενες παραγράφους και για την επιμέτρηση των κυρώσεων λαμβάνονται υπόψη ιδίως η βαρύτητα της παράβασης και της υπαιτιότητας, η οικονομική επιφάνεια του νομικού προσώπου ή της επιχείρησης και οι περιστάσεις της συγκεκριμένης περίπτωσης.
Άρθρ.9-11.-(Παρατίθενται στον τόμ.9 σελ.136,284).
Άρθρ.12.-(Παρατίθεται σαν σχόλιο στο τέλος του εδαφ.γ΄παρ.1 άρθρ.3 Νόμ.2236/1994, τόμ.6 σελ.294,729).
Άρθρ. 13.-(Παρατίθεται στον τόμ.6 σελ.96,16).
Άρθρ. 14.-Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

41. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ.2948
της 16-19 Οκτ.2001 (ΦΕΚ Α΄242)
Κυκλοφορία τραπεζογραμματίων και κερμάτων ευρώ και φορολογικές ρυθμίσεις για την εισαγωγή του ευρώ.
Τροποποίηση και συμπλήρωση διατάξεων για την
προστασία του νομίσματος και τη μετατροπή ποσών
΄Αρθρ.8.-1.(Τροποποιείται το άρθρ.207 ΠΚ, ανωτ.αριθ.3 και 27).
2.(Τροποποιείται η παρ.1 άρθρ.208 ΠΚ, ανωτ.αριθ.3 και 27).
3.( Προστίθεται άρθρ.208Α μετά το άρθρ.208 ΠΚ, ανωτ.αριθ.3 και 27).
4.(Τροποποιείται το άρθρ.211 ΠΚ, ανωτ.αριθ.3 και 27).
5. Αν κάποιο από τα αδικήματα των άρθρων 207, 208, 208Α και 211 του Ποινικού Κώδικα τελείται προς όφελος νομικού προσώπου από οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο που ενεργεί είτε ατομικά είτε ως μέλος οργάνου νομικού προσώπου και ασκεί διευθυντικές εξουσίες που εμπεριέχουν εξουσία εκπροσώπησης του νομικού προσώπου ή δικαίωμα λήψης απόφασης για λογαριασμό του νομικού προσώπου ή εξουσιοδότησης για την άσκηση ελέγχου εντός του νομικού προσώπου, επιβάλλεται στο νομικό πρόσωπο με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών σωρευτικά ή διαζευκτικά:
α) διοικητικό πρόστιμο μέχρι 50% επί του ποσού της παράβασης ή σε περίπτωση που δεν είναι δυνατόν να προσδιορισθεί αυτό, μέχρι ποσού ενός εκατομμυρίου (1.000.000) ευρώ,
β) προσωρινή ή οριστική απαγόρευση άσκησης της επιχειρηματικής δραστηριότητας,






(Αντί για τη σελ.84,277) Σελ. 84,277(α)
Τεύχος 1365 Σελ. 95
γ) πρόσκαιρος ή οριστικός αποκλεισμός από δημόσιες παροχές ή ενισχύσεις.
Οι ίδιες κυρώσεις επιβάλλονται στο νομικό πρόσωπο και όταν η έλλειψη εποπτείας ή ελέγχου από το κατά το προηγούμενο εδάφιο φυσικό πρόσωπο κατέστησε δυνατή την τέλεση των αναφερόμενων στο ίδιο εδάφιο ποινικών αδικημάτων προς όφελος του νομικού προσώπου από άλλο φυσικό πρόσωπο που τελεί υπό την εξουσία εκείνου.
Η κατά τα προηγούμενα εδάφια ευθύνη των νομικών προσώπων δεν αποκλείει την ποινική ευθύνη των φυσικών προσώπων.
Για τις λοιπές διατάξεις βλ.τόμ.26 σελ.9.

42. ΝΟΜΟΣ υπ΄αριθ. 3090
της 24-24 Δεκ.2002 (ΦΕΚ Α΄329)
Σύσταση Σώματος Επιθεώρησης και Ελέγχου των Καταστημάτων Κράτησης και άλλες διατάξεις.
Άρθρ.6.-1.(Προστίθεται εδάφιο μετά το πρώτο εδάφιο της πρώτης παραγράφου άρθρ.74 Π.Κ., ανωτ.αριθ.3 και 27).
2..(Προστίθεται εδάφιο στο τέλος της παρ.3 άρθρ.74 Π.Κ., ανωτ.αριθ.3 και 27).
3. Στα μέλη και στον γραμματέα του συμβουλίου της προηγούμενης παραγράφου καταβάλλεται αποζημίωση, το ύψος της οποίας ορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης.
4.(Προστίθεται εδάφιο στο τέλος της παρ.3 άρθρ.99 Π.Κ., ανωτ.αριθ.3 και 27).
5.(Προστίθεται παρ.5 στο άρθρ.99 Π.Κ., ανωτ.αριθ.3 και 27).
6.(Προστίθεται εδάφιο στο τέλος της παρ.4 άρθρ.105 Π.Κ., ανωτ.αριθ.3 και 27).
7.(Τροποποιείται το άρθρ.326 Π.Κ., ανωτ.αριθ.3 και 27).
8.(Αντικαθίσταται το άρθρ.370Α Π.Κ., ανωτ.αριθ.3 και 27).
Άρθρ.8.-4. Η παρ.4 του άρθρ.35 του Νόμ.2172/1993 (ΦΕΚ 207 Α΄) καταργείται.
΄Αρθρ.9.-1.(Αντικαθίσταται το άρθρο δεύτερο Νόμ.2656/1998, κατωτ.σελ.122,61).
2.(Αντικαθίσταται το άρθρο πέμπτο Νόμ.2656/1998, κατωτ.σελ.122,61).



Σελ. 84,278(α)
Τεύχος 1365 Σελ. 96

3.Οι διατάξεις του πέμπτου εδαφίου της παρ.7 του άρθρ.19 του π.δ.774/1980 «περί κωδικοποιήσεως εις ενιαίον κείμενον των περί Ελεγκτικού Συνεδρίου ισχυουσών διατάξεων κ.λπ.» (ΦΕΚ 189 Α΄), η οποία προστέθηκε με το άρθρ.15 του Νόμ.2145/1993 (ΦΕΚ 88 Α΄), αντικαταστάθηκε εν μέρει με την παρ.1 του άρθρ.8 του Νόμ.2741/1999 (ΦΕΚ 199 Α΄) και τροποποιήθηκε με το άρθρ.2 του Νόμ.3060/2002 (ΦΕΚ 242 Α΄) καταργούνται από της ισχύος τους χωρίς να θίγεται το κύρος πράξεων που εκδόθηκαν σε εφαρμογή των καταργούμενων διατάξεων μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.
Για τις λοιπές διατάξεις βλ. τόμ.6 σελ.38,253.

43. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ.3064
της 11-15 Οκτ.2002 (ΦΕΚ Α΄248)
Καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων, των εγκλημάτων κατά της γενετήσιας ελευθερίας, της πορνογραφίας ανηλίκων και γενικότερα της οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής και αρωγή στα θύματα των πράξεων αυτών.
ΜΕΡΟΣ Α
΄Αρθρ.1.-(Προστίθεται άρθρ.323Α μετά το άρθρ.323 ΠΚ, ανωτ.αριθ.3 και 27).
΄Αρθρ.2.-( Αντικαθίσταται το άρθρ.338 ΠΚ, ανωτ.αριθ.3 και 27).
΄Αρθρ.3.-(Αντικαθίσταται το άρθρ.340 ΠΚ, ανωτ.αριθ.3 και 27).
΄Αρθρ.4.-(Αντικαθίσταται το πρώτο εδάφιο άρθρ.344 ΠΚ, ανωτ.αριθ.3 και 27).
΄Αρθρ.5.-(Προστίθεται τρίτη παράγραφος στο άρθρ.348 ΠΚ, ανωτ.αριθ.3 και 27).
΄Αρθρ.6.-(Προστίθεται άρθρ.348Α μετά το άρθρ.348 ΠΚ, ανωτ.αριθ.3 και 27).
΄Αρθρ.7.-(Αντικαθίσταται το άρθρ.349 ΠΚ, ανωτ.αριθ.3 και 27).
΄Αρθρ.8.-(Αντικαθίσταται το άρθρ.351 ΠΚ, ανωτ.αριθ.3 και 27).
΄Αρθρ.9.-(Προστίθεται άρθρ.351Α μετά το άρθρ.351 ΠΚ, ανωτ.αριθ.3 και 27).
΄Αρθρ.10.- (Αντικαθίσταται η παρ.2 άρθρ.353 ΠΚ, ανωτ.αριθ.3 και 27).
΄Αρθρ.11.-1.(Προστίθεται φράση στο άρθρ.350 ΠΚ, ανωτ.αριθ.3 και 27).
2.(Αντικαθίστατι το στοιχ.η΄άρθρ.8 ΠΚ, ανωτ.αριθ.3 και 27).
3.(Προστίθενται φράσεις στην παρ.1 άρθρ.187 ΠΚ, ανωτ.αριθ.3 και 27).
4.(Προστίθεται φράση στην παρ.1 άρθρ.339 ΠΚ, ανωτ.αριθ.3 και 27).
5.(Προστίθεται εδάφιο στο στοιχ.α΄άρθρ.1 Νόμ.3331/1995, ανωτ.αριθ.31).
6. Η έκδοση τελεσίδικης καταδικαστικής απόφασης για κάποια από τις πράξεις των άρθρων 348Α, 349 και 351 του Ποινικού Κώδικα που τελέστηκε σε κατάστημα ή επιχείρηση γνωστοποιείται, με μέριμνα της αρμόδιας εισαγγελικής αρχής, στον Γενικό Γραμματέα της Περιφέρειας μέσα σε ένα μήνα από τη δημοσίευσή της. Ο τελευταίος υποχρεούται μέσα σε ένα μήνα από τη γνωστοποίηση της απόφασης να αφαιρέσει την άδεια λειτουργίας του καταστήματος ή της επιχείρησης όπου τελέστηκε το αδίκημα, για χρονικό διάστημα ενός μέχρι τριών ετών, μπορεί δε, συνεκτιμώντας και τις λοιπές περιστάσεις, να επιβάλει την οριστική αφαίρεση της άδειας λειτουργίας ή, αν τέτοια άδεια δεν προβλέπεται από το νόμο, απαγόρευση της άσκησης της
επιχειρηματικής δραστηριότητας του καταστήματος ή της επιχείρησης. Μέχρις εκδόσεως της τελεσίδικης απόφασης, απαγόρευση λειτουργίας μπορεί προσωρινά να επιβληθεί υπό τις παραπάνω προϋποθέσεις και με την ίδια διαδικασία αμέσως μετά την άσκηση ποινικής δίωξης.
7. Η παράγραφος 5 του άρθρου 53 του Ν. 2910/2001 (ΦΕΚ 91 Α΄) καταργείται.
8.(Προστίθενται φράσεις στην παρ.3 άρθρ.73 ΠΚ ανωτ.αριθ.3 και 27).
9.(Προστίθεται φράση και αντικαθίσταται φράση στο στοιχ. ε΄της παρ.1 άρθρ.1 Νόμ.2734/1999, τόμ.15 σελ.370).
ΜΕΡΟΣ Β΄

Αρωγή θυμάτων
Άρθρ.12.-1. Στα θύματα των εγκλημάτων που προβλέπονται στα άρθρα 323, 323Α, 349, 351 και 351Α του Ποινικού Κώδικα παρέχεται προστασία, η οποία αφορά ιδίως την προστασία της ζωής, της σωματικής ακεραιότητας και της προσωπικής και γενετήσιας ελευθερίας τους, αν υφίσταται σοβαρός κίνδυνος για τα αγαθά αυτά. Επίσης παρέχεται για όσο χρονικό διάστημα κρίνεται αναγκαίο, αρωγή για τη στέγαση, τη διατροφή, τη διαβίωση, την περίθαλψη και την ψυχολογική στήριξή τους, καθώς και για την εξασφάλιση νομικού παραστάτη και διερμηνέα. Για τους ανήλικους λαμβάνεται μέριμνα για την ένταξή τους σε προγράμματα σχετικά με την εκπαίδευση και την επαγγελματική κατάρτισή τους. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, Υγείας και Πρόνοιας, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης, εντός έξι μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, καθορίζονται οι φορείς, τα μέσα και ο τρόπος παροχής της ως άνω προστασίας, αρωγής και μέριμνας, καθώς και κάθε σχετικό θέμα.
2. Για τα θύματα των πράξεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, που είναι αλλοδαποί και βρίσκονται παράνομα στη χώρα, με την επιφύλαξη των διατάξεων του επόμενου άρθρου, είναι δυνατόν να αναστέλλεται η απέλαση με διάταξη του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών και έγκριση του Εισαγγελέα Εφετών μέχρι να εκδοθεί αμετάκλητη απόφαση στην ποινική δίκη κατά του υπαιτίου.





(Αντί για τη σελ.84,2781) Σελ. 84,2781(α)
Τεύχος Σελ.

3. Οι λεπτομέρειες σχετικά με την εκτέλεση των αποφάσεων της απέλασης κατά την προηγούμενη παράγραφο ρυθμίζονται με την απόφαση της παραγράφου 8 του άρθρου 44 του Ν. 2910/2001.
Βλ. Π.Δ.233/26-28 Αυγ.2003 (ΦΕΚ Α΄204), κατωτ.αριθ.44α.
Για την ανάλογη εφαρμογή και τις περιπτώσεις του ανωτέρω άρθρ. 12, της αναστολής της απέλασης και της χορήγησης άδειας διαμονής σε αλλοδαπούς που βρίσκονται παράνομα στη Χώρα και καταγγέλλουν πράξεις προαγωγής σε πορνεία, βλ. την παρ. 7 άρθρ. 34 Νομ. 3274/15-19 Οκτ. 2004 (ΦΕΚ Α΄ 195), Τομ. 4, σελ. 336,365, η οποία αντικατέστησε την παρ. 7 άρθρ. 44 Νομ, 2910/26 Απρ.- 2 Μαϊου 2001, (ΦΕΚ Α΄ 91), Τόμ. 4, σελ. 336,335.
Επαναπατρισμός
Άρθρ.13.-Οι αλλοδαποί που βρίσκονται παράνομα στη χώρα και είναι θύματα των προβλεπόμενων στα άρθρα 323, 323Α, 349, 351 και 351Α του Ποινικού Κώδικα εγκλημάτων, επαναπατρίζονται χωρίς να θίγεται η αξιοπρέπειά τους με ασφαλή τρόπο. Αν το θύμα είναι ανήλικος, για τον επαναπατρισμό του απαιτείται η σύμφωνη γνώμη του αρμόδιου Εισαγγελέα Ανηλίκων, ύστερα από έκθεση του Επιμελητή Ανηλίκων.

Έναρξη ισχύος
Άρθρ. 14.-Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
.










Σελ. 84,2782(α)
Τεύχος Σελ.
44. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ.3160
της 24-30 Ιουν.2003 (ΦΕΚ Α΄165)
Επιτάχυνση της ποινικής διαδικασίας και άλλες διατάξεις.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΤΟΥ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΚΩΔΙΚΑ
ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ
΄Αρθρ.56.-1.(Αντικαθίσταται η παρ.2 άρθρ.289 ΠΚ, ανωτ.αριθ.3 και 27).
2.(Αντικαθίσταται φράση στην παρ.1 άρθρ.339 ΠΚ, ανωτ.αριθ.3 και 27).
3.(Αντικαθίσταται η παρ.2 άρθρ.393 ΠΚ, ανωτ.αριθ.3 και 27).
Για τις λοιπές διατάξεις βλ. τόμ.9 σελ.136,287.

















44α. ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ υπ’ αριθ. 233
της 26/28 Αυγ.2003 (ΦΕΚ Α΄204)
Προστασία και αρωγή στα θύματα των εγκλημάτων των άρθρων 323, 323Α, 349, 351 και 351Α του Ποινικού Κώδικα, κατά το άρθρο 12 του Ν. 3064/2002 (ΦΕΚ Α΄248).
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις του άρθρου 12 του Ν. 3064/2002 (ΦΕΚ Α 248).
2. Το άρθρο 29A του Ν. 1558/1985 (ΦΕΚ Α 137) "Κυβέρνηση και Κυβερνητικά Όργανα", το οποίο προστέθηκε με το άρθρο 27 του Ν. 2081/1992 (ΦΕΚ Α 154) και συμπληρώθηκε με το άρθρο 1 του Ν. 2469/1997 (ΦΕΚ Α 38).
3. Την 1065956/863/Α0006/15.7.2003 (ΦΕΚ Β 985) κοινή απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Οικονομικών "Καθορισμός αρμοδιοτήτων των Υφυπουργών Οικονομίας και Οικονομικών".
4. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις του παρόντος προκαλείται ετήσια δαπάνη η οποία βαρύνει τους οικείους προϋπολογισμούς των Δημοσίων Υπηρεσιών, των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ) και των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (ΝΠΔΔ), το ύψος της οποίας δεν μπορεί να προϋπολογισθεί.
5. Το Προεδρικό Διάταγμα 81/2002 (ΦΕΚ A 57) " Συγχώνευση Υπουργείων Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών".
6. Την 328/2003 γνωμοδότηση του Συμβουλίου της Επικρατείας, ύστερα από πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, Υγείας και Πρόνοιας, Δικαιοσύνης, Δημόσιας Τάξης και Υφυπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, αποφασίζουμε:
Άρθρ. 1.-1. Στα θύματα των εγκλημάτων που προβλέπονται στα άρθρα 323, 323Α 349, 351 και 351Α του Ποινικού Κώδικα (εφεξής αποκαλούμενα "θύματα") παρέχεται προστασία και αρωγή, κατά το άρθρο 12 του Ν. 3064/2002, καθώς και κατά τα οριζόμενα στο παρόν Διάταγμα.
2. Για τους σκοπούς του παρόντος, ως θύματα των ανωτέρω εγκλημάτων χαρακτηρίζονται όσα πρόσωπα, ημεδαποί ή αλλοδαποί, έχουν υποστεί άμεση βλάβη στη σωματική ακεραιότητα ή στην προσωπική ή γενετήσια ελευθερία τους ή υφίσταται σοβαρός κίνδυνος ως προς τα αγαθά αυτά ή τη ζωή τους.
3. Για τους σκοπούς του παρόντος οι υπηρεσίες του Δημοσίου, των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (ΝΠΔΔ), των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ) και του ευρύτερου δημόσιου τομέα που μπορούν να παράσχουν προστασία ή αρωγή θεωρούνται ως Υπηρεσίες ή Μονάδες Παροχής Προστασίας και Αρωγής.
Άρθρ. 2.-1. Η προστασία και αρωγή παρέχεται στα θύματα αν έχει ασκηθεί ποινική δίωξη για τις αξιόποινες πράξεις του άρθρου 1 παρ.1, ή ανεξάρτητα από αυτήν, εφόσον το θύμα έχει προσφύγει στις Υπηρεσίες και Μονάδες Παροχής Προστασίας και Αρωγής που αναφέρονται στο Παράρτημα του παρόντος.
2. Η προστασία παρέχεται για όσο χρονικό διάστημα υφίσταται ο κίνδυνος της ζωής, της σωματικής ακεραιότητας και της προσωπικής και γενετήσιας ελευθερίας, η δε αρωγή για το χρονικό διάστημα που κρίνεται απαραίτητο από τις Υπηρεσίες και Μονάδες Παροχής Προστασίας και Αρωγής, που αναφέρονται στο παράρτημα του παρόντος.
Άρθρ. 3.-Για την παροχή προστασίας και αρωγής τα αρμόδια Υπουργεία, τα Ν.Π.Δ.Δ. και οι Ο.Τ.Α συνεργάζονται ή συνάπτουν, κατά τις ισχύουσες διατάξεις, συμβάσεις με Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα ή Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις με συναφή δραστηριότητα. Με τις συμβάσεις αυτές καθορίζονται επακριβώς τα καθήκοντα και οι υποχρεώσεις των συμβαλλομένων, ο χρόνος ισχύος και κάθε σχετικό θέμα.
Άρθρ.4.-1. Οι Υπηρεσίες και Μονάδες Παροχής Προστασίας και Αρωγής, που αναφέρονται στο παράρτημα του παρόντος, λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για την ασφάλεια των θυμάτων καθώς και των χώρων στους οποίους αυτά διαμένουν. Για τη λήψη των μέτρων αυτών μπορούν να ζητούν συνδρομή από τις αρμόδιες Αστυνομικές Αρχές.
2. Σε περίπτωση που παρίσταται απόλυτη ανάγκη μετακίνησης του θύματος εκτός της Μονάδας όπου φιλοξενείται και υφίσταται σοβαρός κίνδυνος κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας ή της προσωπικής ή γενετήσιας ελευθερίας του, παρέχεται από την Ελληνική Αστυνομία συνδρομή για τη μετακίνηση του θύματος.
3. Η συνδρομή της Ελληνικής Αστυνομίας, στις περιπτώσεις που προβλέπονται από τις προηγούμενες παραγράφους του παρόντος άρθρου, παρέχεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 159 και 161 του Π.Δ.141/1991 ΦΕΚ Α 58).
Άρθρ.5.-Τα θύματα που δεν υπερβαίνουν το 18ο έτος της ηλικίας τους έχουν πρόσβαση σε δημόσια σχολεία στα οποία λειτουργούν τάξεις υποδοχής ή φροντιστηριακά τμήματα ή διαπολιτισμικά προγράμματα εκπαίδευσης.



(Αντί για τη σελ.84,279) Σελ. 84,279(α)
Τεύχος 1398 Σελ. 47
Άρθρ. 6.-1. Τα θύματα που δεν υπερβαίνουν το 23ο έτος της ηλικίας τους και έχουν τα απαραίτητα τυπικά προσόντα εγγραφής στην Τεχνική και Επαγγελματική Εκπαίδευση και στα εκπαιδευτικά προγράμματα του ΟΑΕΔ Α΄και Β΄ Κύκλου, εγγράφονται καθ' υπέρβαση του προβλεπόμενου αριθμού εισακτέων και εκτός των τηρουμένων διαδικασιών.
2. Η "Επαγγελματική Κατάρτιση Α.Ε." (άρθρο 9 του Ν. 2956/01,ΦΕΚ Α΄ 258) μεριμνά για τη δημιουργία ειδικών προγραμμάτων κατάρτισης σύμφωνα με τις διαπιστούμενες ανάγκες, για τα θύματα που έχουν συμπληρώσει το 15ο έτος της ηλικίας τους.
Άρθρ. 7.-1. Στα θύματα που είναι ανασφάλιστα παρέχεται άμεση και δωρεάν ιατροφαρμακευτική και νοσοκομειακή περίθαλψη από τις υπηρεσίες του Εθνικού Συστήματος Υγείας για όσο χρονικό διάστημα διαρκούν τα μέτρα προστασίας και αρωγής.
2. Για τη θεμελίωση του δικαιώματος ιατροφαρμακευτικής και νοσοκομειακής περίθαλψης χορηγείται βεβαίωση, ότι ο ενδιαφερόμενος υπάγεται στις διατάξεις του παρόντος, από την οικεία Αστυνομική Διεύθυνση.
Άρθρ. 8.-Οι Υπηρεσίες και Μονάδες Παροχής Προστασίας και Αρωγής μεριμνούν για την εξασφάλιση νομικής υποστήριξης στα θύματα και διερμηνείας όταν τα θύματα αγνοούν την Ελληνική γλώσσα.
Άρθρ.9.-1. Στο Υπουργείο Υγείας και Πρόνοιας λειτουργεί υπό την προεδρία του Γενικού Γραμματέα Πρόνοιας, διαρκής επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 18 παρ. 18 του Ν. 2503/1997 (ΦΕΚ Α΄ 107) στην οποία μετέχουν εκπρόσωποι, που υποδεικνύονται από τα Υπουργεία Οικονομίας και Οικονομικών, Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, Υγείας και Πρόνοιας, Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης.
2. Σκοπός της επιτροπής αυτής είναι ο συντονισμός του έργου της προστασίας και αρωγής θυμάτων, η έκδοση εγκυκλίων σε ζητήματα που ανακύπτουν από την εφαρμογή του παρόντος, η συγκέντρωση στατιστικών στοιχείων και η εισήγηση μέτρων για τη βελτίωση της προστασίας και αρωγής των θυμάτων.
3. Η επιτροπή μπορεί να καλεί στις συνεδριάσεις της και εκπρόσωπο της Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής Ισότητας και Δικαιωμάτων του Ανθρώπου της Βουλής.



Σελ. 84,280(α)
Τεύχος 1398 Σελ. 48

Άρθρ. 10.-Η ισχύς του παρόντος Προεδρικού Διατάγματος αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΚΑΙ ΜΟΝΑΔΕΣ ΠΑΡΟΧΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΑΡΩΓΗΣ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ:
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΙΣΟΤΗΤΑΣ:
1) Συμβουλευτικό Κέντρο Αθήνας
2) Συμβουλευτικό Κέντρο Πειραιά
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑΣ:
Α) ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΜΕΝΕΣ ΜΟΝΑΔΕΣ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΦΡΟΝΤΙΔΑΣ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑΣ:
1) Ίδρυμα Πρόνοιας Παιδιού "ΑΓΙΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ" ΚΑΛΑΜΑΚΙΟΥ ΑΘΗΝΑ
2) Ειδική Επαγγελματική Σχολή "ΑΓΙΑ ΒΑΡΒΑΡΑ" Ν. ΣΜΥΡΝΗ, ΑΘΗΝΑ
3) "ΑΓΙΑ ΕΛΕΝΗ", ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ
4) "ΑΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ". ΚΑΒΑΛΑΣ
5) Νεάπολης, ΛΑΣΙΘΙΟΥ ΚΡΗΤΗΣ
6) "ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ", ΜΑΓΝΗΣΙΑΣ
7) "ΑΓΙΑ ΟΛΓΑ", ΦΛΩΡΙΝΑΣ
8) Θηλέων Ηρακλείου, ΗΡΑΚΛΕΙΟ
9) Αρρένων Λαμίας, ΛΑΜΙΑ
10) Παπάφειο Κ.Π.Μ. Αρρένων Θεσσαλονίκης "Ο ΜΕΛΙΤΕΥΣ" ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
11) Θηλέων Ρόδου, ΡΟΔΟΣ
Β) ΑΝΑΡΡΩΤΗΡΙΟ ΠΕΝΤΕΛΗΣ, ΑΘΗΝΑ
Γ) ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΞΕΝΩΝΕΣ ΕΝΗΛΙΚΩΝ, ΒΟΥΛΙΑΓΜΕΝΗ, ΑΘΗΝΑ
ΝΟΜΙΚΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ:
Εθνικό Κέντρο Άμεσης Κοινωνικής Βοήθειας (ΕΚΑΚΒ).
Κέντρο Ερευνών για Θέματα Ισότητας (ΚΕΘΙ), ΑΘΗΝΑ.
ΣΤΕΓΕΣ ΤΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΑΝΗΛΙΚΩΝ:
1) Πρότυπη Στέγη Ανηλίκων Περισσού, ΑΘΗΝΑ
2) Στέγη "Καλού Ποιμένα", ΠΕΙΡΑΙΑΣ
3) Στέγη Ανηλίκων Βόλου, ΒΟΛΟΣ
4) Στέγη Ανηλίκων Ηρακλείου, ΗΡΑΚΛΕΙΟ.

45. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 3189
της 17-21 Οκτ.2003 (ΦΕΚ Α΄243)
Αναμόρφωση της ποινικής νομοθεσίας ανηλίκων και άλλες διατάξεις.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
ΠΟΙΝΙΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΑΝΗΛΙΚΩΝ
΄Αρθρ.1.-1.(Αντικαθίσταται ο τίτλος του όγδοου κεφαλαίου ΠΚ, ανωτ.αριθ.3 και 27).
2.(Αντικαθίσταται το άρθρ.121 ΠΚ, ανωτ.αριθ.3 και 27).
3.(Αντικαθίσταται το άρθρ.122 ΠΚ, ανωτ.αριθ.3 και 27).
4.(Αντικαθίσταται το άρθρ.123 ΠΚ, ανωτ.αριθ.3 και 27).
5.(Αντικαθίσταται το άρθρ.124 ΠΚ, ανωτ.αριθ.3 και 27).
6.(Αντικαθίσταται το άρθρ.125 ΠΚ, ανωτ.αριθ.3 και 27).
7.(Αντικαθίσταται το άρθρ.126 ΠΚ, ανωτ.αριθ.3 και 27).
8.(Αντικαθίσταται το άρθρ.127 ΠΚ, ανωτ.αριθ.3 και 27).
9.(Αντικαθίσταται το άρθρ.128 ΠΚ, ανωτ.αριθ.3 και 27).
10.(Αντικαθίσταται το άρθρ.129 ΠΚ, ανωτ.αριθ.3 και 27).
11.(Αντικαθίσταται το άρθρ.130 ΠΚ, ανωτ.αριθ.3 και 27).
12.(Αντικαθίσταται το άρθρ.131 ΠΚ, ανωτ.αριθ.3 και 27).
13.(Αντικαθίσταται το άρθρ.132 ΠΚ, ανωτ.αριθ.3 και 27).
14.(Αντικαθίσταται το άρθρ.133 ΠΚ, ανωτ.αριθ.3 και 27).
Άρθρ.2.-1.(Αντικαθίσταται το δεύτερο εδάφιο άρθρ.18 ΠΚ, ανωτ.αριθ.3 και 27).
2.(Τροποποιείται η πρώτη παράγραφος άρθρ.51 ΠΚ, ανωτ.αριθ.3 και 27).
3.(Αντικαθίσταται το άρθρ.54 ΠΚ, ανωτ.αριθ.3 και 27).
4. Το πέμπτο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 105 του Ποινικού Κώδικα καταργείται.
5.(Αντικαθίσταται η περίπτ.γ άρθρ.114 ΠΚ, ανωτ.αριθ.3 και 27).
6.(Τροποποιείται η πρώτη παράγραφος άρθρ.360 ΠΚ, ανωτ.αριθ.3 και 27).
7.(Τροποποιείται η περίπτ.β άρθρ.409 ΠΚ, ανωτ.αριθ.3 και 27).
Άρθρ.3.-Η παράγραφος 1 του άρθρου 13 του Ν. 2331/1995 καταργείται και επανέρχεται σε ισχύ το άρθρο 17 του Ν. 2298/1995.
΄Αρθρ.4.-(Παρατίθεται στον τόμ.9 σελ.136,290).
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΕΡΙ ΝΑΡΚΩΤΙΚΩΝ
΄Αρθρ.5.-(Παρατίθεται στον τόμ.34Β σελ.844,402).
΄Αρθρ.6.-1.(Αντικαθίσταται το τέταρτο εδάφιο της περίπτ.α΄της παρ.1 άρθρ.21 Νόμ.2331/1995, ανωτ.αριθ.31).
2.(Αντικαθίστανται το τρίτο και τέταρτο εδάφια της περίπτ.β΄της παρ.1 άρθρ.21 Νόμ.2331/1995, ανωτ.αριθ.31).
3.(Αντικαθίσταται το έβδομο εδάφιο της περίπτ.δ΄της παρ.1 άρθρ.21 Νόμ.2331/1995, ανωτ.αριθ.31).
4.(Προστίθενται λέξεις στο τέλος του πρώτου εδαφίου της περίπτ.θ΄της παρ.1 άρθρ.21 Νόμ.2331/1995, ανωτ.αριθ.31).
5.(Αντικαθίσταται το δεύτερο εδάφιο της περίπτ.θ΄της παρ.1 άρθρ.21 Νόμ.2331/1995, ανωτ.αριθ.31).
6. Όπου στο κείμενο του άρθρου 21 του Ν. 2331/1995 υπάρχει ο όρος "ψυχική απεξάρτηση" αντικαθίσταται με τον όρο "συντήρηση και απεξάρτηση" και ο όρος "αποθεραπεία" με τον όρο "σταθεροποίηση και βελτίωση".
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
΄Αρθρ.7-8.-(Παρατίθενται στον τόμ.9 σελ.136,290).
΄Αρθρ.9.-1.(Τίθεται νέο άρθρ.675Α στο κ.Πολ.Δικ., τόμ.10 σελ.89 και 154,165).
2.(Αντικαθίσταται το πρώτο εδάφιο της παρ.21 άρθρ.20 Νόμ.2738/1999, τόμ.2Α σελ.318,330).
Άρθρ.10.-Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.













(Αντί για τη σελ.84,281) Σελ.84,281(α)
Τεύχος 1398 Σελ. 49
46. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ.3327
της 11/11 Μαρτ.2005 (ΦΕΚ Α΄70)
Μέτρα ενίσχυσης του εσωτερικού ελέγχου και της διαφάνειας στη Δικαιοσύνη.
΄Αρθρ.1.-1.(Αντικαθίσταται η παρ.1 άρθρ.224 Π.Κ. ,ανωτ.αριθ.3 και 27).
2.(Αντικαθίσταται το άρθρ.225 Π.Κ. ,ανωτ.αριθ.3 και 27).
3.(Αντικαθίσταται η παρ.1 άρθρ.226 Π.Κ., ανωτ.αριθ.3 και 27).
4.(Αντικαθίσταται η παρ.3 άρθρ.226 Π.Κ., ανωτ.αριθ.3 και 27).
5.(Αντικαθίσταται η παρ.1 άρθρ.227 Π.Κ., ανωτ.αριθ.3 και 27).
6.(Αντικαθίσταται η παρ.1 άρθρ.229 Π.Κ., ανωτ.αριθ.3 και 27).
7.(Αντικαθίσταται το άρθρ.237 Π.Κ. ,ανωτ.αριθ.3 και 27).
΄Αρθρ.2.-1.(Αντικαθίσταται το τελευταίο εδάφιο της παρ.4 του στοιχ.β΄ άρθρ.17 Νόμ.1756/1988, τόμ.6 σελ.109 ).
2.(Αντικαθίσταται η παρ.7 του στοιχ.β΄ άρθρ.17 Νόμ.1756/1988, τόμ.6 σελ.109 ).
3.(Προστίθεται στοιχ.Γ΄ στο άρθρ.17 Νόμ.1756/1988, τόμ.6 σελ.109 ).
4.(Προστίθεται άρθρ.57Α στον Νόμ.1756/1988, τόμ.6 σελ.109 ).
5.(Προστίθεται τελευταίο εδάφιο στην παρ.2 άρθρ.80 Νόμ.1756/1988, τόμ.6 σελ.109 ).
6.(Προστίθεται τελευταίο εδάφιο στην παρ.4 άρθρ.80 Νόμ.1756/1988, τόμ.6 σελ.109 ).
7.(Προστίθεται στοιχ.θ΄ στην παρ.3 άρθρ.91 Νόμ.1756/1988, τόμ.6 σελ.109 ).
΄Αρθρ.3.-1.(Προστίθεται τελευταίο εδάφιο στο άρθρ.307 Κ.Πολ.Δικ.,τόμ.10 σελ.7 και 154,081).
2.(Προστίθεται παρ.4 στο άρθρ.691 Κ.Πολ.Δικ.,τόμ.10 σελ.7 και 154,081).
3.(Προστίθεται παρ.5 στο άρθρ.226Κ.Πολ.Δικ.,τόμ.10 σελ.7 και 154,081).
΄Αρθρ.4.-1.(Προστίθεται δεύτερο εδάφιο στην περίπτ.γ΄ της παρ.1 άρθρ.2 Νόμ.3213/2003, τόμ.1Α σελ.194,41).
2.(Προστίθεται περίπτ.δ΄ στην παρ.1 άρθρ.2 Νόμ.3213/2003, τόμ.1Α σελ.194,41).
3.(Αντικαθίσταται η υποπερίπτ.ι΄ της περίπτ.β΄ της παρ.2 άρθρ.3 Νόμ.3213/2003, τόμ.1Α σελ.194,41).
4.(Αντικαθίσταται η περίπτ.γ΄ της παρ.2 άρθρ.3 Νόμ.3213/2003, τόμ.1Α σελ.194,41).
5.(Αντικαθίσταται η περίπτ.δ΄ της παρ.2 άρθρ.3 Νόμ.3213/2003, τόμ.1Α σελ.194,41).
6.(Αντικαθίσταται το δεύτερο εδάφιο της παρ.3 άρθρ.3 Νόμ.3213/2003, τόμ.1Α σελ.194,41).
7.(Αντικαθίσταται το πρώτο εδάφιο της παρ.4 άρθρ.3 Νόμ.3213/2003, τόμ.1Α σελ.194,41).

Σελ.84,282(α)
Τεύχος 1398 Σελ. 50

΄Εναρξη ισχύος
΄Αρθρ.5.-Ο παρών νόμος ισχύει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός από τις διατάξεις του άρθρ.2 παρ.3 και του άρθρ.3, οι οποίες θα ισχύσουν από 16 Σεπτ.2005.

47. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 3424
της 12-13 Δεκ. 2005 (ΦΕΚ Α΄ 305)
Τροποποίηση, συμπλήρωση και αντικατάσταση διατάξεων του ν. 2331/1995 (ΦΕΚ 173 Α΄) και προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στην Οδηγία 2001/97/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος με σκοπό τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και άλλες διατάξεις.
Άρθρ.1.Με τις διατάξεις αυτού του νόμου σκοπείται κυρίως η προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας προς την Οδηγία 2001/97/ΕΚ (L 344/4.12.2001, σελ. 76) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου η οποία τροποποιεί την Οδηγία 91/308/ΕΟΚ (L 166/28.6.1991, σελ. 77) του Συμβουλίου για την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και η υιοθέτηση ορισμένων αναθεωρημένων Συστάσεων της Διεθνούς Ομάδας Δράσης για την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες (FATF). Σκοπείται επίσης η βελτίωση του νομοθετικού, κανονιστικού και λειτουργικού πλαισίου για την πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Για τους ανωτέρω σκοπούς τροποποιείται ο ν. 2331/1995 (ΦΕΚ 173 Α΄) «Πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες».
Άρθρ.2-1.(Αντικαθίσταται το στοιχ.α΄ άρθρ. 1 Νομ.2331/1995, ανωτ.αριθ. 31).
2. (Αντικαθίσταται το στοιχ.δ΄ άρθρ. 1 Νομ.2331/1995, ανωτ.αριθ. 31).
3. (Αντικαθίσταται το στοιχ.ε΄ άρθρ. 1 Νομ.2331/1995, ανωτ.αριθ. 31).
4. (Αντικαθίσταται το στοιχ.στ΄ άρθρ. 1 Νομ.2331/1995, ανωτ.αριθ. 31).
5. (Καταργείται το υφιστάμενο στοιχ. β΄ και προστίθενται στοιχ. β΄,η΄, θ΄ και ι΄στο άρθρο 1 του ν. 2331/1995 , ανωτ.αριθ. 31).
Άρθρ.3-1.(Αντικαθίσταται η παρ.1 άρθρ.2 Νομ.2331/1995, ανωτ.αριθ. 31).
2. (Προστίθεται εδάφ. μετά το πρώτο εδάφ. της παρ.6 άρθρ.2 Νομ.2331/1995,ανωτ.αριθ.31).
Άρθρ.4.-(Προστίθεται άρθρ.2α στο Νόμ.2331/1995,ανωτ.αριθ.31).
Άρθρ.5-1.(Προστίθενται εδάφ.στην παρ.1 άρθρ.4 Νομ.2331/1995, ανωτ.αριθ.31).
2. (Προστίθενται εδάφ. στην παρ. 7 άρθρ.4 Νομ.2331/1995, ανωτ.αριθ. 31).
3. (Αντικαθίσταται η παρ.9 άρθρ.4 Νομ.2331/1995, ανωτ.αριθ. 31).
4. (Προστίθενται εδάφ. στην παρ.10 άρθρ.4 Νομ. 2331/1995, ανωτ.αριθ.31).
5. (Προστίθενται εδάφ. στην παρ.11 άρθρ.4 Νομ. 2331/1995, ανωτ.αριθ. 31).
6.(Καταργείται η παρ.8 και προστίθεται παρ. 14α στο άρθρ. 4 του ν. 2331/1995, ανωτ.αριθ. 31).
7. (Προστίθεται παρ. 18 στο άρθρ.4 Νομ. 2331/1995, ανωτ.αριθ.31).
8. (Προστίθεται παρ. 19 στο άρθρ.4 Νομ. 2331/1995, ανωτ.αριθ. 31).
9. (Προστίθεται παρ. 20 στο άρθρ.4 Νομ.2331/1995, ανωτ.αριθ. 31).
Άρθρ.6.-(Προστίθεται παρ.5 στο άρθρ.5 Νομ.2331/1995, ανωτ.αριθ.31).
Άρθρ.7.-(Αντικαθίσταται το άρθρ. 7 Νομ.2331/1995, ανωτ.αριθ. 31).
Άρθρ.8.-(Προστίθεται παρ.3α στο άρθρ.18 Νομ.3148/2003, τόμ.12 σελ.108,873).
Άρθρ.9.- Η θητεία των μελών της Επιτροπής που ορίσθηκαν με την Απόφαση 11910/Β.665/31.3.2005 του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, σύμφωνα με το ν. 2331/ 1995, όπως ίσχυε πριν την τροποποίησή του με το νόμο αυτόν, παρατείνεται έως τη συγκρότηση της Ανεξάρτητης Αρχής του άρθρου 7 του ν. 2331/1995.
Άρθρ.10-1.(Προστίθεται παρ.6 στο άρθρ.8 ΠΔ 178/2000, τομ.24 σελ.276,6157).
2.(Προστίθεται νέα υποπαρ.ε΄ και η υπάρχουσα υποπαρ.ε΄αναριθμείται σε στ΄,στο άρθρ. 8 ΠΔ 178/2000, τόμ.24 σελ.276,6157 ).
Άρθρ.11- Όπου στην κείμενη νομοθεσία αναφέρεται η Επιτροπή του άρθρου 7 του ν. 2331/1995, νοείται εφεξής η Εθνική Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες.
Άρθρ.12.-(Αντικαθίσταται το πρώτο εδάφιο παρ.3 άρθρ.4 Νόμ.2265/1994, τόμ.4 σελ. 16,60745).
Άρθρ.13.-(Παρατίθεται Τομ. 38 σελ. 768,205).
Άρθρ.14.- Οι διατάξεις του παρόντος νόμου ισχύουν από τη δημοσίευσή τους στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά σε επί μέρους διατάξεις του. Από την ημέρα της ανωτέρω δημοσίευσης καταργείται κάθε άλλη διάταξη που έρχεται σε αντίθεση με τις διατάξεις του παρόντος και ιδίως τα στοιχεία α΄ και β΄ του άρθρου τέταρτου του ν. 2655/1998 (ΦΕΚ 264 Α΄).


(Μετά τη σελ.84,282(α) Σελ. 84,283
Τεύχος Σελ.

48. ΑΠΟΦΑΣΗ
ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ
Αριθ. 109438
της 28 Σεπτ.-16 Οκτ. 2006 (ΦΕΚ Β΄ 1517)
(Διορθ.Σφαλμ.στο ΦΕΚ Β΄1786/8 Δεκ.2006)
Καθορισμός του τρόπου λειτουργίας της επιτροπής που προβλέπεται από την παρ. 8 του άρθρου 5 του ν. 3424/2005 (ΦΕΚ Α΄ 305) για τη λήψη, αξιολόγηση, επεξεργασία και διαβίβαση των αναφορών προς τον αρμόδιο φορέα (Εθνική Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες) καθώς και τη διαδικασία συνεργασίας και επικοινωνίας της με τον ανωτέρω φορέα.
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις:
α) της παρ. 19 του άρθρου 4 του ν. 2331/1995 (ΦΕΚ Α΄ 173) όπως προστέθηκε με την παρ.8 του άρθρου 5 του ν. 3424/2005 (ΦΕΚ Α΄ 305),
β) του άρθρου 90 του κώδικα νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά Όργανα, που κυρώθηκε με τις διατάξεις του άρθρου πρώτου του π.δ/τος 63/2005 (ΦΕΚ Α΄ 98)
2. Την υπ’ αριθμ. 973/4.9.2006 γνώμη της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος.
3. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις της παρούσας δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού, αποφασίζουμε:
Ορίζουμε τον τρόπο λειτουργίας της επιτροπής που προβλέπεται από την παρ. 8 του άρθρου 5 του ν. 3424/2005 (ΦΕΚ Α΄ 305) για τη λήψη, αξιολόγηση, επεξεργασία και διαβίβαση των αναφορών ύποπτων συναλλαγών προς τον αρμόδιο φορέα ( Εθνική Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες) καθώς και τη διαδικασία συνεργασίας και επικοινωνίας της με τον ανωτέρω φορέα ως εξής:
1. Επεξεργασία - Αξιολόγηση των αναφορών
Η επιτροπή επεξεργάζεται τις υποβαλλόμενες αναφορές, ζητεί οποιαδήποτε συμπληρωματικά στοιχεία ή πληροφορίες κρίνει αναγκαίες από τον Δικηγόρο που υπέβαλε την αναφορά ή από οποιαδήποτε αρχή, προκειμένου να κρίνει αν πρέπει να διαβιβάσει την αναφορά στον αρμόδιο φορέα ή να την αρχειοθετήσει. Κατά την αξιολόγηση της αναφοράς ερευνάται αν συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις υποβολής της, το ενδεχόμενο συνδρομής λόγου εξαίρεσης από την υποχρέωση υποβολής της αναφοράς, αν συντρέχουν οι προβλεπόμενες προς τούτο προϋποθέσεις των άρθρων 2α § 1 περ. ιβ και 4 § 11 του ν. 2331/1995, καθώς και αν η υποβληθείσα αναφορά παραβιάζει το επαγγελματικό καθήκον


Σελ. 84,284
Τεύχος Σελ.

εχεμύθειας που έχει ο Δικηγόρος έναντι του πελάτη του, όπως αυτό προσδιορίζεται από την κείμενη νομοθεσία, τα διεθνή δεσμευτικά νομικά κείμενα και τις παραδόσεις του δικηγορικού λειτουργήματος, τηρούμενης πάντοτε της αρχής της αναλογικότητας.
2. Διαδικασία υποβολής αναφοράς
Οι Δικηγόροι υποβάλλουν αναφορά της ύποπτης συναλλαγής ενώπιον της αρμόδιας πενταμελούς επιτροπής, διαβιβάζοντας την με οποιοδήποτε μέσο επικοινωνίας στα Γραφεία αυτής, όπως συστημένη επιστολή, ηλεκτρονικό ταχυδρομείο (e-mail), τηλεομοιοτυπία (fax), αυτοπρόσωπη κατάθεση κτλ., προκειμένου αυτή να καταχωρηθεί νομίμως σε ειδικό τηρούμενο βιβλίο υποβολής αναφορών. Η αναφορά αφού καταχωρηθεί νομίμως, παραδίδεται στον Πρόεδρο της επιτροπής ή τον νόμιμο Αναπληρωτή του, ο οποίος τη διαβιβάζει σε ένα εκ των μελών της επιτροπής ή των νόμιμων αναπληρωτών τους, τον οποίο ορίζει και εισηγητή.
Η επιτροπή αποφασίζει μέσα σε προθεσμία ενός μηνός αν θα διαβιβάσει την αναφορά στον αρμόδιο φορέα ή αν θα την αρχειοθετήσει. Οι αποφάσεις της επιτροπής λαμβάνονται κατά πλειοψηφία.
Η προθεσμία του ενός μηνός αρχίζει από την καταχώρηση της αναφοράς στο ειδικό βιβλίο. Σε περίπτωση που θα ζητηθούν από την επιτροπή συμπληρωματικά στοιχεία ή πληροφορίες, η προθεσμία αρχίζει από τη λήψη των στοιχείων αυτών.
Σε επείγουσες περιπτώσεις, η επιτροπή αποφαίνεται εντός του συντομότερου αναγκαίου χρόνου για τη σύγκληση της για τη διαβίβαση ή αρχειοθέτηση της αναφοράς.
3. Απόρρητο της διαδικασίας
Η διαδικασία από την υποβολή της αναφοράς της ύποπτης συναλλαγής από Δικηγόρο, μέχρι και την έκδοση της σχετικής απόφασης της επιτροπής που τη διαβιβάζει στον αρμόδιο φορέα ή την αρχειοθετεί, είναι απόρρητη. Ο Δικηγόρος που υπέβαλε την αναφορά δικαιούται να λάβει γνώση της εκδοθείσας σχετικής απόφασης της επιτροπής. Η σχετική αλληλογραφία παραμένει στο Αρχείο της Γραμματείας της επιτροπής, όπου φυλάσσονται αριθμημένες οι υποβληθείσες αναφορές και οι επ’ αυτών εκδοθείσες αποφάσεις της επιτροπής περί διαβίβασης στον αρμόδιο φορέα ή αρχειοθέτησης τους. Αν μετά την αρχειοθέτηση της αναφοράς υπάρξουν νέα στοιχεία ή πληροφορίες που δεν εκτιμήθηκαν από την επιτροπή, με αίτηση του Δικηγόρου ή αυτεπαγγέλτως, η επιτροπή ανασύρει από το Αρχείο την υποβληθείσα αναφορά και, αν συντρέχει περίπτωση, τη διαβιβάζει στον αρμόδιο φορέα.
4. Αρμόδιος Φορέας
Αρμόδιος φορέας προς τον οποίον διαβιβάζονται οι υποβαλλόμενες αναφορές των Δικηγόρων, κατόπιν αποφάσεως της αρμόδιας πενταμελούς επιτροπής είναι η Εθνική Αρχή για την Καταπολέμηση της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες. Η επιτροπή συνεργάζεται και επικοινωνεί απευθείας με την ως άνω Εθνική Αρχή για ζητήματα της αρμοδιότητας τους.
5. Λοιπές αρμοδιότητες επιτροπής
Η επιτροπή δύναται να εκδίδει ενημερωτικές και κατευθυντήριες οδηγίες προς του Δικηγόρους ή τους Δικηγορικούς Συλλόγους ως προς το περιεχόμενο και την έκταση των υποχρεώσεων τους, σε σχέση με τη νομοθεσία για τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες.
6. Ευθύνη της επιτροπής και των μελών της
Η επιτροπή και τα απαρτίζοντα αυτήν μέλη της, κατά την ενάσκηση των ως άνω νομίμων καθηκόντων και υποχρεώσεων τους, δεν ευθύνονται αστικώς και ποινικώς για την άποψη που εξέφρασαν ως προς όλα τα ζητήματα αρμοδιότητας τους, εκτός αν ενήργησαν κακόβουλα.

49. ΑΠΟΦΑΣΗ
ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ
ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Αριθ. 40844/Β 1703
της 12-23 Οκτ. 2006 (ΦΕΚ Β΄ 1549)
Οργανωτική Δομή και Λειτουργία της Αρχής του Άρθρου 7 του ν. 2331/1995.
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις:
α) του άρθρου 90 του «Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα Κυβερνητικά Όργανα» που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ. 63/2005 (Α΄ 98),
β) του π.δ. 178/2000 (ΦΕΚ 165 Α΄) «περί Οργανισμού του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας», όπως συμπληρώθηκε από το άρθρο 10 του ν. 3424/2005 (ΦΕΚ 305 Α΄),
γ) του π.δ. 81/2002 (ΦΕΚ 57 Α΄) «Συγχώνευση των Υπουργείων Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών»,
δ) του άρθρου 7 του ν. 2331/1995 (ΦΕΚ 173 Α΄) «Πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες» όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 7 του ν. 3424/2005 (ΦΕΚ 305 Α΄),
ε) του άρθρου 6 παρ. 3,4 και 5 του ν. 2515/1997 (ΦΕΚ 154 Α΄) με το οποίο τροποποιούνται διατάξεις του ν. 2331/1995,
στ) την πράξη 7/17.5.2006 του Υπουργικού Συμβουλίου «Επιλογή και Διορισμός του Προέδρου της Εθνικής Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες» (ΦΕΚ 101 Α΄)
ζ) την υπ’ αριθμ. 23059/Β 975/2.6.2006 (ΦΕΚ 721 Β΄) κοινή υπουργική απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Δικαιοσύνης «Διορισμός μελών της Εθνικής Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες του άρθρου 7 του ν. 2331/1995, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 7 του ν. 3424/2005»
η) την απόφαση του Συμβουλίου της Ε.Ε. της 17ης Οκτωβρίου 2000 σχετικά με τη θέσπιση ρυθμίσεων για τη συνεργασία μεταξύ των μονάδων χρηματοδοτικών πληροφοριών των Κ-Μ όσον αφορά στην ανταλλαγή πληροφοριών (2000/642/ΔΕΥ)
θ) το ν. 2286/1995 (ΦΕΚ 19 Α΄)
ι) το ν. 2362/1995 (ΦΕΚ 247 Α΄)
ια) του π.δ. 50/2001(ΦΕΚ 39 Α΄)
ιβ) τον ν. 2683/1999 (ΦΕΚ 19 Α΄)
ιγ) τον ν. 3205/2003 (ΦΕΚ 297 Α΄)
ιδ) το π.δ. 410/1988 (ΦΕΚ 191 Α΄).



(Μετά τη σελ.84,284) Σελ. 84,285
Τεύχος Σελ.

2. Το γεγονός ότι από την παρούσα προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού,
Αποφασίζει τα ακόλουθα:
Άρθρο 1
Όργανα και Υπηρεσιακές Μονάδες
Η Εθνική Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες του άρθρου 7 του ν. 2331/1995, όπως ισχύει, εφεξής «Αρχή», αποτελείται από τον Πρόεδρο, τα τακτικά και αναπληρωματικά μέλη της και τις υπηρεσιακές μονάδες της.
Άρθρο 2
Τόπος Συνεδριάσεων
Ως τόπος των συνεδριάσεων ορίζεται ο χώρος των γραφείων που στεγάζεται η Αρχή επί της οδού Πειραιώς 207 και Αλκίφρονος 92 στην Αθήνα.
Άρθρο 3
Αρμοδιότητες του Προέδρου
1. Ο Πρόεδρος έχει τις αρμοδιότητες που προσδιορίζονται στο άρθρο 7 του ν. 2331/1995, όπως ισχύει. Ειδικότερα εποπτεύει την εν γένει λειτουργία της Αρχής, διευθύνει τις εργασίες της, προεδρεύει στις τακτικές και έκτακτες συνεδριάσεις της και εκπροσωπεί την Αρχή στις σχέσεις της με άλλες δημόσιες ημεδαπές η αλλοδαπές αρχές και με ιδιωτικούς φορείς ή πρόσωπα.
2. Εισηγείται στην τακτική συνεδρίαση της Αρχής κάθε θέμα που αφορά τη στελέχωσή της με αποσπασμένους υπαλλήλους, σύμφωνα με τις υπηρεσιακές ανάγκες της Αρχής, για την τοποθέτησή τους σε υπηρεσιακές μονάδες, για την επιλογή των προϊσταμένων των μονάδων αυτών και για τη λήψη κάθε αναγκαίου μέτρου για την εξασφάλιση της εύρυθμης και αποτελεσματικής λειτουργίας της Αρχής. Η απόσπαση υπαλλήλων στην Αρχή γίνεται με πρόταση του Προέδρου, μετά από διαβούλευση με τα μέλη. Η πρόταση μπορεί να γίνεται και για συγκεκριμένα πρόσωπα σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 8 του άρθρου 7 του ν. 2331/1995, όπως ισχύει, για την κάλυψη συγκεκριμένων θέσεων, εφόσον οι υπάλληλοι αυτοί έχουν τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα που προβλέπονται από την παρούσα απόφαση.
3. Ορίζει την ημέρα, την ώρα και τον τόπο συνεδρίασης της Αρχής, καταρτίζει την ημερήσια διάταξη, συντονίζει τις εργασίες των συνεδριάσεων, αναθέτει τις υποθέσεις της Αρχής σε ένα ή περισσότερα μέλη, ανάλογα με τη σοβαρότητα της υπόθεσης και σε υπάλληλο ή υπαλλήλους των υπηρεσιακών μονάδων.


Σελ. 84,286
Τεύχος Σελ.

4. Συντονίζει και διευθύνει τις προανακριτικές πράξεις και ενέργειες της Αρχής σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 9 του άρθρου 7 του ν. 2331/1995, όπως ισχύει.
5. Αποφασίζει μετά από διαβούλευση με τα μέλη, τη διενέργεια οικονομικών ελέγχων σύμφωνα με τα εδάφια δ) και ε) της παραγράφου 6 του άρθρου 7 του ν. 2331/1995, όπως ισχύει, και συγκροτεί τις ομάδες ερεύνης από υπαλλήλους της Αρχής και ενδεχομένως και από μέλη της.
6. Συνιστά επιτροπές ή ομάδες εργασίας, διαρκείς ή πρόσκαιρες προς εξυπηρέτηση των αναγκών της Αρχής. Στην απόφαση σύστασης καθορίζεται το έργο, η διάρκεια και η σύνθεση κάθε επιτροπής ή ομάδας εργασίας.
Άρθρο 4
Αρμοδιότητες των Μελών
1. Τα μέλη παρίστανται στις τακτικές και έκτακτες συνεδριάσεις της Αρχής, μελετούν τα στοιχεία των υποθέσεων που αναλαμβάνουν και αποφασίζουν συλλογικά, μαζί με τον Πρόεδρο για την περαιτέρω πορεία των ερευνών ή για τη θέση των υποθέσεων στο αρχείο. Αν απαιτείται συνέχεια των ερευνών, αποφασίζουν ποιες συγκεκριμένες ενέργειες θα πραγματοποιηθούν.
2. Αναλαμβάνουν υποθέσεις που τους χρεώνει ο Πρόεδρος, συνεργάζονται με τους υπαλλήλους που έχουν επίσης χρεωθεί αυτές τις υποθέσεις, καταρτίζουν και παρουσιάζουν την εισήγηση για αυτές στη συνεδρίαση. Αν απαιτείται, επισκέπτονται τις εγκαταστάσεις της Αρχής και άλλες ημέρες εκτός των τακτικών ή εκτάκτων συνεδριάσεων.
3. Τα τακτικά η αναπληρωματικά μέλη από κάθε Υπουργείο ή φορέα συνεργάζονται στενά μεταξύ τους στην εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους και επικοινωνούν με τους υπαλλήλους του Υπουργείου ή φορέα που εκπροσωπούν, οι οποίοι ασχολούνται με την πρόληψη και καταστολή των αδικημάτων της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας. Τα μέλη που εκπροσωπούν τις τέσσερις αρμόδιες αρχές που αναφέρονται στο εδάφιο γ) της παραγράφου 9 του άρθρου 4 του ν. 2331/1995 όπως ισχύει, συνεργάζονται με τις προβλεπόμενες ειδικές υπηρεσιακές μονάδες αυτών των αρμοδίων αρχών και δίνουν οδηγίες για τη βελτίωση του εποπτικού έργου των μονάδων αυτών, σύμφωνα με την εμπειρία τους από τη λειτουργία της Αρχής.
4. Τα μέλη παρακολουθούν τις διεθνείς εξελίξεις στους διεθνείς οργανισμούς ή φορείς στα θέματα που αποτελούν το αντικείμενο της Αρχής, ενημερώνουν την Αρχή και την Γενική Διεύθυνση Οικονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, ως κεντρική συντονιστική αρχή και ζητούν από τον Πρόεδρο να συζητηθούν στη συνεδρίαση σημαντικές εξελίξεις και θέματα που απαιτούν τη διαμόρφωση εθνικών θέσεων σε αυτούς τους διεθνείς οργανισμούς και φορείς.
5. Ο Πρόεδρος, με απόφασή του, που κοινοποιείται στην κεντρική συντονιστική αρχή, δύναται να ορίζει από τα τακτικά μέλη, με τουλάχιστον διετή προϋπηρεσία στην Αρχή ως εντεταλμένα μέλη για τη γενικότερη εποπτεία του Γραφείου Ερευνών και των τριών Διευθύνσεων των παραγράφων 3, 4 και 5 του άρθρου 8 της παρούσας απόφασης. Κάθε εντεταλμένο μέλος ενημερώνει και καθοδηγεί τους υπαλλήλους της υπηρεσιακής μονάδας που εποπτεύει, σύμφωνα με την εμπειρία του. Η αμοιβή των εντεταλμένων μελών καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών.
6. Τα μέλη της Αρχής απαλλάσσονται των υπηρεσιακών τους καθηκόντων κατά την ημέρα της συνεδρίασης.
Άρθρο 5
Οικονομικός Έλεγχος - Προϋπολογισμός – Απολογισμός
1. Ο οικονομικός έλεγχος της Αρχής ασκείται από τον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών και περιλαμβάνει την έγκριση του προϋπολογισμού και του απολογισμού καθώς και την άσκηση διαχειριστικού ελέγχου.
Η Αρχή υπόκειται στον προληπτικό έλεγχο της υπηρεσίας Δημοσιονομικών Ελέγχων του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών και του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
2. Ο Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών μπορεί οποτεδήποτε να διατάξει έκτακτο έλεγχο οικονομικής διαχείρισης.
3. Ο προϋπολογισμός της Αρχής προσαρτάται στον προϋπολογισμό του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών. Η έγκριση του προϋπολογισμού και η αποστολή του στο Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών για την προσάρτησή του στον προϋπολογισμό του εν λόγω Υπουργείου, γίνεται εντός των χρονικών ορίων που ορίζονται κάθε φορά από τον ανωτέρω Υπουργό για την υποβολή των σχεδίων προϋπολογισμού των Υπουργείων.
4. Με αιτιολογημένες αποφάσεις του Προέδρου της Αρχής είναι δυνατή η κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους εγγραφή ή αύξηση πιστώσεων στον προϋπολογισμό της Αρχής µε ισόποση μείωση άλλων πιστώσεων του προϋπολογισμού της.
5. Οι δαπάνες για τις απολαβές του Προέδρου, τις αποζημιώσεις των μελών και των πρόσθετων αμοιβών του προσωπικού της Αρχής, τη στέγαση της Αρχής, τα λειτουργικά έξοδά της, τις ημερήσιες αποζημιώσεις και διανυκτερεύσεις του Προέδρου και του προσωπικού της Αρχής κατά τις μετακινήσεις τους, βαρύνουν τις πιστώσεις του προϋπολογισμού του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, αρχής γενομένης από το οικονομικό έτος 2006.
Άρθρο 6
Προμήθειες- Αναθέσεις Έργου
Προμήθειες ή αναθέσεις έργου διενεργούνται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις περί προμηθειών και αναθέσεων έργου και ειδικότερα με τους ν. 2362/1995 (ΦΕΚ 247 Α΄) και ν. 2286/1995 (ΦΕΚ 19 Α΄).




(Μετά τη σελ.84,286) Σελ. 84,287
Τεύχος Σελ.

Άρθρο 7
Πειθαρχικοί Κανόνες
1. Για το εν γένει προσωπικό της Αρχής σχετικά με τη διενέργεια του πειθαρχικού ελέγχου, εφαρμόζονται οι διατάξεις του π.δ. 410/1988 (ΦΕΚ 191 Α΄) και για όσα θέματα δεν ρυθμίζονται από αυτό, οι διατάξεις του ν. 2683/1999 (ΦΕΚ 19 Α΄).
Άρθρο 8
Οργανισμός της Αρχής
Η Αρχή συγκροτείται από τον Πρόεδρο και έντεκα μέλη με τους αναπληρωτές τους, και υποστηρίζεται από επιστημονικό, διοικητικό και βοηθητικό προσωπικό που αποσπάται σε αυτήν σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 8 του άρθρου 7 του ν. 3424/2005.
Το οργανωτικό σχήμα της Αρχής, έχει ως ακολούθως:
1. Γραφείο Προέδρου:
Το Γραφείο Προέδρου της Αρχής είναι αρμόδιο για την τήρηση και διεκπεραίωση της αλληλογραφίας του, για τον προγραμματισμό των συναντήσεων, επισκέψεων, επαφών του, τη γραμματειακή εξυπηρέτηση, καθώς και για κάθε άλλο θέμα που υποβοηθά την άσκηση των καθηκόντων του. Συνεργάζεται και εξυπηρετείται από τη Διεύθυνση Οικονομικών και Διοικητικών Υποθέσεων, σύμφωνα με τις οδηγίες του Προέδρου.
2. Διεύθυνση Οικονομικών και Διοικητικών Υποθέσεων.
Η Διεύθυνση Οικονομικών και Διοικητικών Υποθέσεων συγκροτείται από τα ακόλουθα τμήματα:
α) Το Τμήμα Διοίκησης το οποίο είναι αρμόδιο για τη διαχείριση και διεκπεραίωση των διοικητικών υποθέσεων της Αρχής που αφορούν στις σχέσεις της με άλλους φορείς και των θεμάτων διοικητικής φύσεως που αφορούν στον Πρόεδρο, στα μέλη και στους υπαλλήλους. Ιδίως έχει τις εξής αρμοδιότητες:
- Χειρίζεται τα θέματα που αφορούν στην απόσπαση του προσωπικού της Αρχής.
- Χειρίζεται τα θέματα που αφορούν τη χορήγηση των πάσης φύσεως αδειών του παραπάνω προσωπικού, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις και τις αποφάσεις των κατά περίπτωση αρμοδίων οργάνων και εκδίδει τις σχετικές πράξεις.
- Μελετά τα προβλήματα υπηρεσιακής κατάστασης του παραπάνω προσωπικού, εισηγείται προτάσεις για την επίλυσή τους και ενημερώνει σχετικά τους ενδιαφερόμενους.



Σελ. 84,288
Τεύχος Σελ.

- Τηρεί το μητρώο και τους ατομικούς φακέλους του παραπάνω προσωπικού και φροντίζει για τη συνεχή ενημέρωση αυτού.
- Καταρτίζει τις συμβάσεις ανάθεσης κάθε φύσης έργου.
- Ελέγχει την προσέλευση και αποχώρηση του προσωπικού.
- Εκδίδει, μετά από έγκριση του Προέδρου, αποφάσεις για τη μετακίνηση του Προέδρου, των μελών της Αρχής και των υπαλλήλων στο εσωτερικό και στο εξωτερικό για εκτέλεση υπηρεσίας.
- Εισηγείται τη συγκρότηση επιτροπών και ομάδων εργασίας.
- Μεριμνά για την εφαρμογή των διατάξεων πειθαρχικού δικαίου στο παραπάνω προσωπικό.
β) Το Τμήμα Οικονομικής Διαχείρισης το οποίο είναι αρμόδιο:
- Για την κατάρτιση, τροποποίηση και εκτέλεση του τακτικού προϋπολογισμού/απολογισμού.
- Για την εντολή και εκκαθάριση αποδοχών, αποζημιώσεων και λοιπών απολαβών του Προέδρου, των μελών και του προσωπικού της Αρχής.
- Για τη διαχείριση κάθε δαπάνης.
- Για την εκτίμηση και καταγραφή των πάσης φύσεως αναγκών της υπηρεσίας σε έπιπλα, μηχανικό εξοπλισμό, γραφική ύλη, είδη καθαριότητας και λοιπά υλικά.
- Για την εκτέλεση των πάσης φύσεως προμηθειών.
- Για τη διαχείριση του υλικού (παραλαβή, καταχώρηση, αποθήκευση, διανομή).
- Για την ανάθεση εργασιών και παρακολούθηση εκτελέσεώς τους.
- Για την εκποίηση περιουσιακών στοιχείων.
γ) Το Τμήμα Γραμματειακής Υποστήριξης έχει τις εξής αρμοδιότητες:
- Παρέχει την απαιτούμενη γραμματειακή υποστήριξη στο Γραφείο του Προέδρου και εξυπηρετεί άλλες ανάγκες του.
- Χειρίζεται τα θέματα που αφορούν στην τήρηση πρωτοκόλλου και τη διακίνηση της αλληλογραφίας.
- Οργανώνει και τηρεί το γενικό πρωτόκολλο εισερχόμενης και εξερχόμενης από τις υπηρεσίες αλληλογραφίας και τα ευρετήρια της Αρχής.
- Παραλαμβάνει και πρωτοκολλεί την εισερχόμενη αλληλογραφία και το λοιπό έντυπο υλικό και μεριμνά για την αποστολή τους στις αρμόδιες υπηρεσίες.
- Διεκπεραιώνει την απλή και διαβαθμισμένη αλληλογραφία και το λοιπό έντυπο υλικό και φροντίζει για την προμήθεια ελληνικού και διεθνούς πολιτικού και οικονομικού Τύπου που προσδιορίζεται με απόφαση του Προέδρου.
- Επικυρώνει αντίγραφα με την ένδειξη «Ακριβές αντίγραφο» και βεβαιώνει το γνήσιο της υπογραφής του προσωπικού και εάν απαιτείται, πολιτών.
- Έχει την ευθύνη για τη δακτυλογράφηση, την αναπαραγωγή, τη διακίνηση των εγγράφων και για τη μετάφραση των απαραίτητων εγγράφων.
- Μεριμνά για τη λειτουργία του τηλεφωνικού κέντρου, των τηλετύπων, του φαξ και των λοιπών μέσων επικοινωνίας της υπηρεσίας.
- Φροντίζει για την εκκαθάριση, για τη μικροφωτογράφηση ή την ηλεκτρονική ή με άλλο τρόπο καταγραφή και γενικά για τη διατήρηση του αρχείου της Αρχής.
- Εποπτεύει και συντονίζει το βοηθητικό προσωπικό.
- Φροντίζει για την κίνηση και συντήρηση των οχημάτων.
- Μεριμνά για τη φύλαξη και τον καθαρισμό του κτιρίου.
- Μεριμνά για τη διάθεση χώρων για διαλέξεις, συγκεντρώσεις και εκδηλώσεις της Αρχής.
- Μεριμνά για την εξυπηρέτηση του κοινού παραπέμποντας στην αρμόδια υπηρεσία της Αρχής.
δ) Το Τμήμα Μηχανογραφικών Εφαρμογών το οποίο έχει ως αρμοδιότητα το σχεδιασμό, ανάπτυξη και συντήρηση των μηχανογραφικών εφαρμογών, την καλή και ασφαλή λειτουργία του μηχανογραφικού συστήματος, τη συντήρηση του μηχανογραφικού εξοπλισμού και την εν γένει στήριξη ολόκληρου του ηλεκτρονικού συστήματος.
3. Διεύθυνση Διερεύνησης και Ανάλυσης Πληροφοριών από τον Χρηματοπιστωτικό Τομέα.
Οι αρμοδιότητές της είναι:
α) Η ανάλυση των αναφορών ύποπτων συναλλαγών, που υποβάλλονται στην Αρχή από εταιρείες του χρηματοπιστωτικού τομέα, σύμφωνα με διαδικασίες και κριτήρια που θα καθορίζονται από τον Πρόεδρο και τα μέλη, λαμβάνοντας υπόψη τη διεθνή εμπειρία αντίστοιχων προς την Αρχή αλλοδαπών αρχών καθώς και τη σχετική εμπειρία των Υπηρεσιών δίωξης των οικονομικών εγκλημάτων των αρμόδιων Υπουργείων.
β) Η διερεύνηση των στοιχείων που περιέχονται στις ανωτέρω αναφορές, η διασταύρωση των πληροφοριών και η συγκέντρωση στοιχείων με τη βοήθεια του Γραφείου Ερευνών από δημόσια αρχεία, δημόσιες αρχές και υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένων των δικαστικών, μετά από έγκριση του Προέδρου, από το σύστημα «Τειρεσίας» και από τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που υπάγονται στις υποχρεώσεις του ν. 2331/1995, όπως ισχύει.
γ) H εκτίμηση του βαθμού κινδύνου, για την πιθανότητα εμπλοκής του εξεταζόμενου προσώπου σε υποθέσεις νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.
δ) Η διερεύνηση, σε συνεργασία με το Γραφείο Ερευνών, τυχόν σύνδεσης του εξεταζόμενου προσώπου με συγκεκριμένο βασικό αδίκημα, λαμβάνοντας υπόψη τα συλλεγέντα στοιχεία.
ε) Η κατάρτιση και αρχειοθέτηση φακέλου για κάθε υπόθεση με χαρακτηρισμό της επικινδυνότητας (ελάχιστη, χαμηλή, μέση, υψηλή).
στ) Η στενή συνεργασία, σε όλες τις ανωτέρω εργασίες και δραστηριότητες, με το μέλος ή τα μέλη της Αρχής που έχουν χρεωθεί, μαζί με τη Διεύθυνση, συγκεκριμένες υποθέσεις καθώς και με τις άλλες Υπηρεσίες της Αρχής.
ζ) Η παροχή όλων των σχετικών στοιχείων προς τα μέλη, για την κατάρτιση από αυτά της εισήγησής τους προς τον Πρόεδρο και τα άλλα μέλη.
η) Η παρακολούθηση της συναλλακτικής συμπεριφοράς του εξεταζόμενου, αν εκτιμηθεί ότι χρειάζεται, με κατάλληλες οδηγίες προς φυσικά ή νομικά πρόσωπα υπαγόμενα στις υποχρεώσεις του ν. 2331/1995, όπως ισχύει και η άμεση επικοινωνία με τις εταιρείες του χρηματοπιστωτικού τομέα για τη συλλογή πληροφοριών.
θ) Η παρακολούθηση του έντυπου και ηλεκτρονικού Τύπου, ιδίως του οικονομικού, για τον εντοπισμό περιπτώσεων που χρήζουν αυτοτελούς διερεύνησης από την Αρχή.



(Μετά τη σελ.84,288) Σελ. 84,289
Τεύχος Σελ.

ι) Η συμμόρφωση προς τις οδηγίες του Προέδρου, του εντεταλμένου στη Διεύθυνση μέλους και των άλλων μελών σχετικά με τις διαδικασίες και πρακτικές για την εξασφάλιση του εμπιστευτικού χαρακτήρα των πληροφοριών που αποκτά ή διαχειρίζεται.
4. Διεύθυνση Διερεύνησης και Ανάλυσης Αναφορών και Πληροφοριών από τα Νέα Επαγγέλματα και από άλλες πηγές.
Οι αρμοδιότητές της είναι:
α) Η διερεύνηση και ανάλυση αναφορών που υποβάλλονται στην Αρχή από νομικά ή φυσικά πρόσωπα, εκτός των εταιρειών του Χρηματοπιστωτικού τομέα, που υπόκεινται στις υποχρεώσεις του ν. 2331/1995, όπως ισχύει.
β) Η διερεύνηση των στοιχείων που περιέχονται στις ανωτέρω αναφορές, η διασταύρωση των πληροφοριών και η συγκέντρωση στοιχείων από δημόσια αρχεία, δημόσιες αρχές και υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένων των δικαστικών, μετά από έγκριση του Προέδρου, από το σύστημα «Τειρεσίας» και από τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που υπάγονται στις υποχρεώσεις του ν. 2331/1995, όπως ισχύει.
γ) Η διερεύνηση, σε συνεργασία με το Γραφείο Ερευνών, τυχόν σύνδεσης του εξεταζόμενου προσώπου με συγκεκριμένο βασικό αδίκημα, λαμβάνοντας υπόψη τα συλλεγέντα στοιχεία.
δ) Η κατάρτιση και αρχειοθέτηση φακέλου για κάθε υπόθεση με χαρακτηρισμό της επικινδυνότητας (ελαχίστη, χαμηλή, μέση, υψηλή).
ε) Η στενή συνεργασία, σε όλες τις ανωτέρω εργασίες και δραστηριότητες, με το μέλος ή τα μέλη της Αρχής που έχουν χρεωθεί, μαζί με τη Διεύθυνση, συγκεκριμένες υποθέσεις καθώς και με τις άλλες Υπηρεσίες της Αρχής.
στ) Η παροχή όλων των σχετικών στοιχείων προς τα μέλη, για την κατάρτιση από αυτά της εισήγησής τους προς τον Πρόεδρο και τα άλλα μέλη.
ζ) Η παρακολούθηση της συναλλακτικής, οικονομικής ή επαγγελματικής συμπεριφοράς του εξεταζόμενου, αν εκτιμηθεί ότι χρειάζεται, με κατάλληλες οδηγίες προς τα σχετικά φυσικά ή νομικά πρόσωπα υπαγόμενα στις υποχρεώσεις του ν. 2331/1995, όπως ισχύει.
η) H εκτίμηση του βαθμού επικινδυνότητας για την πιθανότητα εμπλοκής των εξεταζόμενων προσώπων σε υποθέσεις νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, λαμβάνοντας υπόψη τα ιδιαίτερα στοιχεία και χαρακτηριστικά του οικονομικού τομέα ή της κατηγορίας στην οποία ανήκει το αναφέρον φυσικό ή νομικό πρόσωπο, καθώς και την οικονομική επιφάνεια, τη φύση των δραστηριοτήτων με την τυχόν υπηρεσιακή κατάσταση του εξεταζόμενου προσώπου, και στην περίπτωση νομικού προσώπου, την εσωτερική διάρθρωση και τις νομικές και πραγματικές του σχέσεις με άλλες εταιρείες.

Σελ. 84,290
Τεύχος Σελ.

θ) Η παρακολούθηση του έντυπου και ηλεκτρονικού Τύπου για τον εντοπισμό περιπτώσεων που χρήζουν αυτοτελούς διερεύνησης από την Αρχή.
ι) Η συμμόρφωση προς τις οδηγίες του Προέδρου, του εντεταλμένου στη Διεύθυνση μέλους και των άλλων μελών σχετικά με τις διαδικασίες και πρακτικές για την εξασφάλιση του εμπιστευτικού χαρακτήρα των πληροφοριών που αποκτά ή διαχειρίζεται.
5. Διεύθυνση Μελετών και Διεθνών Σχέσεων
Η Διεύθυνση Μελετών και Διεθνών Σχέσεων συγκροτείται από τα ακόλουθα Τμήματα:
α) Το Τμήμα Μελετών το οποίο είναι αρμόδιο:
- Για την παρακολούθηση της εξέλιξης των χρησιμοποιούμενων διεθνώς μεθόδων και πρακτικών για σκοπούς Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες ή Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας καθώς και των αντίστοιχων πρακτικών αντιμετώπισής τους από αρμόδιες αρχές.
- Για τον εντοπισμό ευάλωτων κατηγοριών ή οικονομικών τομέων στον κίνδυνο χρησιμοποίησής τους για τη διάπραξη των ανωτέρω αδικημάτων.
- Για τον εντοπισμό αδυναμιών στον υπάρχοντα μηχανισμό αντιμετώπισης των ανωτέρω αδικημάτων.
- Για την κατάρτιση μελετών και διενέργεια αναλύσεων.
- Για την επεξεργασία, σε συνεργασία με τις άλλες Διευθύνσεις προτάσεων για την προώθηση κανονιστικών και λειτουργικών ρυθμίσεων.
- Για τη μελέτη και ανάλυση των εγγράφων «Τυπολογίας» (Typology), τα οποία καταρτίζει το FATF και άλλοι διεθνείς οργανισμοί και φορείς καθώς και για την επισήμανση πρακτικών και μεθόδων που μπορεί να χρησιμοποιηθούν στην Ελλάδα. Η αποκτώμενη εμπειρία και γνώση θα κοινοποιείται στον Πρόεδρο, στα μέλη, στις υπηρεσίες της Αρχής, στις αρμόδιες αρχές και στην κεντρική συντονιστική αρχή.
β) Το Τμήμα Διεθνών Σχέσεων είναι αρμόδιο:
- Για την παρακολούθηση της εξέλιξης των χρησιμοποιούμενων διεθνώς μεθόδων και πρακτικών για σκοπούς Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες ή Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας καθώς και των αντίστοιχων πρακτικών αντιμετώπισής τους από αρμόδιες αρχές.
- Για την παρακολούθηση και συμμετοχή στις εργασίες των σχετικών με το αντικείμενο της Αρχής διεθνών Οργανισμών και Φορέων.
- Για την ανταλλαγή πληροφοριών με τις αντίστοιχες αρχές του εξωτερικού μέσω του δικτύου του Egmond Group, του FIU-Νet, σύμφωνα με τους κανόνες λειτουργίας αυτών των δικτύων καθώς και σύμφωνα με τα Μνημόνια Συνεργασίας (Memoranda of Understanding - Μ.Ο.U.) που έχει υπογράψει η Αρχή καθώς και σε κάθε άλλη περίπτωση που εγκρίνει ο Πρόεδρος.
- Για την μελέτη και ανάλυση των εγγράφων «Τυπολογίας» (Typology), τα οποία καταρτίζει το FATF και άλλοι διεθνείς οργανισμοί και φορείς καθώς και η επισήμανση πρακτικών και μεθόδων που μπορεί να χρησιμοποιηθούν στην Ελλάδα. Η αποκτώμενη εμπειρία και γνώση θα κοινοποιείται στον Πρόεδρο, στα μέλη, στις υπηρεσίες της Αρχής, στις αρμόδιες αρχές και στην κεντρική συντονιστική αρχή.
- Για τη μελέτη και τη συλλογή στοιχείων για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης χωρών εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τα διεθνή κριτήρια, ιδίως τις Συστάσεις του FATF, και τις σχετικές εκθέσεις των διεθνών Οργανισμών και Φορέων για κάθε χώρα και την εισήγηση προς τον Πρόεδρο και τα μέλη για το επιβαλλόμενο επίπεδο συνεργασίας με την ΜΧΠ (Μονάδα Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών) της χώρας αυτής και τυχόν υπογραφή Μνημονίου Συνεργασίας με αυτή σύμφωνα με το άρθρο 12.
6. Γραφείο Ερευνών
Έχει τις εξής αρμοδιότητες:
α) Συλλέγει πληροφορίες ποινικού, αστυνομικού, φορολογικού ή οικονομικού χαρακτήρα και τις διανέμει στις αρμόδιες Διευθύνσεις, τα μέλη και τον Πρόεδρο.
β) Επικοινωνεί με τα αρμόδια Υπουργεία, Ν.Π.Δ.Δ., άλλες δημόσιες Υπηρεσίες ή αρχές για συλλογή πληροφοριών, διενέργεια ελέγχων και συνεργασία σε συγκεκριμένα θέματα.
γ) Διενεργεί εξωτερικούς ελέγχους, παρακολουθήσεις και έρευνες σχετικά με υποθέσεις της Αρχής για την εξυπηρέτηση των σκοπών της Αρχής.
δ) Διενεργεί ειδικούς ελέγχους οικονομικών καταστάσεων και στοιχείων σε δημόσιες υπηρεσίες πάσης φύσεως, είτε ενημερώνοντας τις υπηρεσίες αυτές προηγουμένως είτε χωρίς ενημέρωση. Οι έλεγχοι αυτοί γίνονται από ομάδα ερεύνης υπαλλήλων του Γραφείου, με ενδεχόμενη συμμετοχή μελών και άλλων υπαλλήλων της Αρχής, με επίδειξη της υπηρεσιακής τους ταυτότητας.
ε) Συνεργάζεται στενά με το υπόλοιπο προσωπικό της Αρχής και ακολουθεί τις οδηγίες του Προέδρου, του εντεταλμένου μέλους που εποπτεύει το Γραφείο Ερευνών και άλλων μελών.
στ) Εξασφαλίζει πρόσβαση στα διεθνή ηλεκτρονικά αρχεία ανταλλαγής πληροφοριών ποινικού και αστυνομικού χαρακτήρα, ιδίως της Europol, της Interpol και του συστήματος SUSTRANS.
ζ) Υιοθετεί, κατόπιν οδηγιών του Προέδρου, του εντεταλμένου μέλους και των μελών, διαδικασίες και πρακτικές για την εξασφάλιση του εμπιστευτικού χαρακτήρα των πληροφοριών που αποκτά ή διαχειρίζεται
η) Υποβοηθεί τον Πρόεδρο και τα μέλη στο προανακριτικό έργο της Αρχής.
Άρθρο 9
Διάρθρωση των Υπηρεσιών
Οι αποσπώμενοι πρέπει να έχουν τα προσόντα του κλάδου της θέσης που αποσπώνται.
1. Γραφείο Προέδρου: Στελεχώνεται από ένα Προϊστάμενο και δύο γραμματείς.
Τα ελάχιστα απαιτούμενα προσόντα για τη θέση του Προϊσταμένου είναι τα εξής:
• Τα οριζόμενα στο άρθρο 4 του π.δ. 50/2001 (ΦΕΚ 39 Α΄)
• Πτυχίο ΑΕΙ ή ΤΕΙ της ημεδαπής ή ισότιμο της αλλοδαπής




(Μετά τη σελ.84,290) Σελ. 84,291
Τεύχος Σελ.

• Μεταπτυχιακός τίτλος σπουδών διοικητικής κατεύθυνσης της ημεδαπής ή ισότιμος τίτλος της αλλοδαπής
• Πολύ καλή γνώση της Αγγλικής
Τα ελάχιστα απαιτούμενα προσόντα για τη δεύτερη θέση είναι τα εξής:
• Πτυχίο ΑΕΙ ή ΤΕΙ της ημεδαπής ή ισότιμο της αλλοδαπής
• Πολύ καλή γνώση της Αγγλικής
• Καλή γνώση χειρισμού Η/Υ.
Τα ελάχιστα απαιτούμενα προσόντα για την τρίτη θέση είναι τα εξής:
• Απολυτήριο Μ. Ε.
• Πολύ καλή γνώση της Αγγλικής
• Καλή γνώση χειρισμού Η/Υ.
2. Διεύθυνση Οικονομικών και Διοικητικών Υποθέσεων: στελεχώνεται από 14 υπαλλήλους.
Τα ελάχιστα απαιτούμενα προσόντα για τη θέση του Προϊσταμένου είναι τα εξής:
• Τα οριζόμενα στο άρθρο 4 του π.δ. 50/2001 (ΦΕΚ 39 Α΄)
• Πτυχίο ΑΕΙ ή ΤΕΙ της ημεδαπής ή ισότιμο της αλλοδαπής, σπουδών Οικονομικής ή Διοικητικής κατεύθυνσης
• Τριετής τουλάχιστον εμπειρία σε θέματα οικονομικών ή διοικητικών υποθέσεων Υπουργείων ή άλλων δημόσιων φορέων
• Πολύ καλή γνώση της Αγγλικής
• Καλή γνώση χειρισμού Η/Υ
- Θέσεις διοικητικού προσωπικού (2):
Τα ελάχιστα απαιτούμενα προσόντα είναι τα εξής:
• Πτυχίο ΑΕΙ ή ΤΕΙ της ημεδαπής ή ισότιμο της αλλοδαπής, σπουδών Διοικητικής κατεύθυνσης
• Εμπειρία τουλάχιστον ενός έτους σε θέματα διοικητικών υποθέσεων Υπουργείων ή άλλων δημόσιων φορέων
• Καλή γνώση της Αγγλικής
• Καλή γνώση χειρισμού Η/Υ
-Θέσεις οικονομικού προσωπικού (2):
Τα ελάχιστα απαιτούμενα προσόντα είναι τα εξής:
• Πτυχίο ΑΕΙ ή ΤΕΙ της ημεδαπής ή ισότιμο της αλλοδαπής, σπουδών Οικονομικής κατεύθυνσης
• Εμπειρία τουλάχιστον ενός έτους σε θέματα οικονομικών υποθέσεων Υπουργείων ή άλλων δημόσιων φορέων
• Καλή γνώση της Αγγλικής
• Καλή γνώση χειρισμού Η/Υ
-Θέσεις προσωπικού πληροφορικής (3):
Τα ελάχιστα απαιτούμενα προσόντα είναι τα εξής:



Σελ. 84,292
Τεύχος Σελ.

• Πτυχίο ΑΕΙ ή ΤΕΙ της ημεδαπής ή ισότιμο της αλλοδαπής, σε θέματα Πληροφορικής ή Πτυχίο ΑΕΙ ή ΤΕΙ της ημεδαπής ή ισότιμο της αλλοδαπής και επιμόρφωση σε θέματα Πληροφορικής (Υλικό μέρος (Hardware), Λογισμικό (Software), δημιουργία και υποστήριξη δικτύων)
• Εμπειρία τουλάχιστον τεσσάρων ετών σε θέματα Πληροφορικής Υπουργείων ή άλλων δημόσιων ή ιδιωτικών φορέων και ειδικότερα σε θέματα Υλικού μέρους (Hardware), Λογισμικού (Software), δημιουργίας και υποστήριξης δικτύων
• Πολύ καλή γνώση της Αγγλικής
-Θέσεις γραμματειακής υποστήριξης (3)
Τα ελάχιστα απαιτούμενα προσόντα είναι τα εξής:
• Απολυτήριο Λυκείου
• Καλή γνώση της Αγγλικής
• Πολύ καλή γνώση χειρισμού Η/Υ
-Βοηθητικό προσωπικό (3):
• 2 οδηγοί
• 1 κλητήρας
σύμφωνα με τα απαιτούμενα προσόντα από το Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών.
3. Διεύθυνση Διερεύνησης και Ανάλυσης Πληροφοριών από το Χρηματοπιστωτικό Τομέα: στελεχώνεται από 9 υπαλλήλους.
Τα ελάχιστα απαιτούμενα προσόντα για τη θέση Διευθυντού είναι τα εξής:
• Τα οριζόμενα στο άρθρο 4 του π.δ. 50/2001 (ΦΕΚ 39 Α΄)
• Μεταπτυχιακός τίτλος σπουδών οικονομικής κατεύθυνσης της ημεδαπής ή ισότιμος τίτλος της αλλοδαπής
• Τριετής τουλάχιστον εμπειρία σε θέματα εποπτείας εταιρειών του χρηματοπιστωτικού τομέα και ανάλυσης σχετικών πληροφοριών
• Πολύ καλή γνώση της Αγγλικής
• Καλή γνώση χειρισμού Η/Υ
-Επιστημονικό προσωπικό (6)
Τρεις (3) θέσεις με τα εξής ελάχιστα απαιτούμενα προσόντα:
• Πτυχίο ΑΕΙ ή ΤΕΙ της ημεδαπής ή ισότιμο της αλλοδαπής, οικονομικής κατεύθυνσης και εμπειρία στην ανάλυση και αξιολόγηση στοιχείων από τραπεζικές συναλλαγές
• Πολύ καλή γνώση της Αγγλικής
• Γνώση χειρισμού Η/Υ
Δύο (2) θέσεις με τα εξής ελάχιστα απαιτούμενα προσόντα:
• Πτυχίο ΑΕΙ ή ΤΕΙ της ημεδαπής ή ισότιμο της αλλοδαπής, οικονομικής κατεύθυνσης και εμπειρία στην ανάλυση και αξιολόγηση στοιχείων χρηματιστηριακών συναλλαγών, συναλλαγών επί παραγώγων και άλλων συναλλαγών εταιρειών που ανήκουν στον τομέα της κεφαλαιαγοράς
• Πολύ καλή γνώση της Αγγλικής
• Καλή γνώση χειρισμού Η/Υ
Μία (1) θέση με τα εξής ελάχιστα απαιτούμενα προσόντα:
• Πτυχίο ΑΕΙ ή ΤΕΙ της ημεδαπής ή ισότιμο της αλλοδαπής, οικονομικής κατεύθυνσης και εμπειρία στην ανάλυση και αξιολόγηση συμβολαίων και συναλλαγών του ασφαλιστικού τομέα
• Πολύ καλή γνώση της Αγγλικής
• Γνώση χειρισμού Η/Υ
-Θέσεις γραμματειακής υποστήριξης (2)
Τα ελάχιστα απαιτούμενα προσόντα είναι τα εξής:
• Απολυτήριο Λυκείου
• Πολύ καλή γνώση της Αγγλικής
• Πολύ καλή γνώση χειρισμού Η/Υ.
4. Διεύθυνση Διερεύνησης και Ανάλυσης Αναφορών και Πληροφοριών από τα Νέα Επαγγέλματα και από άλλες πηγές: στελεχώνεται από 7 υπαλλήλους.
Τα ελάχιστα απαιτούμενα προσόντα για τη θέση του Διευθυντού είναι τα εξής:
• Τα οριζόμενα στο άρθρο 4 του π.δ. 50/2001 (ΦΕΚ 39 Α΄)
• Μεταπτυχιακός τίτλος σπουδών οικονομικής ή νομικής κατεύθυνσης ή πολιτικών επιστημών της ημεδαπής ή ισότιμης της αλλοδαπής
• Τριετής τουλάχιστον εμπειρία σε θέματα επεξεργασίας και ανάλυσης πληροφοριών που σχετίζονται με το οικονομικό έγκλημα
• Πολύ καλή γνώση της Αγγλικής
• Γνώση χειρισμού Η/Υ
Πέντε (5) θέσεις με τα εξής ελάχιστα απαιτούμενα προσόντα:
• Πτυχίο ΑΕΙ ή ΤΕΙ της ημεδαπής ή ισότιμο της αλλοδαπής οικονομικών, νομικών ή πολιτικών επιστημών
• Διετής τουλάχιστον εμπειρία σε υπηρεσιακή μονάδα καταπολέμησης του οικονομικού εγκλήματος ή δίωξης λαθρεμπορίου
• Πολύ καλή γνώση της Αγγλικής
• Γνώση χειρισμού Η/Υ
-Θέσεις γραμματειακής υποστήριξης (1)
Τα ελάχιστα απαιτούμενα προσόντα είναι τα εξής:
• Απολυτήριο Λυκείου
• Πολύ καλή γνώση της Αγγλικής
• Πολύ καλή γνώση χειρισμού Η/Υ.
5. Διεύθυνση Μελετών και Διεθνών Σχέσεων: στελεχώνεται από 7 υπαλλήλους.
Τα ελάχιστα απαιτούμενα προσόντα για τη θέση του Διευθυντού είναι τα εξής:
• Τα οριζόμενα στο άρθρο 4 του π.δ. 50/2001 (ΦΕΚ 39 Α΄)
• Μεταπτυχιακός τίτλος σπουδών της ημεδαπής ή ισότιμου τίτλου της αλλοδαπής, οικονομικής, ή νομικής κατεύθυνσης, ή διεθνών σχέσεων. Θα συνεκτιμηθεί τυχόν διδακτορικό δίπλωμα ή ακαδημαϊκή εμπειρία
• Τριετής τουλάχιστον εμπειρία στην κατάρτιση μελετών ή σε θέματα διεθνούς συνεργασίας στο χρηματοπιστωτικό τομέα με τυχόν προϋπηρεσία σε δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς ή σε διεθνείς φορείς σχετικούς με το ανωτέρω αντικείμενο
• Άριστη γνώση της Αγγλικής
• Πολύ καλή γνώση χειρισμού Η/Υ
Πέντε (5) θέσεις (Τμήμα Μελετών:2, Τμήμα Διεθνών Σχέσεων: 3) με τα εξής ελάχιστα απαιτούμενα προσόντα:
• Πτυχίο ημεδαπού ΑΕΙ ή ισότιμου της αλλοδαπής, οικονομικής ή νομικής κατεύθυνσης ή διεθνών σχέσεων.
• Πολύ καλή γνώση της Αγγλικής
• Πολύ καλή γνώση χειρισμού Η/Υ
• Για τις 2 θέσεις του Τμήματος Μελετών, διετής τουλάχιστον εμπειρία σε υπηρεσιακή μονάδα κατάρτισης μελετών



(Μετά τη σελ.84,292) Σελ. 84,293
Τεύχος Σελ.

• Για τις 3 θέσεις του Τμήματος Διεθνών Σχέσεων, διετής τουλάχιστον εμπειρία σε θέματα διεθνούς συνεργασίας στο χρηματοπιστωτικό τομέα
-Θέση γραμματειακής υποστήριξης (1)
Τα ελάχιστα απαιτούμενα προσόντα είναι τα εξής:
• Απολυτήριο Λυκείου
• Πολύ καλή γνώση της Αγγλικής
• Πολύ καλή γνώση χειρισμού Η/Υ.
6. Γραφείο Ερευνών: στελεχώνεται από 9 υπαλλήλους.
Τα ελάχιστα απαιτούμενα προσόντα για τη θέση Προϊσταμένου είναι τα εξής:
• Ανώτερος αστυνομικός
• Πτυχίο Αστυνομικής Σχολής
• Τριετής τουλάχιστον εμπειρία στην καταπολέμηση του οικονομικού εγκλήματος και των ναρκωτικών
- Δύο (2) θέσεις κατώτερων αξιωματικών με διετή εμπειρία στη δίωξη και καταπολέμηση του οικονομικού εγκλήματος
- Δύο (2) θέσεις αστυφυλάκων ή λοιπών βαθμοφόρων με διετή εμπειρία στη δίωξη και καταπολέμηση του οικονομικού εγκλήματος
Δύο (2) θέσεις με τα εξής ελάχιστα απαιτούμενα προσόντα:
• Πτυχίο ΑΕΙ της ημεδαπής ή ισότιμο της αλλοδαπής, οικονομικής ή νομικής κατεύθυνσης
• Διετής τουλάχιστον προϋπηρεσία στην Υπηρεσία Ειδικών Ελέγχων
• Καλή γνώση της Αγγλικής.
• Καλή γνώση χειρισμού Η/Υ
Μία (1) θέση με τα εξής ελάχιστα απαιτούμενα προσόντα:
• Πτυχίο ΑΕΙ ή ΤΕΙ της ημεδαπής ή ισότιμο της αλλοδαπής, οικονομικής κατεύθυνσης
• Διετής τουλάχιστον προϋπηρεσία στο Λιμενικό Σώμα.
• Καλή γνώση της Αγγλικής.
• Καλή γνώση χειρισμού Η/Υ
-Θέση γραμματειακής υποστήριξης (1)
Τα ελάχιστα απαιτούμενα προσόντα είναι τα εξής:
• Απολυτήριο Λυκείου
• Πολύ καλή γνώση της Αγγλικής
• Πολύ καλή γνώση χειρισμού Η/Υ.






Σελ. 84,294
Τεύχος Σελ.

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ
Άρθρο 10
Διαδικασία Διαχείρισης Πληροφοριών
1. Οι αναφορές ύποπτων συναλλαγών και τα έγγραφα που αφορούν πληροφορίες προερχόμενες από άλλες πηγές, εκτός των υπόχρεων προς αναφορά νομικών και φυσικών προσώπων, πρωτοκολλούνται, εγγράφονται σε ειδικό ηλεκτρονικό μητρώο και υποβάλλονται στον Πρόεδρο. Αυτός χρεώνει την υπόθεση στην αρμόδια υπηρεσιακή μονάδα (Διεύθυνση ή Γραφείο Ερευνών) και σε υπαλλήλους της μονάδας. Αν παρίσταται ανάγκη, χρεώνονται με την υπόθεση περισσότερες μονάδες. Η μονάδα καταρτίζει, εγγράφως και ηλεκτρονικά, φάκελο για κάθε υπόθεση στον οποίο καταχωρούνται όλα τα σχετικά έγγραφα, στοιχεία, σημειώσεις, εισηγήσεις και αποφάσεις της Αρχής, με τρόπο ώστε να είναι ευχερής η αναζήτηση τους και η διασύνδεση του φακέλου με άλλους φακέλους με τους οποίους πιθανώς συσχετίζεται.
2. Κάθε υπόθεση χρεώνεται από τον Πρόεδρο και σε μέλος ή μέλη κατά την πρώτη συνεδρίαση της Αρχής μετά τη χρέωσή της σε υπηρεσιακή μονάδα. Αν η υπόθεση κρίνεται σοβαρή ή απαιτούσα επείγουσες ενέργειες, το μέλος ή τα μέλη ειδοποιούνται και πριν από την ανωτέρω συνεδρίαση.
3. Ο υπάλληλος που χρεώθηκε την υπόθεση συλλέγει χωρίς καθυστέρηση τα πρώτα βασικά στοιχεία (φορολογικές δηλώσεις του φυσικού η νομικού προσώπου –εισοδήματος και ακίνητης περιουσίας-, ποινικό μητρώο ή άλλα στοιχεία που παρέχει το Γραφείο Ερευνών, στοιχεία από το Αποθετήριο Μετοχών του Χ.Α.Α. κ.λπ.) και ενημερώνει σχετικά το μέλος που ανέλαβε την υπόθεση. Αν χρειάζονται και άλλα στοιχεία (πρόσθετες πληροφορίες από το αναφέρον πρόσωπο, έρευνα σε υποθηκοφυλακεία κ.λπ.), αυτά συλλέγονται από τη μονάδα, και το Γραφείο Ερευνών μετά από οδηγίες του μέλους. Στη συνέχεια ο υπάλληλος και ο επικεφαλής της μονάδας βοηθούν το μέλος στην κατάρτιση από αυτό της έκθεσης, στην οποία περιέχεται η κατ’ αρχήν εκτιμώμενη σοβαρότητα της υπόθεσης σύμφωνα με την κλίμακα Α-Δ. Α σημαίνει μη ή ελάχιστα ενδιαφέρουσα υπόθεση, Β σημαίνει ότι υπάρχουν ορισμένες ύποπτες ενδείξεις, Γ ότι υπάρχουν αρκετές ενδείξεις για συνέχιση των ερευνών και Δ ότι υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να σχετίζεται η υπόθεση με τα εγκλήματα της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες ή της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας.
4. Η έκθεση υποβάλλεται από το μέλος στον Πρόεδρο ο οποίος την εισάγει στην τακτική συνεδρίαση των μελών ή σε έκτακτη, σε επείγουσες περιπτώσεις. Το μέλος που χρεώθηκε την υπόθεση, την παρουσιάζει και την αναλύει στη συνεδρίαση, η οποία αποφασίζει για τις περαιτέρω ενέργειες. Είναι δυνατόν να παρίστανται ο υπάλληλος και ο επικεφαλής της μονάδας. Αν υπάρχει διαφωνία στο χειρισμό της υπόθεσης, αποφασίζει η απόλυτη πλειοψηφία των συμμετεχόντων μελών συν τον Πρόεδρο. Σε ισοψηφία υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου. Η συνεδρίαση μπορεί i) να θέσει την υπόθεση στο αρχείο, ii) να κρίνει σκόπιμη τη συνέχιση των ερευνών ή iii) να παραπέμψει την υπόθεση στον εισαγγελέα με πόρισμα του Προέδρου. Στην περίπτωση i) παύουν οι περαιτέρω έρευνες αλλά η υπόθεση μπορεί να ανασυρθεί ανά πάσα στιγμή από το αρχείο αν υπάρξουν νέα στοιχεία. Στην περίπτωση ii) αποφασίζονται οι περαιτέρω έρευνες λαμβάνοντας υπόψη τη φύση της συναλλαγής, το ύψος των περιουσιακών στοιχείων, την προσωπικότητα του εξεταζόμενου, το βαθμό επικινδυνότητας και το επείγον της υπόθεσης. Ενδεικτικά πρόσθετα μέτρα είναι:
-η αναζήτηση στοιχείων για συναλλαγές και το συνολικό χαρτοφυλάκιο του εξεταζόμενου νομικού ή φυσικού προσώπου από ορισμένες ή όλες τις τράπεζες, τις ΕΠΕΥ, τις ΑΕΔΑΚ, τις ασφαλιστικές εταιρείες και άλλες εταιρείες του χρηματοπιστωτικού τομέα,
-η εξέταση φορολογικών στοιχείων σε βάθος χρόνου,
-η αναζήτηση στοιχείων και πληροφοριών από μητρώα εταιρειών με ονομαστικές ή ανώνυμες μετοχές, από υποθηκοφυλακεία, από άλλα δημόσια αρχεία, από τις αρμόδιες αρχές του ν. 2331/1995, όπως ισχύει, από φυσικά και νομικά πρόσωπα υπαγόμενα στις διατάξεις αυτού του νόμου, από δικαστικές αρχές και από το σύστημα «Τειρεσίας»,
-η παροχή οδηγιών προς το αναφέρον πρόσωπο για συνεχή παρακολούθηση των συναλλαγών του εξεταζόμενου προσώπου και άμεση ενημέρωση της Αρχής,
-η αίτηση προς άλλες δημόσιες αρχές ή υπηρεσίες για διενέργεια ορισμένων ελεγκτικών πράξεων, ενδεχομένως με τη συμβολή υπαλλήλων της Αρχής,
-η αίτηση συνεργασίας προς αλλοδαπές αρχές, αντίστοιχες της Αρχής, για την παροχή στοιχείων και πληροφοριών,
-η στοχευμένη έρευνα του Γραφείου Ερευνών,
-η διενέργεια προανακριτικών πράξεων από την Αρχή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7 του ν. 2331/1995, όπως ισχύει.
Άρθρο 11
Συνεργασία και Τήρηση Απορρήτου
1. Ο Πρόεδρος, τα μέλη και οι υπηρεσιακές μονάδες συνεργάζονται μεταξύ τους, τηρώντας την ιεραρχία, για την καλύτερη εκπλήρωση των υποχρεώσεων της Αρχής.
2. Ο Πρόεδρος και τα μέλη καταρτίζουν Πρακτικό Ασφαλών Διαδικασιών που διασφαλίζει την εμπιστευτικότητα των στοιχείων που τηρούνται στην Αρχή, τον αποκλεισμό πρόσβασης στο έγγραφο και ηλεκτρονικό αρχείο μη αρμόδιων προσώπων και τη συστηματική ενημέρωση των υπαλλήλων για τεχνολογικές εξελίξεις και τη νομική υποχρέωσή για την τήρηση της εμπιστευτικότητας.
3. Είναι δυνατή η ανταλλαγή πληροφοριών μη εμπιστευτικής φύσης μεταξύ της Αρχής, της κεντρικής συντονιστικής αρχής (Γενική Διεύθυνση Οικονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών) και των αρμοδίων αρχών, σύμφωνα με τις σχετικές αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών.



(Μετά τη σελ.84,294) Σελ. 84,295
Τεύχος Σελ.

Άρθρο 12
Συνεργασία με Αλλοδαπές Αρχές
1. Η Αρχή δύναται να αρνηθεί να αποκαλύψει πληροφορίες ή κοινολόγηση των οποίων θα μπορούσε να ζημιώσει μια ποινική έρευνα που εκκρεμεί στην Ελλάδα ή, σε έκτακτες περιστάσεις, στην περίπτωση που η κοινολόγηση των πληροφοριών θα ήταν σαφώς δυσανάλογη προς τα θεμιτά συμφέροντα ενός φυσικού ή νομικού προσώπου ή του ελληνικού Δημοσίου ή απλώς θα προσέκρουε σε βασικές αρχές της εθνικής μας νομοθεσίας. Κάθε τέτοια άρνηση εξηγείται δεόντως στην αιτούσα την πληροφορία αντίστοιχη Αρχή (Μονάδα Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών - ΜΧΠ).
2. Κατά τη διαβίβαση πληροφοριών ή εγγράφων η Αρχή μπορεί να επιβάλει περιορισμούς και όρους στη χρησιμοποίηση των πληροφοριών που δίδει για σκοπούς άλλους εκτός από αυτούς που ορίζονται στην παράγραφο 1. Η αποδέκτρια αλλοδαπή ΜΧΠ οφείλει να τηρεί αυτούς τους περιορισμούς και όρους. Το ίδιο ισχύει και στις περιπτώσεις που από την Αρχή ζητούνται πληροφορίες από άλλη ΜΧΠ, η οποία επιβάλλει αντίστοιχους περιορισμούς.
3. Στην περίπτωση που ΜΧΠ άλλης χώρας επιθυμεί να χρησιμοποιήσει διαβιβαζόμενες από την Αρχή πληροφορίες ή έγγραφα σε ποινικές έρευνες ή διώξεις για τους σκοπούς του άρθρου 1 παράγραφος 1, η Αρχή δεν μπορεί να αρνηθεί τη συγκατάθεσή της για τη χρησιμοποίηση αυτή, εκτός εάν η άρνηση της βασίζεται σε περιορισμούς που επιβάλλει η εθνική μας νομοθεσία ή σε όρους που αναφέρονται στην παράγραφο 1. Η άρνηση αυτή συγκατάθεσης αιτιολογείται δεόντως.
4. Στο βαθμό που το επίπεδο συνεργασίας μεταξύ της Αρχής και άλλων ΜΧΠ, όπως εκφράζεται σε Μνημόνια Συνεργασίας που έχουν ήδη συναφθεί ή πρόκειται να συναφθούν, συμβιβάζεται με τις διατάξεις αυτού του άρθρου ή προχωρεί πέρα από τις διατάξεις αυτές, δεν θίγεται από την παρούσα απόφαση. Όταν η παρούσα απόφαση προχωρεί πέρα από τις διατάξεις τυχόν Μνημονίου Συνεργασίας που έχει συναφθεί, η παρούσα απόφαση:
-για μεν τις ΜΧΠ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αντικαθιστά το εν λόγω Μνημόνιο
-για δε τις ΜΧΠ τρίτων κρατών, η Αρχή κατά την κρίση της μπορεί να ζητήσει αναβάθμιση του επιπέδου συνεργασίας με τροποποίηση του Μνημονίου Συνεργασίας.



Σελ. 84,296
Τεύχος Σελ.

Άρθρο 13
Αναπλήρωση του Προέδρου
Σε περίπτωση κωλύματος του Προέδρου να εκπληρώσει το έργο του αναπληρούται από τακτικό μέλος που ορίζει ο Πρόεδρος που προσδιορίζει τους όρους, την έκταση και τη διάρκεια της αναπλήρωσης. Δύνανται να ορίζονται περισσότερα μέλη με εξειδικευμένες αρμοδιότητες έκαστο. Οι σχετικές αποφάσεις του Προέδρου κοινοποιούνται στην κεντρική συντονιστική αρχή.
Άρθρο 14
Συνεδριάσεις της Αρχής
1. Η Αρχή συνεδριάζει τακτικά, τουλάχιστον τέσσερις (4) φορές το μήνα, υπό τη διεύθυνση του Προέδρου και σε περίπτωση κωλύματος του αναπληρωτή του, σύμφωνα με το άρθρο 13, εκτάκτως δε με πρόσκληση του Προέδρου ή του αναπληρωτή του που καταρτίζει την ημερήσια διάταξη που κοινοποιείται έγκαιρα από τον γραμματέα στα μέλη της.
2. Χρέη γραμματέα εκτελεί ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Διοικητικών και Οικονομικών Υποθέσεων ή υπάλληλος αυτής της Υπηρεσίας οριζόμενος από τον Πρόεδρο. Ο γραμματέας τηρεί πρακτικά που είναι απόρρητα.
3. Οι συνεδριάσεις της Αρχής συγκαλούνται νόμιμα αν υπάρξει απαρτία με συμμετοχή τουλάχιστον έξι (6) μελών και του Προέδρου ή των αναπληρωτών τους. Οι αποφάσεις της λαμβάνονται με απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων μελών, σε περίπτωση δε ισοψηφίας υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου.
4. Οι συνεδριάσεις της Αρχής είναι μυστικές και το περιεχόμενο των συζητήσεων και των αποφάσεων της είναι εμπιστευτικό. Τυχόν κοινοποίηση του αναρμοδίως τιμωρείται σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. Την ίδια υποχρέωση έχουν και οι υπάλληλοι που ενδεχομένως μετέχουν στη συνεδρίαση.
5. Ο Πρόεδρος και τα μέλη οφείλουν να ανακοινώνουν εγκαίρως τυχόν κώλυμα συμμετοχής τους στον γραμματέα, ο οποίος καλεί τον αναπληρωτή τους.
6. Για την αποχή ή εξαίρεση μέλους της Αρχής από συνεδρίαση για εξέταση συγκεκριμένης υπόθεσης, εφαρμόζονται αναλόγως τα άρθρα 14 επόμενα του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Στην περίπτωση αυτή συμμετέχει στη συνεδρίαση ο αναπληρωτής του.
Ο Πρόεδρος, εφόσον υπάρξει ένδειξη λόγου εξαιρέσεως, και αν αυτός δεν δηλωθεί, μπορεί να ζητήσει από το μέλος την παροχή διευκρινίσεων και εισάγει θέμα εξαίρεσής του στη συνεδρίαση για τη λήψη απόφασης.
Άρθρο 15
Έναρξη ισχύος
Η παρούσα απόφαση τίθεται σε ισχύ από την ημερομηνία δημοσίευσής της.

50. ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 3500
της 23-24 Οκτ. 2006 (ΦΕΚ Α΄ 232)
Για την αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας και άλλες διατάξεις.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρ. 1
Ορισμοί
Για τον παρόντα νόμο θεωρείται:
1. ενδοοικογενειακή βία, η τέλεση αξιόποινης πράξης, σε βάρος μέλους της οικογένειας, σύμφωνα με τα άρθρα 6, 7, 8 και 9 του παρόντος και τα άρθρα 299 και 311 του Ποινικού Κώδικα.
2. α. οικογένεια ή κοινότητα που αποτελείται από συζύγους ή γονείς και συγγενείς πρώτου και δεύτερου βαθμού εξ αίματος ή εξ αγχιστείας και τα εξ υιοθεσίας τέκνα τους.
β. στην οικογένεια περιλαμβάνονται, εφόσον συνοικούν, συγγενείς εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι τετάρτου βαθμού και πρόσωπα των οποίων επίτροπος, δικαστικός παραστάτης ή ανάδοχος γονέας έχει ορισθεί μέλος της οικογένειας, καθώς και κάθε ανήλικο πρόσωπο που συνοικεί στην οικογένεια.
γ. οι διατάξεις του παρόντος νόμου εφαρμόζονται και στην μόνιμη σύντροφο του άνδρα ή στον μόνιμο σύντροφο της γυναίκας και στα τέκνα, κοινά ή ενός εξ αυτών, εφόσον τα πρόσωπα αυτά συνοικούν, ως και στους τέως συζύγους.
3. θύμα ενδοοικογενειακής βίας κάθε πρόσωπο της προηγούμενης παραγράφου σε βάρος του οποίου τελείται αξιόποινη πράξη κατά τα άρθρα 6, 7, 8 και 9 του παρόντος. Θύμα είναι και το μέλος, στην οικογένεια του οποίου τελέσθηκε αξιόποινη πράξη, κατά τα άρθρα 299 και 311 του Ποινικού Κώδικα, καθώς και ο ανήλικος κατά την παράγραφο 2, ενώπιον του οποίου τελείται μία από τις αξιόποινες πράξεις της παρούσας.
Άρθρ. 2.-Απαγόρευση χρήσης βίας
Η άσκηση βίας κάθε μορφής μεταξύ των μελών της οικογένειας απαγορεύεται.

Δεν υπάρχουν σχόλια: